Η κυβερνητική τροπολογία για αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης των Σπαρτιατών και η εκκρεμοδικία για εξαπάτηση των ψηφοφόρων στις τελευταίες εθνικές εκλογές συνθέτουν νέο σκηνικό κρίσης στους κόλπους του ακροδεξιού κόμματος.

Η λεπτή κλωστή από την οποία εδώ και καιρό κρέμεται η κοινοβουλευτική επιβίωση του κόμματος κλονίζεται ακόμα περισσότερο από την εκκρεμή δίκη, με αρνητικούς πρωταγωνιστές πρώην και νυν βουλευτές, αλλά και τον Ηλία Κασιδιάρη.

Η πρωτοφανής υπόθεση στα δικαστικά χρονικά, προέκυψε μετά από τις δημόσιες καταγγελίες του ίδιου του Βασίλη Στίγκα, μόλις δύο μήνες μετά την είσοδο τους στη Βουλή, για πρακτικές Κόζα Νόστρα και δον Κορλεόνε από στελέχη και μέλη, με απώτερο σκοπό το ταμείο του κόμματος.

Οι βαρύτατες καταγγελίες του αρχηγού προκάλεσαν την άμεση παρέμβαση της εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Γεωργίας Αδειλίνη, που διενήργησε προσωπικά την ποινική προκαταρκτική έρευνα για την υπόθεση, οδηγώντας στο σκαμνί 13 πρόσωπα για εξαπάτηση του εκλογικού σώματος: τους 11 βουλευτές που αριθμούσε το κόμμα αρχικά, τον Ηλία Κασιδιάρη ως ηθικό αυτουργό στην εξαπάτηση των ψηφοφόρων και τον δικηγόρο Σωτήρη Μεταξά για συνέργεια στην εξαπάτηση.

Κατά την εισαγγελική κρίση, οι 240.000 και πλέον ψηφοφόροι, που στις εθνικές εκλογές του Ιουνίου 2023 επέλεξαν το εθνικιστικό κόμμα, εξαπατήθηκαν από τα στελέχη του κατ’ εντολή του καταδικασμένου χρυσαυγίτη Κασιδιάρη. Ο Αρειος Πάγος μελετώντας προσεκτικά τις καταγγελίες του Βασίλη Στίγκα, ο οποίος στη συνέχεια προσπάθησε να τις ανακαλέσει, διαπίστωσε ότι στην πραγματικότητα ο ίδιος λειτουργούσε ως αχυράνθρωπος, ενώ πραγματικός αρχηγός ήταν ο Κασιδιάρης.

Η κ. Αδειλίνη στηρίχτηκε στις μαρτυρίες τόσο του ίδιου του Βασίλη Στίγκα, όσο και άλλων προσώπων που είχαν αποκαλύψει τα συχνά «πηγαινέλα» υποψήφιων βουλευτών του κόμματος στις φυλακές Δομοκού, προκειμένου να λαμβάνουν εντολές και «γραμμή». 

Αδικαιολογήτως απών

Κατά την έναρξη της εκδίκασης της υπόθεσης, ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, ο Βασίλης Στίγκας και μοναδικός μάρτυρας κατηγορίας ήταν παρών. Μετά την πρώτη διακοπή της δίκης, για διαδικαστικούς λόγους, ο αρχηγός των Σπαρτιατών παρουσιάστηκε εκ νέου στο δικαστήριο, δείχνοντας ότι έχει τη βούληση να επιβεβαιώσει ενώπιον δικαστών τις καταγγελίες του για τον καταδικασμένο νεοναζί. Αλλά κάπου εκεί ξεκινούν τα… περίεργα.

Στις 31 Οκτωβρίου και τις 22 Νοεμβρίου επικαλέστηκε κοινοβουλευτικές υποχρεώσεις και ασθένεια, αντίστοιχα, και δεν εμφανίστηκε να καταθέσει. Μάλιστα, στην τελευταία συνεδρίαση του δικαστηρίου, η πρόεδρος της έδρας ήταν έξαλλη με την περιφρόνηση που επιδεικνύει με τη στάση του απέναντι στους δικαστές και τον εισαγγελέα ο κ. Στίγκας.

Εχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον τι θα επιλέξει να κάνει σήμερα, όπου αναμένεται να ξεκινήσει επιτέλους η δίκη. Θα αποφασίσει τελικώς να παρουσιαστεί και να καταθέσει ως μάρτυρας ή θα κρυφτεί και πάλι; Πάντως, η διευθύνουσα τη διαδικασία έχει δείξει με σαφήνεια τους σκοπούς της, που δεν είναι άλλοι από την άμεση εκδίκαση της υπόθεσης, την οποία έχει χαρακτηρίσει «ιδιαίτερα σοβαρή».

Ανώτερες δικαστικές πηγές σημειώνουν στο «Μανιφέστο» ότι η πρόεδρος του δικαστηρίου έχει πάντα τη δυνατότητα να διατάξει τη βίαιη προσαγωγή του μάρτυρα αν κρίνει ότι πρόκειται για μείζονος σημασίας υπόθεση. Στην περίπτωση μάλιστα του κ. Στίγκα, η αναζήτηση και η βίαιη προσαγωγή δεν μπορεί να είναι δύσκολη υπόθεση για την Αστυνομία, καθώς ως αρχηγός κόμματος φυλάσσεται από αστυνομικούς, που πάντοτε ενημερώνουν για τις μετακινήσεις τους.

Ο «ασφυκτικός» αριθμός των πέντε βουλευτών είναι βέβαιο ότι πιέζουν αφόρητα τον κ. Στίγκα, εξ ου και οι υπόγειες διεργασίες που θεωρούνται ως γενόμενες, προκειμένου οι καταγγελίες του να μπουν στη «ναφθαλίνη», σε μια ύστατη προσπάθεια να κρατηθεί το κόμμα εντός Βουλής. Δουλειά της δικαιοσύνης είναι όμως να διακριβώσει με ποιον ακριβώς τρόπο το άγνωστο μέχρι τον Μάιο του 2023 κόμμα κατάφερε να εκλεγεί και με ποιους σκοπούς.

Η δικαστική απόφαση κρίνεται αναγκαία και για έναν ακόμα σημαντικό λόγο: Για να «ξεπαγώσει» την εκδίκαση των τριών προσφυγών εναντίον των Σπαρτιατών στο Εκλογοδικείο. Σε περίπτωση καταδικαστικής απόφασης στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, το εθνικιστικό κόμμα θα αποτελέσει μεμιάς παρελθόν.