Μεγάλο παρασκήνιο υπήρχε μέχρι την τελευταία στιγμή μεταξύ ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, Νέας Αριστεράς και Πλεύσης Ελευθερίας γύρω από τη διαμόρφωση του κειμένου της πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης. Τα περισσότερα προβλήματα δημιουργήθηκαν μεταξύ Χαριλάου Τρικούπη και Κουμουνδούρου, αφού η κάθε πλευρά ήθελε να έχει την πρωτοκαθεδρία.
Οι πληροφορίες μάλιστα λένε ότι έφτασαν στα άκρα, καθώς η καθεμία πλευρά επέμενε στις θέσεις της, με την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να επιθυμεί αναφορά και στο θέμα των υποκλοπών καθώς και σε ζητήματα καθημερινότητας, με ειδική μνεία στην ακρίβεια.
Ενδεικτικό της έντασης είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα πάντα με πληροφορίες, ΠΑΣΟΚ και Νέα Αριστερά είχαν μεταξύ τους επαφές και συνεννοήσεις προκειμένου να καταθέσουν πρόταση δυσπιστίας την οποία δεν θα υπέγραφαν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο, τόσο ο Αλέξης Χαρίτσης όσο και η Ζωή Κωνσταντοπούλου απάντησαν στον Νίκο Ανδρουλάκη ότι αυτό δεν μπορούσε να γίνει, καθώς χρειάζονταν και τη στήριξη της Κουμουνδούρου προκειμένου να υπάρχει μεγαλύτερη πολιτική νομιμοποίηση.
Εξάλλου, άμεση ήταν η αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ, με διαρροές να αναφέρουν ότι «από την πλευρά μας εκπέμπεται μόνιμα και σταθερά το μήνυμα ότι πρέπει να ανταποκριθούμε στην απαίτηση και αμφισβήτηση των πολιτών απέναντι στην κυβέρνηση Μητσοτάκη και να υποβληθεί από κοινού πρόταση δυσπιστίας με συνδιαμόρφωσή της και συνυποβολή της από όλα τα προοδευτικά κόμματα χωρίς διαχωρισμούς και διαγκωνισμούς».
«Εμείς έχουμε συμφωνήσει για πρόταση δυσπιστίας εδώ και 25 μέρες. Είχε γίνει μία συνεννόηση να κατατεθεί η πρόταση δυσπιστίας μομφής, με τη Νέα Αριστερά και με την Πλεύση Ελευθερίας, που έφτασε τις 43 ψήφους, προκειμένου να μην είναι σε αναντιστοιχία η Βουλή με την κοινωνία. Την Παρασκευή, η κ. Καρυστιανού ξεκίνησε την ομιλία της λέγοντας ότι λυπάται πολύ που βλέπει απέναντι τη Βουλή να έχει κλειστά παντζούρια. Ποιος ευθύνεται που η Βουλή την Παρασκευή είχε κλειστά παντζούρια; Προφανώς η Βουλή δεν μπορεί να είναι σε αναντιστοιχία με όσα διαδραματίζονται στην κοινωνία. Τι απολίτικη προσέγγιση είναι αυτή; Και γιατί να αποκλειστούν τα κόμματα από αυτή τη διαδικασία;» είπε χαρακτηριστικά ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Καραμέρος, αφήνοντας αιχμές για τη στάση του ΠΑΣΟΚ.
Σε κάθε περίπτωση, στόχος του ΣΥΡΙΖΑ ήταν μέσω της πρότασης δυσπιστίας να γίνεται αναφορά στις ευθύνες της σημερινής κυβέρνησης παραλείποντας οποιοδήποτε υπαινιγμό στη πώληση του σιδηροδρόμου στους Ιταλούς επί δική τους διακυβέρνησης με το σχεδόν... αμελητέο ποσό των 45 εκατομμυρίων ευρώ, αλλά και στη περιβόητη σύμβαση 717.
Ασπίδα προστασίας
Παρά την τρικυμία που επικρατεί και παρ’ όλο που η συμφωνία για κοινή πρόταση δυσπιστίας αποδείχθηκε… άθλος, ο ΣΥΡΙΖΑ αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να καταθέσει προτάσεις για επιπλέον Προανακριτικές Επιτροπές, έχοντας πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού τους την πάση θυσία προστασία της διακυβέρνησης Τσίπρα.
Σε ό,τι αφορά τον ελληνικό σιδηρόδρομο, η εγκατάσταση του συστήματος αυτόματης προστασίας συρμών ETCS ξεκίνησε πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Αρχικά εγκαταστάθηκε σε κάποιους συρμούς, αλλά όχι στις γραμμές. Παραλήφθηκε από την ΕΡΓΟΣΕ και εν συνεχεία από τη ΓΑΙΑΟΣΕ, εις γνώση της προβληματικής κατάστασής του. Ετσι γεννήθηκε η ανάγκη για τη σύμβαση σηματοδότησης 717, η οποία δημοπρατήθηκε το 2014 με σκοπό να ανατάξει 52 υφιστάμενα συστήματα σηματοδότησης.
Αν και ο συμβατικός χρόνος υλοποίησης του έργου ήταν δύο χρόνια, μέχρι το 2017 και επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είχε υλοποιηθεί μόλις το 32%. Παρότι η ΕΡΓΟΣΕ ξεκίνησε διαδικασία υπογραφής συμπληρωματικής σύμβασης, εντούτοις δεν υπεγράφη ποτέ και τρεις μήνες αργότερα ξεκίνησε ο έλεγχος της Επιτροπής Δημοσιονομικού Ελέγχου (ΕΔΕΛ), ο οποίος πάγωσε την εργολαβία.
Ωστόσο, ο πρώην υπουργός, Χρήστος Σπρίτζης, αναφέρει «ελαφρά τη καρδία» ότι «δεν έγινε δυστύχημα τα προηγούμενα χρόνια γιατί υπήρχαν ασφαλιστικές δικλίδες, όπως ήταν η τηλεδιοίκηση», η οποία όμως στην περίπτωση της κεντρικής σιδηροδρομικής γραμμής δεν λειτουργούσε γιατί είχε μπλοκάρει και γιατί η τότε κυβέρνηση δεν έκανε καμία ουσιαστική κίνηση για να λύσει το πρόβλημα.
Κάπως έτσι, κανείς στον ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει να ξυπνήσουν μνήμες εκείνης της περιόδου, όπως η γιορτή που στήθηκε για τη μεταβίβαση του 100% της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, παρουσία του Αλέξη Τσίπρα και του Ιταλού ομόλογό του, Πάολο Τζεντιλόνι, τον Σεπτέμβριο του 2017, στην Κέρκυρα.