Μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση για την οποίαν κανείς δεν έχει το δικαίωμα ούτε να τρίβει τα χέρια του πίσω από τις κλειστές πόρτες ούτε να μην καταδικάζει με πράξεις και την πολιτική στάση του επιχειρείται να δημιουργηθεί με τα συλλαλητήρια μίσους και φανατισμού.

 

Γράφει ο ΚΩΣΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΣ

 

Η θλίψη, ο πόνος, ο θυμός και η οδύνη για τις χαμένες ζωές στα φλεγόμενα συντρίμμια των τρένων και τις ακρωτηριασμένες ζωές των οικογενειών τους θα έπρεπε να κυριαρχεί σε όλο το κύμα των συλλαλητηρίων που σάρωσε προχθές την Αθήνα. Μαζί με την ανυπολόγιστη επιθυμία να αποδοθεί δικαιοσύνη με θεσμικά μέτρα και σταθμά, όπως συμβαίνει σε κάθε οργανωμένη ευρωπαϊκή κοινωνία.

Θα έπρεπε να κυριαρχεί, επίσης, και η διάθεση για την εκ θεμελίων αναδιάρθρωση του συστήματος σχέσεων, μικροδιαπλοκής των κολλητών, συνδικαλιστικού καταφερτζίδικου και ύπουλου μηχανισμού ρουσφετιών και ανίκανων κουμανταδόρων.

Αυτό θα συνέβαινε σε μία κανονική κοινωνία στην οποία θα είχε συμβεί αυτή η συγκλονιστική ιστορία. Αυτό θα είχε συμβεί σε μια κοινωνία που θα είχε μάθει να βλέπει την πραγματικότητα και όχι τους βολικούς δράκους και τις μάγισσες που την περιβάλλουν.

 

Πολιτικός αμοραλισμός

Γιατί ό,τι κυριάρχησε προχθές στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις ήταν, κατά κύριο λόγο, οι ύβρεις, ο φανατισμός, η αντι-πολιτική χυδαιολογία, αφασία και μίσος που σε συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους η ανθρωπότητα έχει πληρώσει πολύ ακριβά.

Μια δημοκρατία γεμάτη εχθρούς της δημοκρατίας ήταν αυτό που έστησαν κάποιοι προχθές, όσο και αν θέλουν ορισμένοι να πιστέψουν το αντίθετο.

Στιγμιότυπα που καταγράφηκαν δεν αφήνουν αμφιβολία ότι ο πολιτικός αμοραλισμός μεγάλου μέρους της αντιπολίτευσης πέτυχε και με το παραπάνω την πολιτική εκμετάλλευση της διαμαρτυρίας των απλών ανθρώπων, όπως είχαν προβλέψει όλες οι ψύχραιμες φωνές που αποκωδικοποιούσαν τα μηνύματα ακόμα και κατά τη διάρκεια του επίσημου εθνικού πένθους.

Σκηνή πρώτη: φωτογραφίες δημοσιογράφων σβησμένες με κόκκινο Χ σε πλακάτ. Οι πρόσφατες προγραφές του Πολάκη και οι λαρυγγισμοί Κανάκη, Λιάγκα, Μουτσινά και άλλων της επικοινωνιακής προσκολλήσεως έκαναν τη δουλειά τους. Σία Κοσιώνη, Παύλος Τσίμας, Γιάννης Πρετεντέρης, Αρης Πορτοσάλτε και άλλοι.

Δημοσιογράφους δηλαδή, οι οποίοι τις τελευταίες ημέρες δέχθηκαν όχι απλώς κριτική για τις απόψεις που εξέφρασαν αναφορικά με τη σύγκρουση των δύο τρένων, αλλά και ένα πραγματικό διαδικτυακό μπούλινγκ και μια πρωτοφανή επίθεση που συνοδευόταν από απειλές, ύβρεις και κατάρες.

Εντελώς συμπτωματικά οι φωτογραφίες αυτών των δημοσιογράφων βρίσκονταν και στο κολάζ των προγραφών του Πολάκη, το οποίο μάλλον για τυπικούς και όχι ουσιαστικούς λόγους του κόστισε τον αποκλεισμό από το ψηφοδέλτιο. Το ίδιο κολάζ είχε δημοσιεύσει ρυπαρό έντυπο που ενέπνευσε τον Πολάκη, που ενέπνευσε τα social, που ενέπνευσαν το συγκεκριμένο κομμάτι της χθεσινής διαδήλωσης.

 

Ακρατος λαϊκισμός

Και επίσης, ο άκρατος λαϊκισμός, μαζί με τον ακραία φανατικό λόγο, όπως αυτός του Κανάκη: «Επικοινωνούν αυτοί οι άνθρωποι με τον εγκέφαλό τους; Δηλαδή γ…ώ τις γραβάτες σας, τα σακάκια σας, τα πτυχία σας, τις θέσεις σας, τη μούρη που πουλάτε οι δημοσιογράφοι οι έγκριτοι και σκ…ά στα μούτρα σας. Καταλάβατε;» αποφάνθηκε ο τηλεπαρουσιαστής, ανεξάρτητα από το αν ο ίδιος δεν είχε αντιληφθεί επί πάρα πολλά χρόνια τι είδους σκ…ά πατούσε η «Αρβύλα» του διπλανού του στο πάνελ…

Σκηνή δεύτερη: καλλιτέχνες, που επί μέρες πριν από την τρομερή τραγωδία απέκλειαν καθημερινά το κέντρο της Αθήνας διαμαρτυρόμενοι για την υποτιθέμενη υποβάθμιση πτυχίων (;) τους σε περιπτώσεις επιδιωκόμενου διορισμού τους στο Δημόσιο, συμμετείχαν στη διαδήλωση για να δηλώσουν την απέραντη θλίψη και την οδύνη τους στα θύματα μιας τραγωδίας που πίσω από αυτήν καραδοκούν πολλές θανάσιμες δημοσιοϋπαλληλικές παθογένειες.

Οπότε, μπροστά στην αμηχανία που πιθανώς προκαλεί η κανονική πραγματικότητα, επέλεξαν να απαθανατίσουν τις στιγμές με χαμογελαστές selfies κάτι μεταξύ αφασίας και διαφήμισης λεύκανσης οδοντοστοιχιών…

Σκηνή τρίτη: ένα μπλοκ ανθρώπων όπου στη μέση ένα τύπος γρατσουνάει μια κιθάρα δίνοντας έναν απροσδιόριστο τόνο. Οι υπόλοιποι, όμως, καλυμμένοι με πλακάτ και με τσιγάρα να κρέμονται στα χείλη, πιάνουν αμέσως το υπονοούμενο και αρχίζουν να τραγουδούν ρυθμικά σαν υπνωτισμένη αγέλη: «Γ… Μητσοτάκη» και επιδεικνύοντας φαντασία το αλλάζουν και το κάνουν «Μητσοτάκη, γ…» Ενα χαυνωτικό χαμόγελο δημιουργεί υποψίες για το τι ακριβώς περιείχε αυτό που κρεμόταν από τα χείλη ορισμένων συμμετεχόντων…

Σκηνή τέταρτη: και εδώ μπαίνει στη σκηνή ο γνήσιος φασισμός στο όνομα των ανθρώπων που έχασαν τις ζωές τους, στο πώς η κρεατομηχανή της φασιστικής χυδαιότητας ρουφάει τα πάντα, ακόμα και τον ανθρώπινο πόνο.

Ομοιόμορφα κουκουλοφόρα όντα σκυλεύουν μία ακόμα φορά το μνημείο των νεκρών της Marfin. Δεν το βεβηλώνουν απλώς. Αφιονισμένοι το διαλύουν μέχρι να μείνουν όρθια κάτι σπασμένα μάρμαρα.

Μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση για την οποίαν κανείς δεν έχει το δικαίωμα ούτε να τρίβει τα χέρια του πίσω από τις κλειστές πόρτες ούτε να μην καταδικάζει με πράξεις και την πολιτική στάση του την εκμετάλλευση του πόνου και της δυστυχίας κάποιων ανθρώπων. Γιατί αλλιώς δεν θα διαφέρει από τους μαυραγορίτες της Κατοχής. Αυτοί που αποτέλεσαν έναν από τους λόγους που οδήγησαν στον Εμφύλιο…