Το πάνελ για την Δικαιοσύνη ως πυλώνα βιώσιμης ανάπτυξης έδωσε το πρώτο στίγμα της δεύτερης ημέρας του 33rd Greek Economic Summit που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας και ο γενικός γραμματέας Συντονισμού της Κυβέρνησης Θανάσης Κοντογεώργης συζήτησαν για τις προσφορότερες οδούς, ώστε να επιτευχθούν αποτελεσματικές δικαστικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα με τους μάχιμους δικηγόρους Γιάννη Κυριακίδη και Ιωάννη Σταυρόπουλο οι οποίοι εξειδικεύονται σε διαφορετικά πεδία της πολιτικής, ποινικής και διοικητικής δικαιοσύνης, χάριν του εύρους της θεματολογίας. Κοινό μοτίβο μεταξύ των ερωτήσεων των δύο δικηγόρων η αγωνία για τον χρόνο και την ποιότητα της εξέτασης των υποθέσεων.
Απαντώντας στις ερωτήσεις των δύο δικηγόρων, ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας σημείωσε εξ αρχής ότι «δεν χρειάζεται να κρυφτεί κανείς πίσω από το δάχτυλο του και να μη συμφωνήσει ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα που υπάρχει στην ελληνική Δικαιοσύνη είναι ο χρόνος απονομής της», ωστόσο επεσήμανε ότι «στα περισσότερα ευρωπαϊκά δικανικά συστήματα» η διαπίστωση είναι ανάλογη. Αναφερόμενος στις κυβερνητικές πρωτοβουλίες για την δικαστική μεταρρύθμιση, ο κ. Τσιάρας είπε ότι πρέπει κανείς να εξετάσει τη συνολική εικόνα για να μπορέσει να παρέμβει. «Η Δικαιοσύνη γενικότερα ως έννοια, ως χώρος, ως λειτουργία συνταγματικά κατοχυρωμένη της ελληνικής Πολιτείας, ως θεσμός έχει συγκεκριμένους άξονες πάνω στους οποίους στηρίζεται», σχολίασε ο υπουργός, προσθέτοντας ότι «ο ένας άξονας είναι οι άνθρωποι», εννοώντας όλους όσοι εργάζονται εντός του συστήματος απονομής της από την πλευρά του κράτους, «ο άλλος άξονας είναι η νομοθεσία» και «ο τρίτος άξονας είναι οι υποδομές».
Σχετικά με τις δράσεις της κυβέρνησης, ο κ. Τσιάρας υπογράμμισε ότι προχώρησε η αλλαγή όλων των κωδίκων γιατί «είναι τα ιερά Ευαγγέλια της λειτουργίας της Δικαιοσύνης», σημειώνοντας ότι καθιερώθηκε «για πρώτη φορά η πιλοτική δίκη στα πολιτικά δικαστήρια, δηλαδή στον Άρειο Πάγο», «προκειμένου όλες οι ομοειδείς υποθέσεις να μπορούν να εκδικάζονται σε μια δίκη ακριβώς για να πετύχουμε την οικονομία στον χρόνο ή στον κόπο που χρειάζεται από το σύστημα της Δικαιοσύνης και τους δικαστικούς λειτουργούς». Κατόπιν, ο ίδιος δήλωσε ότι «αλλάξαμε τη δικονομία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ενσωματώνοντας σε ένα ενιαίο νομικό κείμενο τις διατάξεις που ήταν διάσπαρτες σε περισσότερα από 100 νομοσχέδια», το οποίο «από ό,τι φαίνεται αποδίδει» καθώς «το Ελεγκτικό Συνέδριο δουλεύει με πολύ μεγαλύτερες ταχύτητες σε σχέση με το παρελθόν αν εξαιρέσουμε τις εκκρεμότητες που έχει ήδη για υποθέσεις σχετικά με το συνταξιοδοτικό».
Επιπλέον, όπως είπε ο κ. Τσιάρας «αλλάξαμε τον κώδικα των δικαστικών υπαλλήλων και δώσαμε την ευκαιρία ο δικαστικός υπάλληλος να λειτουργεί μέσα από τον συνταγματικά κατοχυρωμένο ρόλο του και βεβαίως ανασυγκροτήσαμε την Εθνική Σχολή Δικαστών και στο πρόγραμμά της, αλλά και στην εκπαίδευση των σπουδαστών και για πρώτη φορά δώσαμε την ευκαιρία της υποχρεωτικής επιμόρφωσης των δικαστικών λειτουργών» στην κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού. «Με τον κώδικα οργανικών δικαστηρίών και κατάστασης δικαστικών λειτουργών κλείσαμε το μεγάλο μεταρρυθμιστικό κύκλο της νομολογίας, εισάγοντας ταυτόχρονα και τους εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης διαφορών. Φέραμε για πρώτη φορά ένα λειτουργικό νόμο για τη διαμεσολάβηση που παρά τη δύσκολη περίοδο που περάσαμε φαίνεται ότι αποδίδει, φαίνεται ότι έχει επιτυχία» ανέφερε ο υπουργός, τονίζοντας ότι «το ζήτημα θα είναι βεβαίως να μπορεί να τρέξει ακόμα περισσότερο σε συνδυασμό με τη διεθνή εμπορική διαιτησία που θα είναι ένα από τα επόμενα νομοσχέδια» πιθανά και μέσα στον Ιανουάριο. Με το σύνολο αυτών των ενεργειών, ο υπουργός σχολίασε ότι πέραν των άλλων ωφελειών, «προφανώς αποφορτίζεται από ύλη και το δικαστικό σύστημα» με στόχο την επιτάχυνση της Δικαιοσύνης.
«Στο κομμάτι των υποδομών και των κτιρίων», είπε ο κ. Τσιάρας «έχουμε τρέξει το μεγαλύτερο ψηφιακό πρόγραμμα στη Δικαιοσύνη που έχει γίνει ποτέ με αποτέλεσμα σήμερα να βρισκόμαστε ακριβώς πριν την ολοκλήρωση μεγάλων πολύ μεγάλων έργων στη Δικαιοσύνη, την επέκταση του ΟΣΠΔ», «έχουμε εισαγάγει πολλές ψηφιακές καινοτομίες, ηλεκτρονική ροή μήνυσης, ηλεκτρονικό πινάκιο», «ψηφιακά πιστοποιητικά» και «σύντομα θα παρουσιάσουμε τις δίκες από απόσταση, τις λεγόμενες τηλεδίκες, κυρίως για τις απομακρυσμένες περιοχές, αφορά κατά βάση αυτούς που πρέπει να κληθούν ως μάρτυρες σε διάφορες διαδικασίες». «Τα βήματα που έχουν γίνει το τελευταίο χρονικό διάστημα, σε συνδυασμό με την αναβάθμιση του ΟΣΔΔ στα διοικητικά δικαστήρια και του ψηφιακού προγράμματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κλείνουμε ένα μεγάλο κύκλο μεταρρυθμίσεων», υπογράμμισε ο κ. Τσιάρας. Ακόμα, ο υπουργός τόνισε ότι «για πρώτη φορά συντελούμε το μεγαλύτερο κτιριακό πρόγραμμα που έγινε ποτέ στην Ελλάδα στο χώρο της Δικαιοσύνης με την κατασκευή επτά νέων δικαστικών μεγάρων στο Κιλκίς, στις Σέρρες, στην Έδεσσα, στο Βόλο, στη Λαμία, στο Ηράκλειο Κρήτης και στα Χανιά, με την κατασκευή νέου Πρωτοδικείου και Εισαγγελίας Πρωτοδικών στην Αθήνα -έχουμε εντάξει το συγκεκριμένο έργο στο Ταμείο Ανάκαμψης- και πρόκειται να κατασκευαστεί ένα κτίριο 50 χιλιάδων τμ ακριβώς πάνω από το Εφετείο» και «βρίσκεται στην τελική φάση ο διεθνής διαγωνισμός για την αγορά δικαστικού μεγάρου του Πειραιά». «Όλα αυτά δείχνουν πως ήδη έχουν δρομολογηθεί σημαντικές εξελίξεις στο χώρο της Δικαιοσύνης» ανέφερε ο κ. Τσιάρας, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι «ο πιο κρίσιμος παράγοντας» είναι «οι άνθρωποι, δηλαδή οι δικαστικοί λειτουργοί». Γι αυτό «για πρώτη φορά» η κυβέρνηση θεσμοθέτησε «συγκεκριμένα αντικειμενικά κριτήρια κατά την επιθεώρηση στην αξιολόγηση των δικαστών» όπου «πλέον οι αναβολές, οι καθυστερήσεις ή ακόμα και η ποιότητα όλων των αποφάσεων που εκδίδει ο κάθε δικαστής είναι αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησης» και άρα «μπαίνουμε σε μια άλλη εποχή για την ελληνική Δικαιοσύνη και πολλά πράγματα πρόκειται να αλλάξουν» κατέληξε ο κ. Τσιάρας, εκτιμώντας ότι τα αποτελέσματα θα φανούν με σαφήνεια γύρω στο 2025.
Σχετικά με το πώς συνδέονται αυτές οι παρεμβάσεις με τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης, ο γενικός γραμματέας Συντονισμού της Κυβέρνησης Θανάσης Κοντογεώργης σημείωσε ότι «όλες ανεξαιρέτως οι συστάσεις διεθνών οργανισμών σε σχέση με τους ανασχετικούς για την ανάπτυξη της χώρας παράγοντες υποδεικνύουν την Δικαιοσύνη ως έναν από αυτούς» οδήγησαν στον σχεδιασμό ενός διακριτού τμήματος για την Δικαιοσύνη. Επιπλέον, ο γενικός γραμματέας αποσαφήνισε ότι το Ταμείο Ανάκαμψης δεν είναι μόνο ένα χρηματοδοτικό εργαλείο, αλλά ότι η κυβέρνηση επέλεξε «να συμπεριλάβει και μεταρρυθμίσεις που συνδέονται με την εκταμίευση αυτών των ποσώ,ν προκειμένου να υπάρχει η αυτοδέσμευση της ελληνικής Δημοκρατίας στο σύνολό της, όχι μιας κυβέρνησης, γιατί το Ταμείο Ανάκαμψης εκτείνεται έως το 2026, πέραν του ενός εκλογικού κύκλου, ότι κάποια πράγματα θα γίνουν». Κατά τον κ. Κοντογεώργη, «η βασική μεταρρύθμιση για το επόμενο διάστημα είναι η αναδιοργάνωση του δικαστικού χάρτη». Πρόκειται για την «πιο σημαντική και την πιο δύσκολη» μεταρρύθμιση είπε ο γενικός γραμματέας «γιατί συμπυκνώνει ουσιαστικά τους βασικούς» στόχους της Δικαιοσύνης για το επόμενο διάστημα, όπως «ψηφιοποίηση, ανθρώπινο δυναμικό, ορθολογική κατανομή, πόσους δικαστές, πόσα δικαστήρια, πόσους υπαλλήλους με έναν τρόπο συγκροτημένο» αλλά και γιατί «οι φορείς που έχουν οδηγήσει στον ανορθολογισμό» έχουν «πολύ βαθιές ρίζες», καθώς «οι πολιτικές δυνάμεις και τα τοπικά συμφέροντα έχουν παίξει πολύ μεγάλο ρόλο». «Εισάγουμε συγκεκριμένους δείκτες προκειμένου να ελέγχεται η ροή των υποθέσεων, να ξέρουμε πού χρειαζόμαστε δικαστές, πού χρειαζόμαστε δικαστικούς υπαλλήλους και να ξέρουμε εάν χρειάζονται, που σίγουρα θα χρειαστεί, κάποιες συγχωνεύσεις ή κάποιες αλλαγές στο δικαστικό χάρτη της χώρας», υπογράμμισε ο κ. Κοντογεώργης.