Τα Τέμπη παραμένουν ανοιχτή πληγή για την ελληνική κοινωνία. Καμία λέξη δεν μπορεί να απαλύνει τον πόνο των οικογενειών που έχασαν τα παιδιά τους. Γι’ αυτό χρειάζεται σεβασμός και υπευθυνότητα όταν αναφερόμαστε σε εκείνη τη νύχτα. Δυστυχώς, η οδύνη έγινε για κάποιους «όπλο» πολιτικής αντιπαράθεσης, μια ευκαιρία να στήσουν σκηνικό διαρκούς έντασης και να στρατολογήσουν κόσμο γύρω από ακραίες, ακόμη και συνωμοσιολογικές θεωρίες.
Το πρόσφατο σκηνικό στο Σύνταγμα, με τις συγκεντρώσεις και τις απεργίες πείνας, δεν ήταν μόνο πράξη μνήμης ή διεκδίκησης. Μετατράπηκε, από μια μερίδα, σε θέατρο πολιτικής ανωμαλίας. Σημαίες, μικρόφωνα και συνθήματα ξεπέρασαν το όριο της αξιοπρέπειας. Και ενώ οι γονείς θρηνούν, κάποιοι άλλοι εργαλειοποιούν τη θλίψη, βαφτίζοντας συγκίνηση αυτό που στην ουσία είναι υποκίνηση.
Η δημόσια συζήτηση
Δεν είναι η πρώτη φορά που η δημόσια συζήτηση δηλητηριάζεται από έναν στρατό ανώνυμων τρολ. Εκατοντάδες ψεύτικοι λογαριασμοί στα κοινωνικά δίκτυα κάνουν υπερωρίες, με αποστολή να επιτίθενται σε όποιον δεν συντάσσεται με τις ψεκασμένες θεωρίες τους. Αντί να ζητούν αλήθειες μέσα από τη Δικαιοσύνη, χτίζουν σενάρια συνωμοσίας.
Πρώτοι στόχοι; Δημοσιογράφοι που τολμούν να μιλήσουν με τεκμήρια και υπουργοί που δεν χορεύουν στον ρυθμό της λάσπης. Από τον Αρη Πορτοσάλτε μέχρι τον Αδωνι Γεωργιάδη, οι επιθέσεις είναι προσωπικές, χυδαίες και, κυρίως, προσχεδιασμένες. Πρόκειται για μια στρατηγική εκφοβισμού: «όποιος δεν είναι μαζί μας, είναι εχθρός».
Η κυβέρνηση, έχοντας αναλάβει την ευθύνη και στηρίζοντας την πορεία της Δικαιοσύνης, προσπαθεί να κρατήσει ανοιχτούς δρόμους ενημέρωσης και διαλόγου. Αντίθετα, οι «εργολάβοι της οργής» επιδιώκουν να μονοπωλήσουν το αφήγημα. Τους βολεύει η σύγχυση, τους συμφέρει η δυσπιστία. Γιατί μέσα στην ομίχλη των ψεμάτων βρίσκουν χώρο να χτίζουν την επιρροή τους.
Δεν είναι τυχαίο ότι κάθε φορά που εμφανίζεται ένα πόρισμα ειδικών –όπως εκείνο της Πυροσβεστικής που κατέρριψε τη θεωρία περί πυρόσφαιρας– ακολουθεί καταιγισμός από νέα fake news. Η αλήθεια ενοχλεί, γιατί δεν επιτρέπει στους εμπόρους του ψέματος να συνεχίζουν την επιχείρηση «λάσπη και φόβος».
Το παιχνίδι της έντασης
Μέσα σε αυτό το τοξικό κλίμα, ο ΣΥΡΙΖΑ και τα παρακλάδια του δείχνουν πρόθυμα να ρίχνουν λάδι στη φωτιά. Αντί να σεβαστούν τον θεσμικό τους ρόλο, χαϊδεύουν τα αυτιά των ακραίων και υποθάλπουν τη συνωμοσιολογία. Στον βωμό της μικροπολιτικής, δεν διστάζουν να συνταχθούν με τα πιο παράλογα αφηγήματα, αρκεί να πλήξουν την κυβέρνηση.
Κι όμως, η κοινωνία δεν ζητά παραμύθια. Ζητά δικαιοσύνη, ασφάλεια, αλήθεια. Εκεί είναι η ευθύνη της πολιτείας, κι εκεί επικεντρώνεται το έργο της κυβέρνησης: να αποδοθούν ευθύνες, να γίνουν αλλαγές, να μην ξαναζήσουμε ποτέ μια τέτοια τραγωδία.
Η εργαλειοποίηση του πένθους δεν είναι απλώς ανήθικη. Είναι επικίνδυνη. Δημιουργεί συνθήκες πολιτικής ανωμαλίας, όπου η λογική παραμερίζεται και η κοινωνία διχάζεται σε στρατόπεδα. Μια χώρα δεν μπορεί να πορευθεί με «σημαίες ευκαιρίας» και με οπαδούς που τρέφονται από το μίσος του διαδικτύου.
Η Ελλάδα χρειάζεται ψυχραιμία, όχι ακρότητες. Χρειάζεται να θωρακίσουμε τη δημόσια συζήτηση απέναντι σε ψέματα και τρολ, να ενισχύσουμε τη διαφάνεια και να εμπιστευτούμε τους θεσμούς. Γιατί μόνο έτσι τιμούμε πραγματικά τα θύματα: με αλήθεια, με έργα και με σεβασμό.
Η υπόθεση των Τεμπών θα κλείσει δικαστικά και πολιτικά. Αλλά το στοίχημα για όλους μας είναι να μην αφήσουμε τους εμπόρους του ψέματος να κερδίσουν έδαφος. Οι γονείς των θυμάτων αξίζουν σεβασμό και σιωπή, όχι στήσιμο σκηνικών πολιτικής υστερίας πάνω στον πόνο τους.
Οσο κι αν δουλεύουν υπερωρίες οι στρατοί των τρολ, η κοινωνία δεν πρέπει να χάσει την ψυχραιμία της. Ο δρόμος είναι ένας: εμπιστοσύνη στους θεσμούς, όχι στα ψέματα. Γιατί η Ελλάδα δεν αντέχει άλλη πολιτική ανωμαλία.