Η κρίση της πανδημίας του κορονωϊού, που με αιμορραγία σε ανθρώπινες ζωές βιώνει η ανθρωπότητα, δυστυχώς δεν αναμένεται να είναι ούτε σύντομη ούτε ανώδυνη. Και αυτό που προέχει τούτη την ώρα είναι να δώσουμε όλοι μαζί τη μάχη, ενωμένοι σε ένα μέτωπο ζωής, για να υπάρξουν όσο γίνεται λιγότερες ανθρώπινες απώλειες. Αυτό σημαίνει, με ψυχραιμία και χωρίς πανικό, να τηρήσουμε ευλαβικά τις οδηγίες των επιστημόνων.

Ταυτόχρονα όμως σημαίνει και να ενισχύσουμε τους ανθρώπους του ΕΣΥ, όσους δίνουν τη μάχη στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Να τους στηρίξουμε σε ανθρώπινο δυναμικό, με άμεσες προσλήψεις όχι μόνο νοσηλευτών αλλά και γιατρών. Σε υποδομές που σημαίνει να ανοίξουμε όσο περισσότερα κρεβάτια νοσηλείας και εντατικής θεραπείας γίνεται, επιτάσσοντας και ιδιωτικές μονάδες αν χρειαστεί Και, τέλος, σε υλικά προφύλαξης, γιατί αν όντως έχουμε πόλεμο με αόρατο εχθρό, τότε δεν μπορούμε να στέλνουμε τους στρατιώτες απροστάτευτους στη μάχη.

Γνωρίζω πολύ καλά -και αυτό καθοδηγεί και πρέπει να καθοδηγεί όλες τις κινήσεις μας- ότι τώρα είναι η ώρα της ευθύνης και όχι της αντιπαράθεσης. Γι’ αυτό και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επικεντρώσει τις παρεμβάσεις του σε προτάσεις εποικοδομητικές προς την κυβέρνηση. Τι περισσότερο μπορεί να κάνει και ποια μέτρα πρέπει κατά τη γνώμη μας να λάβει για να προστατεύσει τους πολίτες. Και όχι στην καταγγελία για τα λάθη και τις παραλείψεις της, αν και έδωσε και δίνει άπειρες ευκαιρίες όλο αυτό το διάστημα.

Ωστόσο, αυτό που έχει σημασία να συνειδητοποιήσουμε σήμερα, πέρα από τα αυτονόητα για το πώς θα ενισχυθεί η μάχη μας στο πεδίο, είναι ότι είναι πλέον εκτός τόπου και χρόνου οι κυρίαρχες αντιλήψεις πως όλα μπορεί να τα ρυθμίζουν αποτελεσματικά οι αγορές, οι κυρίαρχες μεταρρυθμίσεις συρρίκνωσης του Δημοσίου και της δημόσιας Υγείας προς όφελος του ιδιωτικού τομέα, το κυρίαρχο μοντέλο του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Τα σκότωσε όλα ο κορωνοϊός, μαζί δυστυχώς με χιλιάδες συνανθρώπους μας, που θα μπορούσαν να είχαν σωθεί, αν αυτά τα μοντέλα, αυτές οι αντιλήψεις και αυτές οι μεταρρυθμίσεις δεν είχαν επιβληθεί σχεδόν σε όλο τον δυτικό κόσμο, είτε οικειοθελώς από νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις, όπως η σημερινή δική μας του κ. Μητσοτάκη, είτε υπό τον εκβιασμό του ΔΝΤ και των αγορών.

Ποιος δεν θυμάται ότι οι λαμπροί τεχνοκράτες του ΔΝΤ ζήτησαν επιτακτικά από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, από το 2010, να φτάσει το μαχαίρι των περικοπών βαθιά στο ήδη ανεπαρκές και ελλειμματικό Εθνικό μας Σύστημα Υγείας;

Ποιος δεν θυμάται υπουργό της ΝΔ να σηκώνει το γάντι, ως υπουργός Υγείας τότε, δηλώνοντας ότι δεν θα του κλέψουν τη δόξα ο Τόμσεν και η τρόικα για απολύσεις γιατρών και τη θέσπιση εισιτηρίου 5 ευρώ στα νοσοκομεία;

Ποιος δεν θυμάται ότι άφησαν εκτός περίθαλψης περίπου 2,5 εκατομμύρια συμπολίτες μας που δεν είχαν ασφαλιστική κάλυψη, μέχρι που ήρθε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να το ανατρέψει;

Και ποιος μπορεί να ξεχάσει -ήταν και πρόσφατο- όταν στη συζήτηση του προϋπολογισμού στη Βουλή ο πρωθυπουργός μας απείλησε περιπαικτικά ότι θα μας κάνει να ανατριχιάσουμε εμάς τους αριστερούς με τις προτάσεις του για τα ΣΔΙΤ ιδιωτικών μονάδων με δημόσια νοσοκομεία, όπου ιδιώτες θα χρησιμοποιούσαν τον δημόσιο εξοπλισμό για να βγάζουν περισσότερα κέρδη; Αλήθεια, δεν είναι η στιγμή να αρχίσουμε να τα ξανασκεφτόμαστε όλα αυτά;

Αλήθεια, τώρα που το ζητούμενο δεν είναι το κέρδος, αλλά η ανθρώπινη ζωή, πού είναι κρυμμένοι αυτοί οι ιδιώτες; Δεν τους βλέπουμε πουθενά. Μάλλον θα τηρούν ευλαβικά τις συμβουλές του «Μένουμε σπίτι»…

Αλήθεια, αν δεν είχε μεσολαβήσει η διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που έβγαλε τη χώρα από τα μνημόνια, νοικοκύρεψε τα δημόσια οικονομικά, διευθέτησε το χρέος, άφησε ένα ισχυρό «μαξιλάρι» ρευστότητας 37 δια ευρώ για ασφάλεια σε μια δύσκολη -καλή ώρα- στιγμή, και στοιχειωδώς παλινόρθωσε το διαλυμένο κοινωνικό κράτος και το σύστημα Υγείας, πού θα βρισκόμασταν τώρα;

Φανταστείτε, με δυο λόγια να μη μεσολαβούσαν οι δικές μας 19.500 προσλήψεις στο ΕΣΥ τα τελευταία τέσσερα χρόνια, εκ των οποίων οι 8.500 αφορούν μόνιμο προσωπικό, πόσο πιο αδύναμη θα ήταν η πρώτη γραμμή της άμυνάς μας τώρα.

Με αυτά τα δεδομένα, όμως, οφείλω να ομολογήσω ότι δεν κακίζω τον κ. Μητσοτάκη που αδυνατεί να συνειδητοποιήσει το μέγεθος των επιπτώσεων που θα έχει η κρίση στην οικονομία και το βάθος των μέτρων που πρέπει να ληφθούν. Δεν τον κακίζω γιατί ο άνθρωπος δεν φταίει. Απλώς δεν έχει το ιδεολογικό υπόβαθρο και τα ερμηνευτικά εργαλεία τόσο για να αναλύσει και να καταλάβει τη νέα πραγματικότητα, όσο και για να συνειδητοποιήσει τι πρέπει να κάνουμε από δω και στο εξής.

Γι’ αυτό άλλωστε και προχθές έδωσε εντολή στους υπουργούς του να ανακοινώσουν τόσο ανεπαρκή μέτρα, που μέσα σε 24 ώρες αναγκάστηκε να βγει ο ίδιος και να τους «αδειάσει», ανακοινώνοντας επιπρόσθετα Μόνο που με αυτόν τον τρόπο δεν κατάφερε να κρύψει ότι η στρατηγική της κυβέρνησης για την οικονομία έχει τίτλο: «Βλέποντας και κάνοντας».

Την ώρα που όλες οι χώρες εξήγγειλαν γιγαντιαία προγράμματα σωτηρίας των οικονομιών τους, αυτός ανακοίνωνε μέτρα ισόποσα με αυτά που ανακοινώσαμε εμείς πέρυσι τον Μάη, δηλαδή 1% του ΑΕΠ, όταν όμως δεν είχαμε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, αλλά περιορισμούς από την ΕΕ.

Μετά την πρώτη ψυχρολουσία, βέβαια, έσπευσαν την επομένη να το διορθώσουν, αλλά και πάλι αντί να ανακοινώσουν οριζόντια μέτρα που θα καλύπτουν το μισθολογικό κόστος και τις δανειακές υποχρεώσεις των επιχειρήσεων, έσπευσαν να εξαγγείλουν απελευθέρωση απολύσεων και ένα επίδομα 8οο ευρώ για τους απολυμένους. Την ώρα που σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες εκπονούν κολοσσιαία προγράμματα στήριξης του 95% των μισθών στη Σουηδία, του 8ο% στη Νορβηγία, του 75% στη Δανία, του 66% στην Πορτογαλία, του 6ο% στη Γερμανία.

Με την παρέμβασή μου προχθές ζήτησα από την κυβέρνηση να σχεδιάσει και να υλοποιήσει ένα επιβλητικό πρόγραμμα σωτηρίας της οικονομίας με ορίζοντα τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2020 και με προοπτική δυνητικά και για το 2021. Πρόγραμμα που δεν μπορεί κατ’ αρχάς να είναι μικρότερο από 30 δισ. ευρώ.

Δέκα δισ. ευρώ τουλάχιστον για φέτος πρέπει να αποτελέσουν το αρχικό κεφάλαιο ενός σχεδίου αντίστοιχου του σχεδίου «Ηρακλής» που ήταν για τις τράπεζες, αυτήν τη φορά για την εγγύηση του Δημοσίου σε επιχειρηματικά δάνεια.

Και τουλάχιστον άλλα δέκα δισ. μέχρι τέλος του έτους και αντίστοιχο ποσό για τον επόμενο χρόνο πρέπει να ανακοινωθούν ως διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος για παρεμβάσεις που θα διασφαλίσουν μισθούς και ασφαλιστικές εισφορές, που θα ενισχύσουν το δημόσιο σύστημα Υγείας και το κοινωνικό κράτος, που θα κρατήσουν την κοινωνία και την οικονομία όρθιες.

Κάποιοι θα αναρωτιούνται: Μήπως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υπερβολικός επειδή είναι στην αντιπολίτευση;

Δεν έχουμε παρά να συγκρίνουμε τις προχθεσινές δηλώσεις του κ. Μητσοτάκη με αυτές του Ιταλού πρωθυπουργού Τζουζέπε Κόντε.

Ο Ελληνας πρωθυπουργός πανηγύριζε για το αυτονόητο, ότι δηλαδή η κυρία Λαγκάρντ της ΕΚΤ περιέλαβε και τα ελληνικά ομόλογα σε ένα έκτακτο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Πανηγύριζε δηλαδή γιατί την Ελλάδα την έβγαλε ο ΣΥΡΙΖΑ από τα μνημόνια και δεν αποτελεί πια εξαίρεση. Και μάλλον γιατί του φάνηκαν πολλά τα 12 δισ.

Την ίδια στιγμή, ο Ιταλός πρωθυπουργός χαρακτήριζε ανεπαρκές το πακέτο Λαγκάρντ και ζητούσε από τον ESM να διανείμει τα περίπου 500 δισ. ευρώ που διαθέτει για κατάσταση ανάγκης στα κράτη-μέλη. Είναι ζήτημα ολιγαρκούς προσέγγισης; Μάλλον όχι. Είναι ζήτημα άλλης αντίληψης


  • Το άρθρο του Αλέξη Τσίπρα δημοσιεύθηκε στο Εθνος της Κυριακής