Έσβησε το τσιγάρο της με το πόδι. Έτσι είπε. Μια Γεωργιανή οικιακή βοηθός που «δεν κατάλαβε» ότι βρισκόταν μέσα στο κατακαλόκαιρο, σε ένα από τα πιο πυρόπληκτα νησιά της χώρας.
Καιγόταν η Χίος, και εκείνη ζητούσε συγγνώμη. Γιατί δεν ήθελε λέει το κακό. Απλώς συνέβη. Έτσι, κατά λάθος. Λίγες ώρες αργότερα, η φίλη της, επίσης από τη Γεωργία, εντοπίστηκε στον Πειραιά. Προσπαθούσε να φύγει από τη χώρα. Γιατί άραγε; Ενοχή; Συνείδηση; Ή απλά επειδή κάτι ήξερε και δεν ήθελε να το εξηγήσει στους ανακριτές;
Την ίδια ώρα, το νησί καιγόταν σε πέντε μέτωπα. Πέντε φωτιές σε διαφορετικά σημεία, σχεδόν ταυτόχρονα. Κι ένα μπιτόνι με πετρέλαιο βρέθηκε σε δασική περιοχή. Όλα τυχαία. Όπως κάθε χρόνο. Φωτιές που «ξεφεύγουν». Ύποπτοι που «δεν ήθελαν». Συμπτώσεις που μυρίζουν καπνό πριν καν ανάψεις σπίρτο.
Αν δεν υπήρχε η άμεση επέμβαση του κρατικού μηχανισμού, τα πράγματα θα είχαν εξελιχθεί τραγικά. 444 πυροσβέστες και δεκάδες εθελοντές έδωσαν μάχη και κατάφεραν το ακατόρθωτο: να μη θρηνήσουμε ανθρώπινες ζωές και να σωθούν υποδομές. Αυτοί αξίζουν κάθε έπαινο. Εκείνοι που προκάλεσαν την πυρκαγιά, καμία κατανόηση.
Όχι, δεν ήταν μια «άτυχη στιγμή». Ήταν μια ανεύθυνη ή ύποπτη ενέργεια, από ανθρώπους που δεν σεβάστηκαν ούτε το νησί, ούτε τους κατοίκους, ούτε τη χώρα που τους φιλοξενεί. Και κάποιοι από αυτούς προφανώς είχαν και σχέδιο διαφυγής.
Η Χίος γλίτωσε τα χειρότερα. Αλλά η υπομονή εξαντλείται. Εμπρησμός δεν είναι λάθος. Είναι έγκλημα. Και όποιος παίζει με τις φλόγες, πρέπει να νιώθει στο πετσί του και τις συνέπειες.