Η νέα θητεία του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο ανατρέπει τις σταθερές της μεταπολεμικής Ευρώπης. Με δασμούς, απειλές, και αμφιλεγόμενες διεκδικήσεις, ο Αμερικανός πρόεδρος αναδεικνύεται ως παράγοντας αστάθειας για το ΝΑΤΟ και τη διατλαντική συνεργασία.
Λίγα μόλις χρόνια μετά τη θητεία του Τζο Μπάιντεν, που είχε εστιάσει στην ενίσχυση της συνεργασίας με τους Ευρωπαίους συμμάχους για την αντιμετώπιση της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, ο διάδοχός του Ντόναλντ Τραμπ ακολουθεί μια εντελώς διαφορετική πορεία – μία που αμφισβητεί ευθέως τις βάσεις της διατλαντικής συμμαχίας.
Ο Τραμπ εδώ και δεκαετίες αντιμετωπίζει τους Ευρωπαίους όχι ως εταίρους, αλλά ως ανταγωνιστές. Όπως αναφέρουν οι New York Times, θεωρεί ότι οι ΗΠΑ επιβαρύνονται υπερβολικά σε σύγκριση με την Ευρώπη και χαρακτηρίζει τους συμμάχους της Αμερικής «παράσιτα» στον γεωπολιτικό στίβο.
Η πρόσφατη επιβολή δασμών –οι οποίοι εφαρμόζονται σε Ευρωπαίους εταίρους, περιλαμβανομένης της Ουκρανίας, αλλά όχι στη Ρωσία ή τη Βόρεια Κορέα– έχει πυροδοτήσει έντονες ανησυχίες για την πορεία της διατλαντικής σχέσης. Οι δασμοί υπολογίζονται με αμφίβολη μεθοδολογία και θεωρούνται από πολλούς ως κίνηση αποδόμησης της διεθνούς τάξης που διαμορφώθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η απαίτηση του Τραμπ για αύξηση των αμυντικών δαπανών των χωρών του ΝΑΤΟ έως και στο 5% του ΑΕΠ τους –και όχι στο 2% που προβλέπει η συνθήκη– αλλά και η πρόθεσή του να αποκτήσει εδάφη όπως η Γροιλανδία, δείχνουν ξεκάθαρα ότι δεν τον απασχολεί η ζημιά στις σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ. Όπως σχολιάζει ο οικονομολόγος και πρώην διευθυντής του Γερμανικού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων, Γκάντραμ Βολφ, «οι ΗΠΑ υπό τον Τραμπ είναι όχι μόνο αναξιόπιστος, αλλά και επικίνδυνος εταίρος».
Η στάση του Τραμπ προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα στο Κρεμλίνο, αποδυναμώνοντας την ευρωπαϊκή ενότητα και ενισχύοντας, εμμέσως, τις ρωσικές θέσεις. Αν και η πρόσφατη πτώση στις τιμές του πετρελαίου έπληξε τη Ρωσία, το στρατηγικό κενό που αφήνει πίσω της η απομάκρυνση των ΗΠΑ από την Ευρώπη είναι αξιοσημείωτο.
Ο Μαρκ Λέοναρντ, επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων, αναγνωρίζει πως «η ένταση, η επιθετικότητα και ο ιμπεριαλιστικός χαρακτήρας αυτής της κυβέρνησης εξέπληξαν πολλούς στην Ευρώπη». Οι προσπάθειες εξευμενισμού του Τραμπ –μέσω αγοράς όπλων και φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ– αποδείχθηκαν αναποτελεσματικές, ειδικά μετά την επιλεκτική εφαρμογή δασμών από την Ουάσιγκτον.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απαίτηση των ΗΠΑ να αποκτήσουν πρόσβαση στα ουκρανικά ορυκτά ως αντάλλαγμα για τη συνεχιζόμενη στρατιωτική στήριξη. «Η Ευρώπη πρέπει να αποφασίσει πώς θα διαχειριστεί μια Αμερική που δεν διστάζει να εκβιάσει τους συμμάχους της», επισημαίνει ο Λέοναρντ.
Μέχρι στιγμής, η ΕΕ διατηρεί ενιαία στάση, με δασμούς 20% να επιβάλλονται σε όλα τα κράτη μέλη – ακόμη και σε φιλοτραμπικές κυβερνήσεις, όπως της Ουγγαρίας ή της Σλοβακίας. Όμως, δεν αποκλείεται στο μέλλον να υιοθετηθεί στρατηγική «διαίρει και βασίλευε», με στοχευμένες πιέσεις προς χώρες όπως η Δανία.
Ο Έρικ Τραμπ, γιος του προέδρου, δήλωσε χαρακτηριστικά στην πλατφόρμα X: «Δεν θα ήθελα να είμαι η τελευταία χώρα που διαπραγματεύεται με τον @realDonaldTrump. Ο πρώτος βγαίνει κερδισμένος, ο τελευταίος ολοκληρωτικά χαμένος».
Αναλυτές, όπως η Γερμανίδα Sophia Besch, παρατηρούν διπλά μηνύματα από τον Λευκό Οίκο. «Δεν είναι σαφές αν πρόκειται για αρχικό πλαίσιο διαπραγμάτευσης ή για πραγματική αναδιαμόρφωση της παγκόσμιας τάξης», σημειώνει. Ο Τραμπ εμφανίζεται έτοιμος να χρησιμοποιήσει την οικονομική και στρατιωτική ισχύ των ΗΠΑ με τρόπο κυνικό και μονομερές – ακόμη και εις βάρος φτωχότερων συμμάχων, με επιπτώσεις στον πληθωρισμό και την αγοραστική δύναμη των πολιτών τους.
Ο ΥΠΕΞ των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο, μιλώντας στη συνάντηση του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες, προσπάθησε να αμβλύνει τις εντυπώσεις, κάνοντας λόγο για «υστερία» των μέσων και διαβεβαιώνοντας πως οι ΗΠΑ παραμένουν στη Συμμαχία. Αλλά όχι σε οποιοδήποτε ΝΑΤΟ. Ο Ρούμπιο τόνισε πως ο Τραμπ περιμένει από την Ευρώπη να αναλάβει πλήρως την ευθύνη για την ασφάλειά της, καθώς η Ουάσιγκτον στρέφει το βλέμμα προς την Ασία.
Η επιμονή του Τραμπ για αύξηση στρατιωτικών δαπανών έρχεται σε αντίθεση με τη δυσχερή οικονομική κατάσταση που προκαλούν οι ίδιοι του οι δασμοί. Για τη Γερμανία, η ζημιά αναμένεται να είναι τεράστια: ο υπουργός Οικονομικών Γιόρκ Κούκις προβλέπει πτώση 15% στις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, ενώ το Οικονομικό Ινστιτούτο υπολογίζει απώλειες 200 δισ. ευρώ την επόμενη τετραετία.
Η Μάγκι Σουίτεκ, του Ινστιτούτου Milken, σημειώνει ότι η Ευρώπη θα στραφεί σε άλλες αγορές και εμπορικές συμφωνίες, όπως με τον Καναδά ή το Μεξικό, ενώ παράλληλα θα προσπαθήσει να διατηρήσει δίαυλο επικοινωνίας με τις αμερικανικές επιχειρήσεις. Ωστόσο, αυτή η νέα κατάσταση απαιτεί έναν διαφορετικό σχεδιασμό, προσαρμοσμένο στη νέα αμερικανική θεωρία ισχύος.
Την ίδια στιγμή, η Μόσχα παρακολουθεί με ικανοποίηση. Ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ πανηγύρισε στα social media την αναστάτωση στην Ευρώπη και επικαλέστηκε μια παλιά κινεζική παροιμία: «Η Ρωσία θα καθίσει δίπλα στο ποτάμι, περιμένοντας να περάσει πλέοντας το σώμα του εχθρού. Το υπό αποσύνθεση πτώμα της ευρωπαϊκής οικονομίας».