Η Αναστασία και η Σοφία είναι δύο νεαρές γυναίκες από την Ουκρανία, οι οποίες έφυγαν από την πατρίδα τους για να γλυτώσουν από τον εφιάλτη των βομβαρδισμών. Ένα χρόνο μετά την έναρξη του πολέμου, οι δύο γυναίκες οικοδομούν ένα πιο αισιόδοξο μέλλον σπουδάζοντας με υποτροφία σε ιδιωτικό κολλέγιο της Αθήνας, την οποία χρηματοδοτεί η πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα.

Τα ξημερώματα της 24ης Φεβρουαρίου 2022, η 17χρονη Αναστασία Ντουχόβνα ξύπνησε στο πατρικό της, στο Ζιτόμιρ της βορειοδυτικής Ουκρανίας, από δύο εκρήξεις που έγιναν σε κοντινή απόσταση. «Έτρεμε όλο το σπίτι, και εγώ μαζί. Ήταν πολύ αγχωτικό να μην αισθάνεσαι ασφαλής ούτε στο σπίτι σου», θυμάται μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Η μητέρα της μπήκε στο δωμάτιο και είπε στην Αναστασία και τον μεγαλύτερο αδελφό της ότι ο πόλεμος άρχισε και έπρεπε να φύγουν αμέσως από τη χώρα.

Η οικογένεια της Αναστασίας είχε επισκεφθεί την Ελλάδα πολλές φορές στο παρελθόν για διακοπές. Λάτρευαν τον ήλιο και τη θάλασσα. Ωστόσο, όταν έφτασαν στην Αθήνα στο τέλος Φεβρουαρίου 2022, όλα ήταν διαφορετικά. Ταξίδευαν ταραγμένοι από το βίωμα του πολέμου, είχαν αναγκαστεί να αφήσουν τον αδελφό της Αναστασίας πίσω καθώς δεν του επιτρεπόταν να φύγει από τη χώρα, ενώ η Αθήνα ήταν χειμωνιάτικη και παγωμένη. Από την άφιξή τους πέρασε πλέον ένας χρόνος και η Αναστασία δεν μπορεί να πιστέψει ότι ο πόλεμος ακόμα συνεχίζεται. Την ίδια στιγμή, όμως, εκτός από τον ξεριζωμό, η νεαρή κοπέλα περιγράφει ότι της συνέβη «το καλύτερο που θα μπορούσε παρά τον πόλεμο. Έγινε το όνειρό μου πραγματικότητα με τον πιο απρόσμενο τρόπο». Έλαβε υποτροφία από την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα, μαζί με άλλους 19 Ουκρανούς πρόσφυγες, για να σπουδάσει Διοίκηση Ναυτιλιακών Επιχειρήσεων στο Deree- Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδας.

Όπως υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η μορφωτική ακόλουθος της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα, Σάνα Σουρέντρα, «οι υποτροφίες αυτές είναι ένας από τους πολλούς τρόπους με τους οποίους η κυβέρνηση των ΗΠΑ δείχνει την υποστήριξή της στο λαό της Ουκρανίας».

Ανάμεσα στους 20 πρόσφυγες είναι και η 18χρονη Σοφία Κατκάλοβα, που σπουδάζει Επικοινωνία. Η Σοφία γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Μαριούπολη και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πατρίδα της μετά το ξέσπασμα του πολέμου. Θυμάται τους βομβαρδισμούς και δακρύζει. Η κατάσταση ήταν τρομακτική, περιγράφει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «ωστόσο, οι άνθρωποι είναι πλάσματα που με τον καιρό συνηθίζουν τα πάντα».

Η Σοφία κατέφυγε αρχικά με τη μητέρα και τον δίδυμο αδελφό της στην Τσεχία, όπου όμως η μητέρα της δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί και αποφάσισε να επιστρέψει πίσω στην Ουκρανία, όπου είχε παραμείνει και ο πατέρας της οικογένειας. Επέμενε όμως ότι τα παιδιά έπρεπε να συνεχίσουν τη μόρφωσή τους και τα δύο αδέλφια έψαχναν τρόπους για να σχεδιάσουν το μέλλον τους με βάση τα νέα δεδομένα.

«Όταν άρχισε ο πόλεμος δεν σκέφτηκα τίποτα άλλο εκτός από τη ζωή μου και το πώς να βοηθήσουμε τους εαυτούς μας. Όμως, τον Μάιο άρχισα να σκέφτομαι τις σπουδές μου. Δεν ήταν εύκολο να προσαρμοστώ στις νέες καταστάσεις, σε μια νέα χώρα, σε μια νέα ζωή και δεν ξέραμε πού να πάμε, πού θα ζήσουμε, οι γονείς μας έχασαν τις δουλειές τους. Έπρεπε όμως να σκεφτούμε τι θα κάνουμε μετά», εξηγεί η Σοφία. Μόλις ολοκλήρωσαν τα μαθήματα της τελευταίας τάξης του Λυκείου, τα δύο αδέλφια άρχισαν να κάνουν αιτήσεις σε πανεπιστήμια σε όλη την Ευρώπη. Μία από τις αιτήσεις τους ήταν προς το Deree, στο οποίο η Σοφία εξομολογείται ότι ήθελε από παλιά να σπουδάσει. Αμέσως μόλις έγιναν και οι δύο δεκτοί, η Σοφία για σπουδές Επικοινωνίας και ο αδελφός της στην Πληροφορική, ήρθαν να εγκατασταθούν στην Ελλάδα.

Έξι χρόνια υποτροφιών

Το καλοκαίρι του 2017 η πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα ανακοίνωσε την έναρξη ενός μονοετούς προγράμματος με τίτλο «Education Unites» σε συνεργασία με το Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδας (Deree), το Αμερικανικό Κολλέγιο Θεσσαλονίκης (Anatolia College) και την Αμερικανική Γεωργική Σχολή (Perrotis College), μέσω του οποίου δόθηκαν υποτροφίες σε 200 πρόσφυγες για να βελτιώσουν τα αγγλικά τους και να κάνουν κάποια προπαρασκευαστικά μαθήματα σε περίπτωση που ήθελαν να σπουδάσουν.

Μετά την ολοκλήρωση του μονοετούς προγράμματος, τα τρία ιδρύματα αποφάσισαν να χρηματοδοτήσουν θέσεις πλήρους φοίτησης για κάποιους από τους πρόσφυγες. Το Deree ανέλαβε να χρηματοδοτήσει είκοσι θέσεις προσφύγων σπουδαστών πλήρους φοίτησης κατ’ έτος. Πλέον στις θέσεις αυτές έχουν προστεθεί και άλλες 20 θέσεις για Ουκρανούς.

«Βασιζόμενη στην επιτυχία του προγράμματος “Education Unites”, η πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα ενήργησε άμεσα για να αντιμετωπίσει την τρέχουσα κρίση παρέχοντας πρόσθετες υποτροφίες σε πρόσφυγες σπουδαστές από την Ουκρανία, ενώ συνεχίζει να υποστηρίζει άλλους πρόσφυγες και μετανάστες σπουδαστές από άλλες χώρες», τονίζει η μορφωτική ακόλουθος της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα, Σάνα Σουρέντρα.

Η ίδια εξηγεί ότι το πρόγραμμα αυτό «αποτελεί μια πολύ σημαντική πρωτοβουλία, καθώς βοηθά τους νέους να ξεπεράσουν την αναστάτωση που έφερε ο πόλεμος στις ζωές τους. Τους βοηθά να αποκτήσουν δεξιότητες και μια εκπαίδευση που θα τους εξοπλίσει να χτίσουν ένα στέρεο μέλλον. Και ελπίζουμε ότι θα μπορούσε με κάποιο τρόπο να βοηθήσει τις χώρες τους να ανακάμψουν μετά τον πόλεμο. Επίσης, αυτό το πρόγραμμα στέλνει ένα ισχυρό μήνυμα υποστήριξης στον ουκρανικό λαό».

Από τη Μόρια στο Deree

Ένας από τους πέντε πρόσφυγες που πήραν υποτροφία τον πρώτο χρόνο του προγράμματος στο Deree και συνεχίζουν τις σπουδές τους μέχρι σήμερα, είναι ο Φραϊντούν Τζόιντε από το Αφγανιστάν. Σημειώνεται ότι συνολικά στα έξι χρόνια λειτουργίας του προγράμματος έχουν εγγραφεί στο Deree 165 πρόσφυγες προερχόμενοι από τη Μέση Ανατολή, την Αφρική και τώρα και την Ουκρανία.

Ο 26χρονος Φραϊντούν γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καμπούλ και η οικογένειά του δούλευε στο χώρο των ΜΜΕ. Ο ίδιος έδειξε από πολύ νωρίς ενδιαφέρον για το χώρο του κινηματογράφου, ενώ ταυτόχρονα σπούδαζε Πληροφορική. Ωστόσο, εξαιτίας του φόβου διώξεων που αντιμετώπιζε η οικογένειά του, αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τη χώρα. Τον Αύγουστο του 2016 ο Φραϊντούν βρέθηκε με δύο από τα αδέλφια του στη Μόρια. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του και μετά την εγκατάστασή του στην Ελλάδα ο νεαρός πρόσφυγας δεν ξέχασε τα όνειρά του. Αποφάσισε να μετατρέψει τα βιώματά του σε κινηματογραφικές ιστορίες για τους πρόσφυγες και τα δικαιώματά τους. «Θέλω να δώσω φωνή στους άλλους πρόσφυγες και αυτός είναι ο λόγος που κάνω ταινίες γι’ αυτούς. Εξάλλου, είμαι και εγώ πρόσφυγας, οπότε ό,τι κάνω, το κάνω πρώτα για τον εαυτό μου, γιατί με έχει βοηθήσει το να εκφράζομαι», επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Το βιογραφικό του αριθμεί πολλές επιτυχίες μέχρι σήμερα. Δημιούργησε δύο μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ, το ένα από τα οποία με τίτλο «Μόρια 35» τιμήθηκε από το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ και την οργάνωση «Borderline Europe» και για την προβολή του ο Φραϊντούν ταξίδεψε σε πέντε γερμανικές πόλεις. Επίσης, για το βίντεό του με τίτλο «I am not dangerous» τιμήθηκε από το φεστιβάλ «Plural+ Youth Video Festival on Migration», που αποτελεί κοινή πρωτοβουλία της Συμμαχίας των Πολιτισμών των Ηνωμένων Εθνών (UNAOC) και του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (ΔΟΜ). Την ίδια ώρα ο Φραϊντούν αρθρογραφεί στην εφημερίδα του Δικτύου για τα Δικαιώματα του Παιδιού «Αποδημητικά πουλιά», την οποία εκπροσώπησε το 2022 στο 7ο Ευρωπαϊκό Φόρουμ Μετανάστευσης στις Βρυξέλλες.

Διακρίνοντας τα ταλέντα του, οι φίλοι του τον προέτρεψαν να κάνει αίτηση για την υποτροφία στο Deree και όταν την έλαβε, ο Φραϊντούν μετακόμισε από τη Λέσβο στην Αθήνα. Όπως θυμάται, την πρώτη φορά που επισκέφθηκε το κολλέγιο «μου πήρε το μυαλό η ομορφιά των εγκαταστάσεων και ο μεγάλος αριθμός των ανθρώπων που φοιτούν σε αυτό». Ωστόσο, παραδέχεται ότι «το να έρχεσαι από τη Μόρια είναι ένα σοκ, το οποίο ακόμα διαχειρίζομαι. Την ίδια ώρα, βέβαια, νιώθω πολύ χαρούμενος και τυχερός που έχω την ευκαιρία να σπουδάσω εδώ».

Καθώς ταυτόχρονα πρέπει να συντηρήσει και τον εαυτό του στην Αθήνα, αλλά και να υποστηρίξει οικονομικά τους γονείς του που ζουν άνεργοι στην Ινδία, ο Φραϊντούν εξομολογείται ότι συχνά αντιμετωπίζει δυσκολίες να συνδυάσει τις σπουδές του με δουλειά. Επίσης, χαρακτηρίζει εμπόδιο για το μέλλον του το γεγονός ότι δεν μπορεί να πάρει εύκολα την ελληνική ιθαγένεια.

Ο αντιπρόεδρος Ακαδημαϊκών Υποθέσεων του Deree- Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδας, Πάνος Βλαχόπουλος, και η διευθύντρια του Τμήματος Εγγραφών και Φοιτητών του ίδιου κολλεγίου, Λουκία Κανατσούλη, εξηγούν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι για τους πρόσφυγες σπουδαστές το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι «ότι πολλοί από αυτούς πρέπει να συνδυάζουν τα μαθήματά τους με δουλειές μερικής απασχόλησης. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούν να παρακολουθήσουν ένα πλήρες πρόγραμμα μαθημάτων κάθε εξάμηνο και χρειάζονται αρκετά χρόνια για να ολοκληρώσουν το πτυχίο τους». Πάντως, συμπληρώνουν ότι αναζητούν πρόσθετη χρηματοδότηση «για να καλύψουμε τις ανάγκες αυτών των σπουδαστών και να παρέχουμε ακόμη πιο ολοκληρωμένη υποστήριξη, ώστε να μπορούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους και να προετοιμαστούν για την επαγγελματική τους σταδιοδρομία».

Οι σπουδαστές από την Ουκρανία, από την άλλη πλευρά, αντιμετωπίζουν διαφορετικές προκλήσεις, τονίζουν οι κ. Βλαχόπουλος και Κανατσούλη. «Το τραύμα που έχουν υποστεί είναι πιο πρόσφατο και φαίνεται εύκολα στα κοινωνικά δίκτυα και τις ειδήσεις καθημερινά. Από την άλλη, δεδομένου ότι η Ουκρανία είναι μια ευρωπαϊκή χώρα και πολλοί από αυτούς προέρχονται από τη Μαριούπολη και άλλες παραθαλάσσιες πόλεις με ελληνικούς πληθυσμούς, η προσαρμογή σε μια νέα κουλτούρα ήταν αρκετά εύκολη γι’ αυτούς».

Παρά τις δυσκολίες, οι δύο εκπρόσωποι του Deree υπογραμμίζουν τα σημαντικά οφέλη του προγράμματος για τους σπουδαστές. Το πρόγραμμα, αναφέρουν, «έδωσε στους σπουδαστές μια αίσθηση κανονικότητας, μια επιστροφή στα σχέδιά τους για το μέλλον, μια ευκαιρία να χτίσουν μια νέα ζωή που έχει νόημα». Επίσης, τονίζουν ότι σχεδόν όλοι οι σπουδαστές, ανεξάρτητα από το τι σπουδάζουν, «έχουν αφοσιωθεί στην υποστήριξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας όλων των ανθρώπων».

«Η εκπαίδευση αυτών των νέων ανθρώπων θα βοηθήσει στη δημιουργία των ηγετών του μέλλοντος για όλους μας. Έχουν εμπειρίες που όσοι από εμάς δεν έχουμε ζήσει, μπορούμε μόνο να τις φανταστούμε. Αυτή η προοπτική θα είναι απαραίτητη σε ένα κόσμο που αντιμετωπίζει τόσο πολλές προκλήσεις και θα χρειαστεί ηγέτες με ευρύ φάσμα προοπτικών και εμπειριών για να λάβουν αποφάσεις που θα βοηθήσουν στην επίλυση των σχεδόν υπαρξιακών προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε», καταλήγουν.