Ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, κ. Θόδωρος Σκυλακάκης, απηύθυνε χαιρετισμό στη Γενική Συνέλευση της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος (ΚΕΕΕ), που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 27 Νοεμβρίου.

Ξεκινώντας την ομιλία του, σημείωσε πως βασικό πρόβλημα της Ελλάδας, εδώ και μία δεκαετία, ήταν και παραμένει το επενδυτικό κενό. «Είχαμε τις μισές επενδύσεις, για δέκα χρόνια, από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Κάτι το οποίο συρρίκνωσε την παραγωγική δυναμικότητα της Ελλάδας», είπε, χαρακτηριστικά, ο κ. Σκυλακάκης, προσθέτοντας: «Αυτή την απελπιστική κατάσταση παραλάβαμε, μαζί με πολύ χαμηλή απορρόφηση των Ευρωπαϊκών κονδυλίων, πάρα πολύ υψηλή φορολογία και πάρα πολύ υψηλές ασφαλιστικές εισφορές, που ήταν και ο βασικός λόγος για το επενδυτικό κενό».

Στη συνέχεια, υπενθύμισε την κατάργηση του ΕΚΑΣ, επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ. Όπως είπε, από την περικοπή αυτού του κοινωνικού επιδόματος οι χαμηλοσυνταξιούχοι έχασαν άνω των 4 δισ. ευρώ, αθροιστικά, μέχρι σήμερα, ενώ εξήγησε, για ποιο λόγο δεν μπορεί να χρησιμοποιείται, σήμερα, η έννοια του κοινωνικού μερίσματος. «Όποιος έχει κάνει στοιχειώδη οικονομικά, γνωρίζει ότι μέρισμα από έλλειμμα είναι ζημία, δεν είναι όφελος», δήλωσε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, τονίζοντας πως αντ’ αυτού η Κυβέρνηση έχει λάβει μέτρα ανάγκης.

Σε σχέση με τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών, εν μέσω πανδημίας, σχολίασε: «Άκουσα με ενδιαφέρον (σ.σ. από την Αντιπολίτευση) ότι η πανδημία δεν ήταν πρόσκαιρη υπόθεση. Ωστόσο, θυμάμαι ότι όταν πρωτοξεκίνησε, κάποιοι μάς είπαν να τα ξοδέψουμε όλα, διπλάσια από αυτά που σχεδιάζαμε. Κι αυτό, ήταν στο πρώτο κύμα. Εμείς, παρόλα αυτά, κάναμε μία συνετή διαχείριση. Τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις τις ενισχύσαμε με πάνω από 10 δισ. ευρώ. Είναι ένα τεράστιο ποσό, χωρίς προηγούμενο, το οποίο κράτησε αυτό το πολύ μεγάλο κομμάτι της οικονομικής δραστηριότητας ζωντανό. Και το κάναμε αυτό, μειώνοντας, παράλληλα, τη φορολογία. Είμαστε, εδώ, για να συνεχίσουμε να βοηθάμε ολόκληρη την οικονομία και προπαντός τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις».

Αναφερόμενος στο Ταμείο Ανάκαμψης, επισήμανε πως είναι ένα «εργαλείο» για επενδύσεις. Γι’ αυτό και δεν έχει χώρο για κάποιον που δεν θέλει να κάνει καινούριες, πραγματικές επενδύσεις. «Συνεπώς, το κλειδί για να προχωρήσει αυτό το εργαλείο και να αξιοποιηθεί, μαζικά, από τις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις, είναι να είναι ελάχιστα γραφειοκρατικό και να υπάρχει επιλεξιμότητα. Αυτό έχει διασφαλιστεί. Ταυτόχρονα, προσπαθούμε, ο μέγιστος δυνατός αριθμός των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων – ειδικά οι επιχειρήσεις με εργαζόμενους, διότι αυτές, λογικά, θα κάνουν επενδύσεις – αν δεν έχουν, να αποκτήσουν τραπεζικό προφίλ, μέσα στην επόμενη διετία».

 

Όπως εξήγησε, «για να αποκτήσουν τραπεζικό προφίλ, το κλειδί είναι να έχουμε δυναμική και ισχυρή ανάκαμψη. Και για να την πετύχουμε, πρέπει να έχουμε και δημοσιονομική σταθερότητα. Εμείς δεν δεσμευτήκαμε στο Μεσοπρόθεσμο σε δημοσιονομικούς στόχους, άλλος μας δέσμευσε το 2018 για δεκαετίες. Ακόμη, όμως, και αν είχαμε δεσμευτεί, η δέσμευση της Ελλάδας, δεν είναι, μόνο, προς τους θεσμούς και τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Η δέσμευση είναι και προς τις αγορές. Για τα επόμενα 30 χρόνια θα πρέπει να μεταφέρουμε, κάθε έτος, ένα σοβαρό μέρος του χρέους μας από τα δάνεια που έχουμε λάβει, από τα Ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, στις αγορές».

 

Ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, υπογράμμισε πως αυτή η μεταφορά είναι μονόδρομος και ότι για να συμβεί πρέπει να πετυχαίνει η Ελλάδα ήπια πρωτογενή πλεονάσματα. «Αυτή είναι η πραγματικότητα. Όποιος σας λέει ότι κάτι άλλο είναι εφικτό, δεν έχει μεγάλη επαφή με τη δημοσιονομική πραγματικότητα και την πραγματικότητα γενικότερα», πρόσθεσε.

 

Τέλος, αναφέρθηκε στη θέσπιση κινήτρων για τις συγχωνεύσεις επιχειρήσεων, καλώντας τους παραγωγικούς φορείς να συνεργαστούν με το οικονομικό επιτελείο για τη διαμόρφωση του σχετικού νομοσχεδίου: «Δεν υπάρχει καμία διάθεση να κάνουμε αναγκαστικές συγχωνεύσεις. Είναι παράλογο, είναι σαν να λέμε ότι θα κάνουμε αναγκαστικούς γάμους. Εμείς δίνουμε, μετά από δεκαετίες αδιαφορίας της πολιτείας, για πρώτη φορά, πραγματικά κίνητρα συνεργασίας και συνενώσεων. Τα κίνητρα είναι πολύ ισχυρά και αφορούν, μεταξύ άλλων, το franchise, τη συμβολαιακή γεωργία κ.λπ. Παρέχονται για έναν πολύ απλό λόγο, επειδή το μέγεθος των επιχειρήσεων βοηθάει στην ανταγωνιστικότητα και στην παραγωγικότητα. Ως τώρα, η συνεργασία δεν είναι καν νομοθετημένη έννοια στο Ελληνικό Κράτος. Αυτό, θα γίνει με το νομοσχέδιο που έρχεται στη Βουλή. Και θέλω να δουλέψουμε μαζί, για να αποκτήσουν αυτές οι συνεργασίες πραγματικό νόημα και ουσία», τόνισε ο κ. Σκυλακάκης.