Στις 28 Απριλίου δημοσιεύτηκε η ετήσια έκθεση της Κρατικής Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας (DANS) της Βουλγαρίας στην οποία υπογραμμίζεται ότι οι κύριες απειλές για την εθνική ασφάλεια και το 2024 παρέμειναν η Ρωσία και η αστάθεια των Δυτικών Βαλκανίων. Για τη Μόσχα σημειώνεται ότι προχωρά στην κλιμακούμενη εφαρμογή μιας «εξελισσόμενης υβριδικής εργαλειοθήκης» που περιλαμβάνει τη δραστηριότητα πληροφοριών (κατασκοπεία), τα σαμποτάζ, τις μαζικές εκστρατείες παραπληροφόρησης κ.λπ. εντός Βουλγαρίας. Την επομένη συνελήφθη 59χρονος στην Αλεξανδρούπολη ο οποίος κατέγραφε στρατηγικές υποδομές και μεταφορά στρατιωτικών εξοπλισμών για τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες.

Ο Έλληνας υπήκοος με καταγωγή από τη Γεωργία, ελαιοχρωματιστής στο επάγγελμα, ομολόγησε την κατασκοπευτική του δράση στην Αστυνομία, παραδεχόμενος ότι το έκανε για τη «μαμά Ρωσία», ενώ στο κινητό του εντοπίστηκε οπτικοακουστικό υλικό. Ωστόσο, στην απολογία του στην ανακρίτρια αρνήθηκε κάθε κατηγορία καθώς και στην αρχική ομολογία του. Τελικά, κρίθηκε προφυλακιστέος με την κατηγορία της κατασκοπείας σε καιρό ειρήνης, σε βαθμό κακουργήματος.


Σχεδίαζαν σαμποτάζ

Ο 59χρονος φέρεται να κατέγραφε μεταξύ άλλων τα στρατιωτικά υλικά (τους τύπους τους και τα οχήματα στα οποία φορτώνονταν) και έστελνε τις «πληροφορίες» μέσω κρυπτογραφημένης εφαρμογής στον άνθρωπο που τον είχε στρατολογήσει, έναν ομογενή που ζούσε στη Λιθουανία και ο οποίος ήταν μέλος της ρωσικής στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών, της GRU. Σύμφωνα με τις ελληνικές υπηρεσίες ασφαλείας, στόχος της κατασκοπευτικής δράσης ήταν η καταγραφή των εξοπλισμών και των μέσων που θα μεταφερθούν στην Ουκρανία και η διενέργεια σαμποτάζ, όπως συνέβη στη Βουλγαρία.

Η σύλληψη έγινε κατόπιν κοινής επιχείρησης ΕΥΠ και Αστυνομίας, ενώ φέρεται ότι προηγήθηκε επικοινωνία των υπηρεσιών Ελλάδας- Λιθουανίας για τη δράση του εν Βίλνιους στρατολόγου. Οι υπηρεσίες ασφαλείας διερευνούν εάν ο 59χρονος είχε συνεργούς εντός χώρας, ενώ η ΕΥΠ φέρεται πως έβαλε στο στόχαστρό της το ρωσικό κατασκοπευτικό δίκτυο που δραστηριοποιείται στη Βόρεια Ελλάδα. Πρόκειται για μια περιοχή όπου έχει καταγραφεί μια σειρά περιστατικών με Ρώσους πράκτορες. Φυσικά, πράκτορες της Μόσχας δραστηριοποιούνται σε όλη την επικράτεια και ορισμένες φορές εντελώς απροκάλυπτα όπως συνέβη με την υπόθεση της κατασκόπου «Μαρίας Τσάλλα» που αποκαλύφθηκε τον Μάρτιο του 2023, η οποία διατηρούσε μαγαζί σε κεντρικό δρόμο του Παγκρατίου.

Όσον αφορά την GRU, αυτή έχει δικούς της κομάντο για ειδικές επιχειρήσεις, οι οποίοι έχουν αποστολή να διεξάγουν επιχειρήσεις αναγνώρισης και δολιοφθοράς. Έκθεση του αμερικανικού Κογκρέσου την περιγράφει ως έναν «μεγάλο, εκτεταμένο και ισχυρό οργανισμό». Εντούτοις, λίγα πράγματα είναι γνωστά γι’ αυτή.
Η GRU δεν έχει δική της ιστοσελίδα· στο ρωσικό υπουργείο Άμυνας αναφερόταν ότι «εξασφαλίζει συνθήκες που ευνοούν την επιτυχή εφαρμογή της αμυντικής και ασφαλιστικής πολιτικής της Ρωσικής Ομοσπονδίας» και ότι παρέχει στους αξιωματούχους πληροφορίες «που χρειάζονται για να λαμβάνουν αποφάσεις στους πολιτικούς, οικονομικούς, αμυντικούς, επιστημονικούς, τεχνικούς και περιβαλλοντικούς τομείς».

Ανώτεροι διπλωματικοί αξιωματούχοι με βαθιά γνώση του φάκελου των σχέσεων Αθήνας-Μόσχας υπογράμμιζαν στο «Μανιφέστο» ότι η ρωσική παράνομη δράση στη Βόρεια Ελλάδα ξεκινά αρκετά χρόνια πριν την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία και ότι στην εν λόγω περιοχή δεν δραστηριοποιούνται μόνο στελέχη της GRU αλλά ευρύτερης κλίμακας.

Κατά τις ίδιες πηγές, ο βασικός «λόγος» παρέμβασης της Μόσχας στην περιοχή είναι γεωπολιτικός και αφορά την ολοένα και στενότερη στρατιωτική σχέση Ελλάδας-ΗΠΑ, διμερώς, αλλά και στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. «Οι Ρώσοι προσπαθούσαν να αποτρέψουν την όποια διευθέτηση με Σκόπια για να μην μπει η χώρα στο ΝΑΤΟ. Η Βόρεια Ελλάδα ήταν ο πιο αρνητικός χώρος σε μια τέτοια συμφωνία και η Ρωσία ενίσχυε την τάση αυτή», εξηγούσαν οι αρμόδιοι.


Το χαρτί της Ορθοδοξίας

Επιπλέον, η Μόσχα ενέτεινε το πολιτικό και πολιτισμικό της αποτύπωμα στον εν λόγω γεωγραφικό χώρο διότι θεωρεί ότι έχει θετική αποδοχή από τους Έλληνες που ήρθαν από τις πρώην σοβιετικές χώρες. Υπό αυτό το πρίσμα, επιχειρήθηκε να χρησιμοποιηθεί το χαρτί της ορθόδοξης θρησκείας (αρκετές εκκλησίες στις Νέες Χώρες τελούν υπό την επιρροή της Μόσχας) ενώ η δράση ορισμένων επιφανών ομογενών επιχειρηματιών εν είδει τοπικών ευεργετών λειτούργησε συμπληρωματικά στην κατεύθυνση αυτή.

«Η (σ.σ.: ρωσική) επιθετική πολιτική στον στρατιωτικό, πολιτιστικό και θρησκευτικό χώρο έγινε για να δημιουργήσουν πατήματα και να τραβήξουν την Ελλάδα –όσο μπορούσαν– από τον στρατηγικό εναγκαλισμό με τις ΗΠΑ. Ήθελαν να αποκτήσουν ερείσματα στην πιο κρίσιμη βαλκανική χώρα», πρόσθεταν οι ίδιες πηγές, τονίζοντας ότι η Αλεξανδρούπολη είχε κομβική θέση στους ρωσικούς σχεδιασμούς.

Τα προβλήματα κατασκοπείας δεν είναι καινούργια στις σχέσεις Ελλάδας-Ρωσίας, με υπαιτιότητα της δεύτερης. Το καλοκαίρι του 2018, η τότε ελληνική κυβέρνηση απέλασε δύο Ρώσους διπλωμάτες και είχε απαγορευθεί η είσοδος σε άλλους δύο εξαιτίας της ανάμειξής τους σε δραστηριότητες κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών. Τον Απρίλιο του 2022, μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η κυβέρνηση Μητσοτάκη απέλασε 12 Ρώσους διπλωμάτες από την Ελλάδα, καθώς η δράση ορισμένων δεν είχε καμία σχέση με τη διπλωματική πρακτική.