«Το 2021 σηματοδοτεί 40 χρόνια από την ένταξη της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, ένα γεγονός ορόσημο που καθόρισε τη σύγχρονη πολιτική ιστορία της χώρας μας», τονίζει ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, σε άρθρο του στο περιοδικό της Βουλής των Ελλήνων «Επί του Περιστυλίου», και σημειώνει πως «η ελληνική ένταξη εκπλήρωσε τα ευρωπαϊκά και φιλελεύθερα ιδεώδη των πρώτων στοχαστών του ελληνικού κράτους, τοποθετώντας τη χώρα στον στενό πυρήνα της “ευρωπαϊκής πρωτοπορίας”».
Ο κ. Βαρβιτσιώτης αναφέρεται στην καθοριστική πολιτική συνεισφορά του Κωνσταντίνου Καραμανλή, χωρίς την οποία η ένταξη της Ελλάδας στις Κοινότητες «θα ήταν αδύνατη». «Ο “Εθνάρχης” έγινε και “Πατέρας της Ευρωπαϊκής Ένταξης”», επισημαίνει.
Ο αναπληρωτής υπουργός υπογραμμίζει πως η χώρα μας «συνεισέφερε πολύτιμα στοιχεία στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι: Το πλούσιο πολιτιστικό της παρελθόν, το ποιοτικό ανθρώπινο δυναμικό της και βεβαίως τη διεθνή εξειδίκευσή της σε κλάδους αιχμής, όπως η ναυτιλία. Ταυτόχρονα, η ΕΟΚ για πρώτη φορά “πατούσε” στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, στο σύνορο δύο Ηπείρων».
«Η Ελλάδα αποτελούσε θεμέλιο σύμβολο του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και η ένταξή της ήταν μια αναγκαία συνθήκη για την περαιτέρω πολιτική ολοκλήρωσή της ΕΟΚ», πρσθέτει.
Τα οφέλη της ένταξης για την Ελλάδα έγιναν γρήγορα ορατά, σύμφωνα με τον κ. Βαρβιτσιώτη, καθώς «η ευρωπαϊκή μας πορεία επιτάχυνε τον θεσμικό και διοικητικό εκσυγχρονισμό, καταπολεμώντας την πλεονάζουσα γραφειοκρατία και προωθώντας τη διαφάνεια, τη λογοδοσία και την προστασία των δικαιωμάτων του πολίτη».
«Η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ το 2004 αποτελεί ίσως το πιο τρανταχτό επιχείρημα για να καταλάβουμε ότι η στρατηγική επιλογή ασφάλειας της ΕΕ ήταν και παραμένει μονόδρομος για την εκπλήρωση των εθνικών μας συμφερόντων», αναφέρει και συμπληρώνει: «Η Ελλάδα σήμερα εξάγει σταθερότητα, εγγυάται την ειρήνη και απολαμβάνει καθοδηγητικό ρόλο στα Βαλκάνια, με πλήρη εμπιστοσύνη στις πολυσύνθετες δυνατότητές της απέναντι σε κάθε είδους εξωτερική πρόκληση».
«Και σε καθημερινό επίπεδο οι Έλληνες βιώσαμε μια άνευ προηγουμένου βελτίωση των όρων ζωής μας, μέσα από την κοινοτική συγχρηματοδότηση 200 δισ. ευρώ για έργα υποδομής ζωτικής σημασίας, αλλά και την ποιοτική αναβάθμιση του ανθρώπινου κεφαλαίου και της οικονομίας της γνώσης, ειδικά για τις νεότερες γενιές που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν ως Ευρωπαίοι πολίτες», σημειώνει και κάνει ειδική αναφορά στην κινητικότητα φοιτητών και εργαζομένων, αλλά και στην είσοδός μας στο ευρώ που μας επέτρεψε να σταθεροποιήσουμε το χρηματοπιστωτικό σύστημά μας.
Όπως τονίζει ο αναπληρωτής υπουργός, η σχέση των Ελλήνων με την ιδέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης «δεν ήταν πάντα ανέφελη. Οι δυσκαμψίες και οι αδράνειες ενός ταραγμένου θεσμικού παρελθόντος δεν επέτρεψαν η Ελλάδα να προσαρμοστεί εγκαίρως στις νέες συνθήκες της ανοιχτής οικονομίας».
Επισημαίνει, δε, πως «το σοκ της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης που διαχύθηκε στην Ευρώπη τη δεκαετία του 2010 χτύπησε την Ελλάδα με ιδιαίτερη σφοδρότητα. Η Ελλάδα και οι Έλληνες πλήρωσαν ένα δύσκολο τίμημα, αλλά έδειξαν επιμονή. Εν τέλει, η απάντησή μας ήταν “περισσότερη Ευρώπη”. Η ιστορία μάλιστα μας δικαίωσε, αποδεικνύοντας ότι όλο και πιο σύνθετα προβλήματα απαιτούν κοινές λύσεις».
Όσον αφορά το σημερινή κατάσταση, σχολιάζει ότι «σε μια από τις πιο τις πιο δύσκολες δοκιμασίες στην ιστορία της, η ΕΕ κλήθηκε να επιδείξει ενωμένη τα αναγκαία αντανακλαστικά. Παρά τις αρχικές αρρυθμίες, συντονίστηκε στην από κοινού προμήθεια ιατρικού εξοπλισμού, ενώ ξεκίνησε εξαρχής να χρηματοδοτεί την πολύτιμη έρευνα για την παρασκευή εμβολίων».
«Η υλοποίηση του πανευρωπαϊκού προγράμματος εμβολιασμού εντός του 2021 αποτελεί πλέον την άμεση προτεραιότητά μας. Παράλληλα, η ΕΕ έδειξε την απαιτούμενη ευελιξία στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και τη στήριξη της απασχόλησης μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, ύψους 750 δισ., το οποίο για πρώτη φορά χρηματοδοτήθηκε διά της κοινής αμοιβαιοποίησης χρέους», υπογραμμίζει.
Ο κ. Βαρβιτσιώτης σημειώνει πως «οι Έλληνες πολίτες καλούμαστε να συμμετάσχουμε μαζί με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους συμπολίτες μας σε ένα από τα πιο φιλόδοξα εγχειρήματα πολυεπίπεδου δημοκρατικού διαλόγου που έχει λάβει ποτέ χώρα, τη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης».
Όπως αναφέρει, η χώρα μας θα έχει πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτόν το διάλογο και θα συμμετάσχει ενεργά με συγκεκριμένες προτάσεις. Υπενθυμίζει πως η εθνική πρόταση περιλαμβάνει 6+1 άξονες, που αφορούν το ευρωπαϊκό πλαίσιο Άμυνας και Ασφάλειας, τις ευρωπαϊκές Πολιτικές Συνοχής, το Περιβάλλον και την Κλιματική Αλλαγή, το Μεταναστευτικό, την Έρευνα και την Καινοτομία με έμφαση στον ρόλο της Νεολαίας, τη στρατηγική εμβάθυνσης της ΟΝΕ και το τρίπτυχο «Κράτος Δικαίου-Δημοκρατία-Ανθρώπινα Δικαιώματα».
«Με την πείρα μιας κοπιώδους πλην επιτυχημένης ευρωπαϊκής πορείας 40 χρόνων και με την ιδιαίτερη ευαισθησία που μας χαρακτηρίζει σε ζητήματα δημοκρατίας και γεωπολιτικής, έχει έρθει η στιγμή να τοποθετηθούμε για το μέλλον της Ευρώπης, δικαιώνοντας το παρελθόν μας αλλά και απαντώντας ψύχραιμα στις προκλήσεις ενός σύνθετου παρόντος», καταλήγει ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών.