Από τις δυσοίωνες προβλέψεις για την Ουκρανία, στον πόλεμο φθοράς που εγκλωβίζει τη Ρωσία.

Στις πρώτες ημέρες της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, οι εκτιμήσεις της κυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν προς το Κογκρέσο των ΗΠΑ ήταν ιδιαίτερα δυσοίωνες: το Κίεβο αναμενόταν να καταρρεύσει μέσα σε λίγες εβδομάδες. Ωστόσο, η πραγματική εξέλιξη του πολέμου διέψευσε πλήρως αυτές τις προβλέψεις, όπως επισημαίνει σε ανάλυσή της η Washington Post.

Τα ρωσικά στρατεύματα, που επιχείρησαν να ανατρέψουν τη δημοκρατικά εκλεγμένη ουκρανική κυβέρνηση, είτε αποδεκατίστηκαν είτε αναγκάστηκαν σε υποχώρηση. Ήδη από τον Απρίλιο του 2022, η Ρωσία είχε αποτύχει όχι μόνο να ελέγξει την πρωτεύουσα, αλλά ακόμη και να διασφαλίσει σταθερό προγεφύρωμα γύρω από αυτήν.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Ποκρόβσκ, μια πόλη με πληθυσμό μικρότερο των 60.000 κατοίκων πριν από τον πόλεμο, η οποία δεν έχει καταληφθεί, παρά τις επίμονες ρωσικές προσπάθειες επί ενάμιση χρόνο. Τα περιορισμένα εδαφικά κέρδη της Μόσχας έχουν επιτευχθεί με τεράστιο ανθρώπινο και υλικό κόστος.

Σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά, η εικόνα για τη Ρωσία χαρακτηρίζεται ιδιαίτερα επιβαρυντική: έχει χάσει περίπου το ένα τρίτο των στρατηγικών βομβαρδιστικών της, ενώ οι απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό –νεκροί και τραυματίες– ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο. Παρά τις αρχικές εκτιμήσεις περί ταχείας ουκρανικής ήττας, η Μόσχα αδυνατεί να επιβάλει αποφασιστική νίκη και έχει εγκλωβιστεί σε έναν πόλεμο φθοράς, ελπίζοντας ότι ο χρόνος θα λειτουργήσει υπέρ της.

Όπως σημειώνει το δημοσίευμα, ο Βλαντίμιρ Πούτιν μπορεί να «παίζει με τον χρόνο», όχι επειδή αυτή είναι συνειδητή στρατηγική επιλογή, αλλά επειδή δεν διαθέτει τα μέσα για μια καθαρή νίκη. Η προσδοκία του Κρεμλίνου είναι ότι μια αργή και εξαντλητική σύγκρουση θα διχάσει τη Δύση.

Την ίδια στιγμή, η ρωσική οικονομία δέχεται ισχυρά πλήγματα. Τα έσοδα από πετρέλαιο και φυσικό αέριο έχουν μειωθεί αισθητά, το κράτος προχωρά σε ρευστοποίηση αποθεμάτων χρυσού για να στηρίξει τα δημόσια οικονομικά, ενώ περίπου το 25% των ρωσικών επιχειρήσεων βρίσκεται σε οικονομικό αδιέξοδο. Η Ρωσία μπορεί να παρατείνει τον πόλεμο, αλλά –όπως υπογραμμίζεται– δεν μπορεί να τον αντέξει επ’ αόριστον.

Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, το στρατηγικό διακύβευμα παραμένει σαφές: εάν ο στόχος είναι μια βιώσιμη ειρήνη, απαιτείται ενίσχυση της θέσης της Ουκρανίας και όχι αποδυνάμωσή της. Οι πόλεμοι, τονίζει η Washington Post, τελειώνουν όταν αλλάζει ο συσχετισμός ισχύος. Η εγκατάλειψη του Κιέβου ή η παραχώρηση εδαφών που η Ρωσία δεν μπορεί να κατακτήσει στρατιωτικά δεν θα φέρουν ειρήνη, αλλά θα ενθαρρύνουν νέες αναθεωρητικές φιλοδοξίες.

Η Ουκρανία έχει ήδη διαψεύσει κάθε πρόβλεψη ήττας. Πλέον, καταλήγει το δημοσίευμα, η ευθύνη μεταφέρεται στη Δύση και στο κατά πόσο θα επιδείξει την αποφασιστικότητα που απαιτούν οι συνθήκες.