Ικανοποιημένη δηλώνει από τις συναντήσεις και τις επαφές της στην Ελλάδα η Αντιπρόεδρος Αξιών και Διαφάνειας της Κομισιόν, Βιέρα Γιούροβα στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και τον Πρόεδρο και Γενικό Διευθυντή του, Αιμίλιο Περδικάρη στις Βρυξέλλες. Προσθέτει μάλιστα πως έλαβε δεσμεύσεις και διαπιστώνει βούληση από την πλευρά της κυβέρνησης να προχωρήσει στις αλλαγές που αφορούν στα Μέσα Ενημέρωσης και την προστασία των προσωπικών δεδομένων, σε απόλυτη συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Τονίζει ωστόσο ότι βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή της δουλειάς που θα γίνει όχι με παρεμβάσεις, αλλά με διάλογο ανάμεσα στις δύο πλευρές και χαρακτηρίζει την task force που δημιουργήθηκε για την ασφάλεια των δημοσιογράφων στην Ελλάδα ως «διαμάντι του στέμματος». Επισημαίνει δε ότι τα Μέσα Ενημέρωσης τελούν υπό πίεση σε όλες τις χώρες της ΕΕ κι έτσι το ζήτημα δεν είναι ελληνικό, αλλά ευρωπαϊκό, γι’ αυτό και η Κομισιόν υιοθέτησε το Media Freedom Act που φιλοδοξεί να δώσει λύσεις στο πρόβλημα, ενώ το ίδιο σημαντική είναι – σύμφωνα με την ίδια – η μάχη που πρέπει να δοθεί κατά της παραπληροφόρησης.
Σε ό,τι αφορά την ενεργειακή κρίση και το χειμώνα που έρχεται, η Αντιπρόεδρος δηλώνει ότι η Ευρώπη θα πρέπει να εξηγήσει στους πολίτες της τι κάνει με τις κυρώσεις προς τη Ρωσία και να τους εγγυηθεί προστασία, ασφάλεια και ένα ελάχιστο επίπεδο ποιότητας ζωής, μαζί με τη συνέχιση της υποστήριξης προς την Ουκρανία.
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη της Αντιπροέδρου Αξιών και Διαφάνειας της Κομισιόν, Βιέρα Γιούροβα στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και τον Πρόεδρο και Γενικό Διευθυντή του, Αιμίλιο Περδικάρη
ΕΡ: Βρισκόμαστε στο γραφείο σας, στον 11ο όροφο του κτιρίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μία εβδομάδα μετά το ταξίδι σας στην Αθήνα. Ποια είναι η αίσθηση που έχετε μετά την επίσκεψή σας στην Ελλάδα και τι αποτέλεσμα είχαν οι συναντήσεις σας;
ΑΠ: Κάθε φορά που πηγαίνω σε μια χώρα, δεν το κάνω μόνο για ν’ αναλύσω την κατάσταση και για να καταλάβω τι συμβαίνει. Είμαι λοιπόν αισιόδοξη, διότι έλαβα δεσμεύσεις από την κυβέρνηση, ειδικά σε ό,τι αφορά την κατάσταση με τα Μέσα Ενημέρωσης. Επέστρεψα στις Βρυξέλλες πεπεισμένη ότι κάναμε καλή δουλειά μαζί. Οι δεσμεύσεις με κάνουν να πιστέψω ότι θα προχωρήσουμε μπροστά κι αυτό είναι καλό όταν γίνεται όχι με παρεμβάσεις, αλλά με διάλογο.
Ήταν πολύ σημαντικό να μιλήσω με τον πρωθυπουργό και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης μία μέρα νωρίτερα, ώστε να συγκρίνω τι άκουσα και από τους δύο. Μίλησα με τον υπουργό Δικαιοσύνης, τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, τον Συνήγορο του Πολίτη και με την task force για τα Μέσα Ενημέρωσης που συνάντησα τελευταία και ήταν το «διαμάντι του στέμματος», διότι διέκρινα σημαντική αφοσίωση και μια ευρεία πλατφόρμα. Συνάντησα ανθρώπους που μπορούν να φέρουν αλλαγές και αποτέλεσμα και το αποτέλεσμα που επιθυμώ για την Ελλάδα είναι οι δημοσιογράφοι να είναι περισσότερο ασφαλείς στη δουλειά τους. Ακόμη, είναι θέμα ασφάλειας να μην χρησιμοποιείται παράνομο λογισμικό παρακολούθησης σε βάρος τους και να μην υποκύπτουν τα Μέσα Ενημέρωσης σε οικονομικές ή πολιτικές πιέσεις.
Για μένα, το ταξίδι μου στην Αθήνα ήταν στην πραγματικότητα η αρχή της δουλειάς. Διότι ήρθα με κάποια πράγματα που έπρεπε να γίνουν κι επέστρεψα (στις Βρυξέλλες) με δεσμεύσεις από την ελληνική πλευρά. Πρώτα απ’ όλα, για τους κανόνες σχετικά με τις παρακολουθήσεις για λόγους εθνικής ασφάλειας και την έρευνα για το τι ήταν παράνομο στις προηγούμενες υποθέσεις. Για τον Ποινικό Κώδικα που ακόμη περιέχει τη ρύθμιση για την παραπληροφόρηση και τα πέντε χρόνια φυλάκιση, η οποία κατάλαβα ότι υιοθετήθηκε μεν την περίοδο της πανδημίας, αλλά τώρα θα μπορούσε να έχει αρνητικό αντίκτυπο στους δημοσιογράφους και άκουσα τον πρωθυπουργό να λέει ότι ναι, εξετάζεται η κατάργησή της. Επίσης, η task force έχει ένα καθήκον και θα ήθελα να δω μέσα σε ένα λογικό χρονικό πλαίσιο να προχωρήσει σε σταθερά βήματα που μπορούν να εγγυηθούν την ασφάλεια των δημοσιογράφων.
Επέστρεψα λοιπόν και σκεφτόμουν ότι αν οι ελληνικές αρχές κάνουν όλα αυτά, τότε θα δούμε μια αληθινή βελτίωση της κατάστασης που θα έχει θετική επίπτωση και στο πώς βλέπουν τη χώρα οι άλλοι, γιατί τα προβλήματα με τα Μέσα Ενημέρωσης αφορούν τη φήμη της χώρας. Υπάρχει ακόμη ένα ζήτημα: η χρήση spyware και η προστασία των προσωπικών δεδομένων. Ο πρωθυπουργός μού είπε ότι, τουλάχιστον, σχεδιάζεται η ενσωμάτωση της κοινοτικής νομοθεσίας στην ελληνική σε ό,τι αφορά την προστασία των δεδομένων και την τεχνολογία και το λαμβάνω πολύ σοβαρά υπόψη, διότι όταν βλέπουμε να χρησιμοποιείται παράνομο λογισμικό σε περισσότερες χώρες, τότε αυτό εξελίσσεται σε σοβαρό πρόβλημα για τη δημοκρατία στην Ευρώπη. Αν αγοράζεις δηλαδή λογισμικό για να παρακολουθείς πολιτικούς αντιπάλους ή δημοσιογράφους, αυτό είναι στην πράξη το τέλος της Δημοκρατίας. Συνεπώς, για μένα, η δουλειά ξεκίνησε. Το ταξίδι στην Αθήνα δεν σημαίνει ότι βάζουμε σημάδια στα κουτάκια ότι ολοκληρώθηκε η δουλειά. Είμαι ικανοποιημένη και θέλω να γίνει ξεκάθαρο ότι υπάρχει μεν η ικανοποίηση, αλλά, ταυτόχρονα, πρέπει να γίνει ακόμα πολλή δουλειά κι από τις δύο πλευρές και είμαστε συνεργάτες σ’ αυτό. Από αυτή την άποψη είμαι ικανοποιημένη, διότι νιώθω ότι υπάρχει βούληση.
ΕΡ: Δηλώσατε όμως πρόσφατα, σε άλλη συνέντευξή σας, ότι το πρόβλημα με τα Μέσα Ενημέρωσης αφορά όλες τις χώρες και όχι μόνο την Ελλάδα και γι’ αυτό παρουσιάσατε το Media Freedom Act. Ποιος είναι λοιπόν ο στόχος σας;
ΑΠ: Παντού τα Μέσα Ενημέρωσης τελούν υπό πίεση, διότι οι διαφημιζόμενοι δίνουν π.χ. τα χρήματά τους στη Google και τις πλατφόρμες. Βλέπουμε παντού την εμπιστοσύνη των πολιτών στα Μέσα Ενημέρωσης να συρρικνώνεται κι αυτό συμβαίνει σε όλες τις χώρες, αλλά με διαφορετική ένταση. Σε χώρες όπως η Δανία, η Σουηδία και η Φινλανδία είναι ψηλά η εμπιστοσύνη, διότι δεν υπάρχουν τόσες καταγεγραμμένες πιέσεις από την πλευρά των πολιτικών ως προς το δημοσιογραφικό περιεχόμενο και η οικονομική κατάσταση των Μέσων δεν είναι τόσο κακή. Βλέπουμε το χάρτη της Ευρώπης να γίνεται πιο «σκούρος» όσο προχωράμε προς το Νότο και την Ανατολή και να επιδεινώνονται οι προοπτικές των Μέσων Ενημέρωσης, αυτό είναι ένα σύμπτωμα της εποχής μας. Και ναι, γι’ αυτό υιοθετήσαμε το Media Freedom Act, το οποίο δεν σχετίζεται τόσο με την οικονομική κατάσταση των Μέσων Ενημέρωσης, αλλά κυρίως με τις πιέσεις από τους πολιτικούς ή από ιδιώτες που επιδιώκουν πολιτική επιρροή εξαγοράζοντας Μέσα Ενημέρωσης και την τάση να ενισχύονται όλα αυτά τα αρνητικά συμπτώματα. Είναι λοιπόν το Media Freedom Act η νομοθεσία που λύνει το πρόβλημα των αρνητικών συμπτωμάτων.
ΕΡ: Είναι όμως μόνο οι οικονομικές και πολιτικές πιέσεις προς τα Μέσα Ενημέρωσης που δημιουργούν τα προβλήματα αυτά ή και η παραπληροφόρηση; Και πώς θα πρέπει να την αντιμετωπίσουμε;
ΑΠ: Αυτή είναι μια πολύ καλή ερώτηση, γιατί διακρίνω μια πολύ στενή σύνδεση ανάμεσα στην ενδυνάμωση των Μέσων Ενημέρωσης και την ικανότητά μας να πολεμήσουμε την παραπληροφόρηση. Εάν μειωθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών (στα Μέσα Ενημέρωσης), θ’ αυξηθεί ακόμη περισσότερο η παραπληροφόρηση κι αυτό είναι επικίνδυνο. Χρειαζόμαστε ισχυρά Μέσα Ενημέρωσης και επαγγελματίες που πρέπει να δουλεύουν με τεκμήρια, με αλήθειες, που πρέπει να βρίσκονται στα σημεία και να εντοπίζουν, να κατανοούν σωστά τα γεγονότα. Να είναι το αποτέλεσμα της δουλειάς επαγγελματιών δημοσιογράφων που θα πολεμήσει την παραπληροφόρηση. Κάποιες φορές ακούω από τους δημοσιογράφους ότι υποβιβάζονται έτσι σε ελεγκτές της αλήθειας (factcheckers), αλλά απαντώ: Μπορείτε να κάνετε, παρακαλώ, αυτή τη δουλειά για εμάς;
ΕΡ: Η παραπληροφόρηση αφορά μόνο τα παραδοσιακά Μέσα Ενημέρωσης ή και τα social media;
ΑΠ: Είναι και τα social media, όμως ανήκουν περισσότερο μαζί με τις πλατφόρμες στη βιομηχανία της διαφήμισης, δεν τους βάζω την ετικέτα των Μέσων Ενημέρωσης. Ταυτόχρονα όμως τους ωθούμε να είναι περισσότερο υπεύθυνοι για το περιεχόμενό τους και εδώ οι κανόνες που υιοθετήσαμε είναι ξεκάθαροι και πρέπει να διέπουν τα Μέσα Ενημέρωσης. Να είναι καθαρό το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς, να έχουν πρότυπα ηθικής και γι’ αυτό ν’ απολαμβάνουν τότε μια προνομιακή μεταχείριση. Το ίδιο ισχύει για τα δημόσια Μέσα Ενημέρωσης.
ΕΡ: Μιλήσατε όμως πρόσφατα δημοσίως για «ψηφιακή άγρια Δύση» στην οποία πρέπει να μπουν κανόνες. Τι εννοείτε;
ΑΠ: Θα μπορούσα να πω και για την «άγρια Ανατολή»! Διότι, για μένα, ο ψηφιακός κόσμος, για μεγάλο διάστημα, δεν είχε κανόνες και πρότυπα και τα τελευταία 20 χρόνια οι πολίτες στράφηκαν σ’ αυτό τον κόσμο, δίχως όμως προστασία. Αυτό οδήγησε στην παραγωγή χρημάτων ερήμην των πολιτών, με τα οποία μπορούν ν’ αγοραστούν τα πάντα, ακόμη και πολιτική επιρροή. Αλλά αυτό είναι πολύ μα πολύ επικίνδυνο και αυτό εννοώ με τον όρο «άγρια Δύση». Είναι σαν τη ζούγκλα όπου ο δυνατότερος νικά και τρώει τον μικρότερο, όπως συμβαίνει εδώ και αιώνες.
ΕΡ: Η Ευρώπη βιώνει έναν πόλεμο και η ενεργειακή κρίση γεννά φόβους για το χειμώνα. Μπορούν άραγε οι προσπάθειες παραπληροφόρησης που έχουμε δει από την πλευρά της Ρωσίας να επιδεινώσουν την κατάσταση και πώς μπορεί ν’ αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα;
ΑΠ: Πρώτα απ’ όλα, εμείς, οι δημοκράτες, πρέπει να διαβεβαιώσουμε τους πολίτες ότι δεν θα υπάρξει παραπληροφόρηση και να τους βοηθήσουμε να επιβιώσουν από αυτό το χειμώνα, έστω και με κάποιες θυσίες. Ότι οι Ευρωπαίοι θα σταθούν δίπλα στους Ουκρανούς, θα συνεχίσουν να τους υποστηρίζουν ισχυρά. Οι άνθρωποι είναι μεν διατεθειμένοι να θυσιάσουν πολλά, αλλά δεν θέλουν να παγώσουν ούτε να πεινάσουν. Γι’ αυτό θεωρώ ότι πρωτίστως αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να εγγυηθούμε την προστασία και την ασφάλειά τους και ένα βασικό επίπεδο ζωής γι’ αυτούς. Ο Πούτιν κάνει λάθος όταν λέει ότι καταστρέφουμε τους εαυτούς μας με τις κυρώσεις. Οι κυρώσεις είναι επιτυχημένες και θα πρέπει να εξηγήσουμε στους πολίτες μας τι είναι αυτό που κάνουμε και να τους διαβεβαιώσουμε ότι θα μπορέσουν έτσι να διατηρήσουν ένα σχετικά καλό επίπεδο ζωής.
ΕΡ: Σκέφτεστε ακόμα όταν τελειώσει η θητεία σας στην Κομισιόν να γίνετε δημοσιογράφος, όπως έχετε δηλώσει παλαιότερα;
ΑΠ: Ναι, είναι μια από τις επιλογές μου! Θα ήθελα να έχω μια εκπομπή λόγου στην τηλεόραση με πολιτικά πρόσωπα… κάπως σαν να είναι ο θεσμός απέναντι στους θεσμούς. Να τους ρωτώ όμως τι κάνουν ως άνθρωποι, να τους δίνω την ευκαιρία να φανούν ανθρώπινοι απέναντι στους πολίτες με τη βοήθειά μου.