Η οριστικοποίηση των στοιχείων από την Τράπεζα της Ελλάδος για το 2024 ανέδειξε μια ιστορική χρονιά για τον ελληνικό τουρισμό, που άγγιξε επίπεδα πρωτόγνωρα τόσο σε όρους αφίξεων όσο και σε έσοδα. Για πρώτη φορά στην ιστορία, οι διεθνείς αφίξεις επισκεπτών ξεπέρασαν τα 40 εκατομμύρια, φτάνοντας τα 40,7 εκατ. ταξιδιώτες, έναντι 36,1 εκατ. το 2023.

Σημαντική ώθηση στην άνοδο αυτή έδωσε και η κρουαζιέρα, με τις αφίξεις επιβατών να αυξάνονται εντυπωσιακά από 3,35 εκατ. το 2023 σε 4,74 εκατ. το 2024. Από το σύνολο των επισκεπτών, 26 εκατ. ήταν μεμονωμένοι ταξιδιώτες, ενώ 14,7 εκατ. ταξίδεψαν μέσω οργανωμένων πακέτων, καταδεικνύοντας μια ισορροπημένη κατανομή μεταξύ διαφορετικών τουριστικών μοντέλων.

Το οικονομικό αποτύπωμα του τουρισμού ακολούθησε επίσης ανοδική πορεία. Οι ταξιδιωτικές εισπράξεις το 2024 ανήλθαν στα 21,6 δισ. ευρώ, έναντι 20,6 δισ. ευρώ το 2023, ενώ έχουν υπερδιπλασιαστεί σε σχέση με το 2012, όταν διαμορφώνονταν στα 10,4 δισ. ευρώ. Στη διάρκεια της 15ετίας 2010-2024, οι συνολικές άμεσες ταξιδιωτικές εισπράξεις ανήλθαν σε 207 δισ. ευρώ, επιβεβαιώνοντας τη στρατηγική σημασία του τουρισμού για την εθνική οικονομία.

Ενδεικτικά, το 2013 οι αφίξεις ξένων τουριστών ήταν 20,1 εκατομμύρια — αριθμός που διπλασιάστηκε μέσα σε μόλις 12 χρόνια, παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις που αντιμετώπισε η χώρα, όπως η δημοσιονομική επιτήρηση των Μνημονίων και η παγκόσμια πανδημία.

Η Ελλάδα, παρά τις δυσκολίες, κατάφερε να αναπτύξει ένα ισχυρό και ανθεκτικό τουριστικό προϊόν, το οποίο αποτελεί πλέον κορμό της εθνικής οικονομίας και εργαλείο εξωστρέφειας. Ο τουρισμός εξελίσσεται σταθερά σε έναν τομέα με υψηλή προστιθέμενη αξία, που προσφέρει απασχόληση, ενισχύει τις τοπικές κοινωνίες και προβάλλει διεθνώς τη χώρα.