Ο αποσταθεροποιητικός ρόλος της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή αλλά και η άτολμη αντιμετώπισή της από την ΕΕ, το βασικό συμπέρασμα που προέκυψε από τις τοποθετήσεις των βουλευτών στην κοινή συνεδρίαση της Επιτροπής ‘Αμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής με την αντίστοιχη Επιτροπή Εξωτερικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Ιταλικής Δημοκρατίας. Κοινό, επίσης, συμπέρασμα η άμεση ανάγκη αλλαγής του Κανονισμού του Δουβλίνου και πως η Ε.Ε. θα πρέπει να κινηθεί αντίθετα με όσα προωθούνται για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού – προσφυγικού προβλήματος.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής ‘Αμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής, Κωνσταντίνος Γκιουλέκας κάλεσε τον Ιταλό ομόλογο του να εισηγηθεί στην Επιτροπή του και να ηγηθούν μιας ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας ενημέρωσης όλων των αντίστοιχων κοινοβουλευτικών Επιτροπών στην κατεύθυνση της έμπρακτης αλληλεγγύης καθώς «δεν μπορεί ευρωπαϊκά κράτη να αλληθωρίζουν όταν μια υπό ένταξη χώρα, όπως είναι η Τουρκιά, απειλεί δύο κράτη – μέλη της ΕΕ, την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία» και υπογράμμισε πως «δεν είναι δυνατόν χώρες να συνεχίζουν την προμήθεια όπλων στην Τουρκία».
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Ιταλικής Δημοκρατίας, Piero Fassino δεσμεύτηκε πως «θα υποβάλω την πρότασή σας για την Τουρκία προς εξέταση. Ακούσατε τις τοποθετήσεις και τις ανησυχίες των συναδέλφων μου γύρω από την Τουρκία, αλλά θα υποβάλω την πρότασή σας σε ευρύτερο πλαίσιο στην Επιτροπή μας». Από την δική του πλευρά πρότεινε να προωθηθεί μια πολυμελή συνάντηση με σειρά από χώρες που συζητούν αυτήν την περίοδο το θέμα των θαλάσσιων ζωνών, έτσι ώστε να αρχίσουμε σιγά-σιγά να οικοδομούμε μια κοινή προσέγγιση για την οριοθέτηση των χωρικών υδάτων και των υφαλοκρηπίδα». Αναφερόμενος στην τουρκική προκλητικότητα, ο πρόεδρος της Ιταλικής Επιτροπής είπε πως «παρατηρούμε με ανησυχία τις ηγεμονικές επεκτατικές τάσεις της Τουρκίας. Βεβαίως, αποτελεί δικαίωμα κάθε χώρας να ακολουθεί και να χαράσσει την εξωτερική πολιτική που επιθυμεί, υπό μια προϋπόθεση όμως, αυτή είναι ότι για να προωθήσουμε την πολιτική μας δεν μπορούμε, δεν δικαιούμεθα να αποσταθεροποιούμε μια άλλη χώρα […] και αυτό το οποίο συμβαίνει τα τελευταία δύο χρόνια είναι ότι βλέπουμε την Τουρκία να λειτουργεί μονομερώς αποσταθεροποιώντας την κατάσταση στις γειτονικές χώρες, στην Ελλάδα εν γένει στην Ευρωπαϊκή Ένωση». «Χαρήκαμε» είπε για τις διερευνητικές που ξεκίνησαν «ευχόμαστε αυτές οι συζητήσεις να προχωρήσουν με ταχείς ρυθμούς και να οδηγήσουν σε απτά αποτελέσματα». Σχετικά με το Κυπριακό, ο κ. Fassino είπε πως οι πρόσφατες εκλογές στο ψευδοκράτος και η νίκη του κ. Τατάρ «δεν μάχεται υπέρ της ένωσης δυστυχώς, καθιστά τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα και αποσταθεροποιεί περαιτέρω την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο» και υπογράμμισε πως «βιώνουμε μια πραγματικότητα μεγάλης αστάθειας».
Σχετικά με την τουρκική προκλητικότητα, από τους Ιταλούς βουλευτές που μετείχαν στην τηλεσυνεδρίαση, η κυρία Lia Quartapelli Procorio (Δημοκρατικό Κόμμα) μεταξύ άλλων ανέφερε πως «αντιλαμβανόμαστε ότι η Ελλάδα, πραγματικά, αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα με την Τουρκία. Μία χώρα η οποία, έχει σοβαρότατα θέματα Δημοκρατίας στο εσωτερικό της και δυστυχώς, προκαλεί θέματα σε διεθνές επίπεδο, όχι μονάχα στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά η Τουρκία συμπεριφέρεται με ιδιαίτερη επιθετικότητα και στη Λιβύη. Αυτό είναι ένα θέμα πολύ σημαντικό και για την Ελλάδα και για την Ιταλία, αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη». Θα ήθελα, είπε, «ως Ευρώπη, να κατορθώσουμε, επιτέλους, να αντιμετωπίσουμε την Τουρκία και όχι ως μεμονωμένα κράτη […] Πρέπει από κοινού, ως Ευρωπαϊκή Ένωση, να κινηθούμε. Πρέπει να έχουμε μια πιο συνεκτική πολιτική απέναντι στην Τουρκία. Δεν μπορεί η πολιτική αντιμετώπισης της Τουρκίας να είναι διμερής. Πρέπει να είναι καθολική, ευρωπαϊκή. Διαφορετικά δεν θα οδηγηθούμε σε κανένα αποτέλεσμα». Για το θέμα του εμπάργκο στην Τουρκία είπε πως «η Ιταλία, όπως γνωρίζετε, υποστήριξε αυτήν τη στάση, αυτήν την πολιτική. Και μετά την επέμβαση της Τουρκίας στη Συρία πριν από δύο χρόνια, εμείς επιβάλαμε εμπάργκο όπλων τη δεδομένη περίοδο, αλλά και για το μέλλον. Και συχνά μας επιπλήττουν, γιατί υποστηρίζουν ότι είμαστε ιδιαιτέρως αυστηροί και άκαμπτοι και πολύ συχνά δημιουργούνται θέματα τεράστια». Τέλος, τόνισε πως «θα πρέπει να αξιοποιήσουμε την εκλογή του νέου Προέδρου στις Η.Π.Α., για να οδηγηθούμε σε καλύτερα αποτελέσματα γύρω από την πολιτική της Τουρκίας. Είναι πάρα – πάρα πολύ σημαντικό, λοιπόν, να αξιοποιήσουμε την προεδρία Μπάιντεν, για την επίτευξη καλύτερων και ευνοϊκότερων αποτελεσμάτων».
Η κυρία Iolanda Di Stasio ((M5S) που ήταν και η εισηγήτρια της Συμφωνίας Ελλάδας – Ιταλίας για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, συμφώνησε πως «θα ήταν σκόπιμο να δημιουργηθεί ένα φόρουμ στο οποίο θα συζητήσουμε τις προκλήσεις σε γεωπολιτικό επίπεδο και σε επίπεδο προκλήσεων στη θάλασσα».
Ο αντιπρόεδρος της Ιταλικής Επιτροπής Εξωτερικών και εκπρόσωπος του κόμματος της Λέγκας του Βορρά, Paolo Formentini επισήμανε ότι η Τουρκία εργαλειοποιεί το μεταναστευτικό – προσφυγικό «για να ασκήσει πιέσεις και στην Ελλάδα και στην Ε.Ε.». Εμείς είπε «θεωρούμε ότι η διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε. έχει σταματήσει να υφίσταται, παρότι δεν έχει δοθεί μια επίσημη τέτοια απορριπτική απάντηση από την Ε.Ε.». Σημείωσε ότι για τον αγωγό East Med «οι κυβερνήσεις μας πρέπει να είναι πολύ πιο θαρραλέες. Είναι πολύ σημαντικό οι δύο κυβερνήσεις, να αναλάβουν ακόμα περισσότερες πρωτοβουλίες για την προώθηση των συμφερόντων. Ας θυμηθούμε τι έγινε με την παρουσία της Eni και το επεισόδιο με το πλοίο Γιαβούζ. Θυμηθείτε, όλα όσα συνέβησαν σε ευρωπαϊκά ύδατα όχι μόνο σε ύδατα Κύπρου, αλλά σε ευρωπαϊκά ύδατα. Δεν πρέπει να ξεχνούμε κάποια πράγματα. Πρέπει να συνεχίσουμε να καταγγέλλουμε αυτά τα περιστατικά, γιατί η συμπεριφορά της Τουρκίας δεν είναι επιβλαβής μονάχα για την Ελλάδα και την Ιταλία, αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη. Είναι ένα τεράστιο πρόβλημα και στους κόλπους της ατλαντικής συμμαχίας [..] είναι τεράστιο το θέμα και για το ΝΑΤΟ. Πρέπει οι χώρες μας, να διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη Μεσόγειο. Δεν μπορούμε πλέον, να ανεχόμαστε τη συμπεριφορά της Τουρκίας και τη συμπεριφορά κάποιων χωρών, που αναδύονται σιγά σιγά, με επιθετικές πολιτικές».
Ο Ιταλός βουλευτής Andrea Delmastro delle Vedove (Fratelli d’ Italia) ανέφερε πως η συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας «είναι μια συμφωνία που αποτελεί μια πρώτη, ανεπαρκή όμως, απάντηση στον επεκτατισμό του Ερντογάν». Η τουρκική επιθετικότητα, είπε, είναι «ένα πρόβλημα που περικλείει και την Ελλάδα και την Ιταλία». Χαρακτήρισε ντροπιαστική τη σιωπή της Ευρώπης, προσθέτοντας πως «ο Ερντογάν εξακολουθεί να προωθεί την πολιτική αποσταθεροποίησης και στη Λιβύη, εισάγοντας όπλα και τροφοδοτώντας συγκρούσεις [..], χρησιμοποιεί το προσφυγικό για να απειλήσει την Ελλάδα, όλο το Νότο αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη. Η Ελλάδα και η Ιταλία, ανεξάρτητα από τις διαφορές τους θα πρέπει να ενωθούνε και να αντιμετωπίσουνε από κοινού τον Ερντογάν. Ο Ερντογάν, όμως, ακόμα απολαμβάνει τα οφέλη της προενταξιακής περιόδου και διαδικασίας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και εξακολουθεί να τροφοδοτεί την επεκτατική πολιτική του και να προωθεί το Ισλάμ. Είδαμε τι έγινε με την Αγία Σοφία αυτό είναι πάρα πολύ ανησυχητικό. Θέλω, λοιπόν, να εκφράσω την απόλυτη αλληλεγγύη μου στους Έλληνες όμως πραγματικά, η ανεπαρκής πολιτική της Ευρώπης είναι ντροπιαστική πραγματικά [..] και το να ξακολουθούμε να αφήνουμε τον Ερντογάν να στέλνει τα πλοία του στα ελληνικά ύδατα, να απειλεί, να δημιουργεί εντάσεις». Και ανέφερε πως το κόμμα του έχει «καταθέσει ένα ψήφισμα που ζητάει η Ιταλία επισήμως να προχωρήσει για την ανάκληση του αιτήματός της Τουρκίας να εισέλθει ως μέλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Διότι, δεν είναι δυνατόν να βρίσκεται ακόμα σε προενταξιακή περίοδο μια χώρα η οποία τροφοδοτεί τέτοιου είδους εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο και στην Ευρώπη». Η Ε.Ε., είπε, «πρέπει να ξαναβρεί τις προτεραιότητες, να αντιμετωπίσει με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα απειλές κατά της εθνικής κυριαρχίας των χωρών».
Από ελληνικής πλευράς, η βουλευτής της ΝΔ, Μαριέττα Γιαννάκου, σχετικά με την τουρκική προκλητικότητα υπογράμμισε πως «η Τουρκία τους προηγούμενους μήνες προσπάθησε να δημιουργήσει de facto καταστάσεις αμφισβήτησης της εθνικής μας κυριαρχίας με μια σειρά ενεργειών, όπως η έκδοση παρατύπων NAVTEX για τη διεξαγωγή παρανόμων σεισμικών ερευνών εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας» αποσκοπώντας «στη δημιουργία τετελεσμένων με στρατιωτικά μέσα, για αυτό και η Ελλάδα ζήτησε εμπάργκο όπλων προς την Τουρκία» σημειώνοντας όμως ότι υπήρξε «διστακτικότητα κάποιων ευρωπαϊκών χωρών που δημιουργεί ένα ερώτημα. Καθώς, πως δικαιολογείται η στάση αυτή, τη στιγμή κατά την οποία ακόμα και οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις έναντι της Τουρκίας με βασικό επιχείρημα ότι η χώρα αυτή υπονομεύει τη συνοχή και την ασφάλεια του ΝΑΤΟ».
Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Κατρούγκαλος ανέφερε ότι τις «ηγεμονικές πρωτοβουλίες της Τουρκίας, που παραβιάζουν το Διεθνές Δίκαιο, θα πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε στο πλαίσιο μιας κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής, που αυτή τη στιγμή απουσιάζει, με ένα διπλό τρόπο. Με κυρώσεις όταν παραβιάζεται το Διεθνές Δίκαιο αλλά και με μια θετική ατζέντα εφόσον βέβαια σέβεται το Διεθνές Δίκαιο».
Ο βουλευτής του ΚΙΝΑΛ, Ανδρέας Λοβέρδος επισήμανε ότι «η Ιταλική Δημοκρατία και τα ιταλικά κόμματα, γνωρίζουν πάρα μα πάρα πολύ καλά τα προβλήματα που προκύπτουν από τη συμπεριφορά της Τουρκίας. Η Ελλάδα έχει να επιδείξει μία υποδειγματική συμπεριφορά. Οι χώρες που σέβονται τη διεθνή νομιμότητα δεν πράττουν όπως η Τουρκία που όλο το 2020 παραβίαζε τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδος, δεν δέχεται συζητήσεις για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, κάνει μία προσπάθεια εδώ και χρόνια η ημερήσια διάταξη να περιλάβει πάρα πολλά θέματα που είναι ανύπαρκτα».
Ο βουλευτής της Ελληνικής Λύσης, Κωνσταντίνος Χήττας ζήτησε, από του ομολόγους του, η Ιταλία να υπογράψει τη συμφωνία για τον αγωγό Eastmed ενώ η βουλευτής του ΜέΡΑ25, Σοφία Σακοράφα αντιτάχθηκε στη «διπλωματία των αγωγών», χαρακτήρισε «ιδιαίτερα προβληματικό και αποσταθεροποιητικό τον ρόλο της Τουρκίας» σημειώνοντας ότι ο κ. Ερντογάν «ακολουθεί μια πολιτική που απειλεί άμεσα την ειρήνη σε ολοένα και περισσότερες περιοχές» και δεν διστάζει, για τους δικούς του σκοπούς, να στηρίζει τις ακραίες φιλοπολεμικές τάσεις της στον ισλαμικό κόσμο» προσθέτοντας ότι το ζήτημα είναι ποια είναι η αντίδραση της δημοκρατικής διεθνούς κοινότητας απέναντι στην πολιτική βουλιμία [..]. Η Ελλάδα, όπως και η Κύπρος, υφίσταται μια άμεση επίθεση κλιμακούμενων διεκδικήσεων από την πλευρά της Τουρκίας, που φτάνουν μέχρι την άμεση και ευθεία αμφισβήτηση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων […] και οι σύμμαχες χώρες δεν έχουν την αναμενόμενη και επιβαλλόμενη αποφασιστική στάση για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης».