Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με ξεκάθαρο τρόπο έθεσε στο Ηνωμένο Βασίλειο την πάγια εθνική θέση για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, που εδράζεται, πέρα από τη νομική επιχειρηματολογία ότι έχουν βρεθεί στο Βρετανικό Μουσείο ως προϊόντα κλοπής, και στην αυτονόητη θέση ότι ο φυσικός χώρος τους είναι ο Παρθενώνας. Δηλαδή δεν πρόκειται για ένα άγαλμα που απομακρύνθηκε ως εύρημα, αλλά για ένα συστατικό μέρος ενός μνημείου το οποίο αποκόπηκε βίαια και μεταφέρθηκε ως προϊόν κλοπής στην Αγγλία.

Ο πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, Ρίσι Σούνακ, ενοχλήθηκε από την εθνική αυτή στάση του Ελληνα πρωθυπουργού και επέλεξε να ακυρώσει μια συνάντηση που ήταν καθορισμένη προ ημερών. Ο Ελληνας πρωθυπουργός, ενώ πολλοί περίμεναν να υποβαθμίσει το θέμα, το ανέδειξε ως κεντρικό, καταδεικνύοντας την απρεπή συμπεριφορά του Βρετανού ομολόγου του, εκφράζοντας δημόσια την ενόχλησή του. Ηταν κάτι που μάλλον δεν περίμενε η αγγλική πλευρά και φάνηκε να αιφνιδιάζεται.

Το αποτέλεσμα μόνο θετικό είναι για την Ελλάδα σε δύο επίπεδα. Πρώτον, ο Βρετανός πρωθυπουργός χρεώθηκε μια απρεπή στάση που δεν μπόρεσε να δικαιολογήσει στη βρετανική κοινή γνώμη και, δεύτερον, το θέμα των Γλυπτών πήρε διεθνή έκταση κερδίζοντας ακόμη και τους ίδιους τους Αγγλους για το ορθό της επιχειρηματολογίας μας, ενώ υποχρέωσε το Βρετανικό Μουσείο να πάρει αποστάσεις από τον ίδιο τον Ρίσι Σούνακ.

Ο πρωθυπουργός μας λοιπόν απέδειξε ότι στη διπλωματία πρέπει να δείχνεις ότι είσαι έτοιμος και για αντίδραση στις απρέπειες και τις προκλήσεις, ακόμη και εάν έρχονται από χώρες με τις οποίες διατηρούμε καλές σχέσεις, διότι απλά όταν έχεις στιβαρή επιχειρηματολογία θα πρέπει να εκθέτεις όσους λειτουργούν απρεπώς. Δεν περνά μάλιστα απαρατήρητο το θετικό γεγονός ότι σε ένα εθνικό θέμα ήμασταν όλοι μαζί στην πολιτική σκηνή, όχι μόνο θεωρητικά, αλλά και πρακτικά.