ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ αναζητούν μανιωδώς καταδίκη της χώρας για θέματα… δημοκρατίας στο Ευρωκοινοβούλιο, ενώ βάζουν στο «παιχνίδι» και το Ταμείο Ανάκαμψης.

 

Γράφει ο Τάσος Ευαγγελίου

 

ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ έχουν επιδοθεί σε έναν αγώνα δρόμου στις αίθουσες των Βρυξελλών «ψάχνοντας» μια καταδίκη της χώρας αναφορικά με θέματα… δημοκρατίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε αυτήν τη διαδικασία αναζήτησης εδώ και καιρό φτάνοντας στο σημείο να ταυτίζεται πολλές φορές με την Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν στο μεταναστευτικό υιοθετώντας καταγγελίες που ρίχνουν νερό στον μύλο της Αγκυρας.

Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ εντάχθηκε σε αυτήν την προσπάθεια το τελευταίο διάστημα, πατώντας πάνω στην υπόθεση της επισύνδεσης του τηλεφώνου του Νίκου Ανδρουλάκη, εμπλέκοντας σε αυτήν και το παράνομο λογισμικό Predator. Ποιο είναι όμως το πολιτικό κέρδος τους; Πιστεύουν άραγε ότι πράγματι υπάρχει έλλειμμα δημοκρατίας στη χώρα; Και ποια τελικά μπορεί να είναι η ζημιά;

Καταγγελίες, δημοσιεύματα, συνεδριάσεις επιτροπών και άλλα τινά λαμβάνουν χώρα στις Βρυξέλλες με πρωτεργάτες ευρωβουλευτές των δύο κομμάτων της αντιπολίτευσης που επιχειρούν να εμφανίσουν την Ελλάδα ως μια χώρα στην οποία δεν λειτουργούν οι δημοκρατικοί θεσμοί και ότι υπάρχει μια απολυταρχική κυβέρνηση που καταδυναστεύει τους πολίτες αφαιρώντας δικαιώματα και ελευθερίες.

 

Μάλλον ζουν αλλού…

Και μπορεί στις Βρυξέλλες να υπάρχουν ευήκοα ώτα, κυρίως από στελέχη που ανήκουν σε κοινές με τα δύο κόμματα πολιτικές ομάδες, στην Ελλάδα όμως πόσοι πιστεύουν πως κάτι τέτοιο ισχύει, πέραν των κομματικών στρατών και των τρολ που θεωρούν πως με τον τρόπο αυτόν θα επανακάμψουν στις καρέκλες της εξουσίας;

Το ερώτημα είναι σαφές. Θεωρούν οι εκπρόσωποι των δύο κομμάτων ότι μια κάποια καταδίκη θα αλλάξει την πραγματικότητα; Οτι μπορεί κάποιος, για παράδειγμα, να πιστέψει, πέραν των… οπαδών, ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία έχει καταλυθεί; Η περίπτωση της παρακολούθησης του τηλεφώνου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ δεν ήταν αμελητέα. Το έχει αναγνωρίσει και ο πρωθυπουργός προβαίνοντας σε άμεσες κινήσεις προκειμένου να διερευνηθεί η υπόθεση με την οποία ασχολούνται τόσο η Δικαιοσύνη όσο και η Βουλή.

Ο ίδιος ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι αναμενόμενο να επιχειρήσει να εκμεταλλευθεί και να εργαλειοποιήσει το θέμα, πολύ δε περισσότερο τη στιγμή κατά την οποία στη Χαριλάου Τρικούπη διαπίστωναν το προηγούμενο διάστημα μια συνεχιζόμενη δημοσκοπική κατρακύλα. Αυτό όμως απέχει πολύ από το να μιλά ο ίδιος σε επιτροπή της Ευρωβουλής, που ασχολείται με τα θέματα των παρακολουθήσεων και τα παράνομα λογισμικά που απασχολούν το σύνολο σχεδόν των χωρών της Ευρώπης, για υπονόμευση της δημοκρατίας και να παρομοιάζει εμμέσως τον Ελληνα πρωθυπουργό με τους Πούτιν, Ερντογάν δηλώνοντας ότι «βρισκόμαστε σε μία πολύ δύσκολη περίοδο για την Ευρώπη. Αυταρχικοί ηγέτες –όπως ο Πούτιν και ο Ερντογάν– υπομονεύουν ευθέως το κοινό μας μέλλον και τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Και κάποιοι όμως δυστυχώς ενώ τους καταδικάζουν μιμούνται κάποιες από τις πρακτικές τους. Η παγίδευση πολιτικών αντιπάλων και η εργαλειοποίηση της Δικαιοσύνης δεν έχουν θέση στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Αυτό δεν είναι ευρωπαϊκός τρόπος ζωής, αυτό δεν είναι κράτος δικαίου».

Ως προς τη στάση του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ συνολικά οι θέσεις είναι γνωστές όπως και οι προσπάθειες να εμφανιστεί η Ελλάδα μια χώρα με απολυταρχικό καθεστώς. Το ξεκίνησε πριν από την εμφάνιση της πανδημίας. Το ταύτισε με τα μέτρα περιορισμού που ελήφθησαν σε παγκόσμιο επίπεδο, το προχώρησε με το μεταναστευτικό και το τερμάτισε με την υπόθεση των παρακολουθήσεων.

Ομως το ερώτημα παραμένει. Τι παραπάνω μπορούν να κερδίσουν σε πολιτικό επίπεδο και ποιον πολίτη μπορούν να πείσουν; Και τελικά πρόκειται για θέμα δημοκρατίας τη στιγμή που η χώρα διανύει μια ακόμη περίοδο όπου τα δικαιώματα των πολιτών κατοχυρώνονται και επεκτείνονται σε πληθυσμιακές ομάδες που μέχρι σήμερα άκουγαν όμορφα λόγια, αλλά δεν έβλεπαν έργα;

Μια πρώτη ανάγνωση δείχνει πως μια καταδίκη, σχετική με τις καταγγελίες, της χώρας θα έχει δυσμενές αποτέλεσμα στην ανάπτυξή της. Αν κάποιοι συμμετάσχουν στο παιχνίδι που επιχειρείται να στηθεί θα συμβάλλουν στην επιβολή κάποιων ποινών συνδεδεμένων με τη ροή του ευρωπαϊκού χρήματος. Ειδικά αυτών του Ταμείου Ανάκαμψης της χώρας, ενδεχομένως και πόρων που θα αποφασιστούν αναφορικά με την ενεργειακή κρίση και τη στήριξη. Και θα τιναχθούν στον αέρα προγράμματα στήριξης και αποφάσεις συνδεδεμένες με την κοινωνική συνοχή και την ανάταξη της χώρας, κυρίως με την αντιμετώπιση ενός δύσκολου χειμώνα.

Το Ταμείο Ανάκαμψης αποτελεί στόχο του ΣΥΡΙΖΑ. Από τότε που δήλωνε πως θα πάρουμε ψίχουλα και διαπίστωσε πως πρόκειται για ένα πακέτο στήριξης ισχυρό για την Ελλάδα, ζητεί «συνδιαχείριση», κάτι που τελευταία εμφανίσθηκε να ζητεί και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.

 

Θέμα συγκυβέρνησης

Το καλοκαίρι ζήτησε κοινή επιτροπή ελέγχου του Ταμείου Ανάκαμψης και των πόρων, θέτοντας ουσιαστικά θέμα συγκυβέρνησης. Η απόρριψη αυτής τον οδήγησε στο να δηλώσει ότι «στις 15/3 πρότεινα σύσταση Επιτροπής Ελέγχου της κατανομής των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Τέσσερις μήνες μετά την απέρριψαν και τυπικά. Είναι πολλά τα λεφτά για να μας δίνουν και λογαριασμό… Να γιατί ο πρωθυπουργός δεν κάνει πρόωρες εκλογές παρότι ξέρει ότι την άνοιξη κινδυνεύει με συντριβή».

Το Ταμείο Ανάκαμψης και η διαχείριση-διάθεση των πόρων του δεν αφορά μόνο κόμματα. Αφορά και διάφορα συμφέροντα. Κυρίως αυτά που έμαθαν επί σειρά ετών στην κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα και επιθυμούν να έχουν λόγο στο πώς θα κατανεμηθούν πόροι δισεκατομμυρίων, ποντάροντας σε κυβερνήσεις αδύναμες, είτε αυτές προκύπτουν από «τερατογενέσεις» είτε για «υπηρεσιακούς» σκοπούς. Τα σενάρια γνωστά, ειδικά αυτό που αναφέρεται σε παραίτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και επιλογή προσώπου κοινής αποδοχής. Μόνο που στις δημοκρατίες τα σενάρια αυτά δύσκολα φτάνουν στο σανίδι για να κόψουν εισιτήρια.

Πολύ δε περισσότερο σήμερα, που οι πολίτες ζητούν σταθερότητα και ασφάλεια και μια πολιτική ηγεσία που θα αντιμετωπίσει τις πραγματικές κρίσεις και τα προβλήματα.