Το σχολικό περιβάλλον αποτελεί μικρογραφία της κοινωνίας και όταν η κοινωνία «νοσεί», θα «νοσήσει» και το σχολείο. Είναι γεγονός λοιπόν, ότι όσο περισσότερη βία βλέπουμε στην κοινωνία, ανάλογη πρέπει να αναμένουμε και στα σχολεία. Υπάρχει μια πεπλανημένη άποψη τόσο σε ελληνικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο ότι ο σχολικός εκφοβισμός είναι ένα καινούργιο φαινόμενο.

 

Γράφει η ΣΤΑΜΑΤΙΝΑ ΑΝΤΩΝΙΟΥ*

 

Ωστόσο, ο σχολικός εκφοβισμός (bullying), προϋπήρχε από την αρχή της μαζικής εκπαίδευσης. Είναι ένα σύμπτωμα της κοινωνικής παθογένειας,  που υπήρχε στα σχολεία της χώρας μας από τη δεκαετία του 1990 σε πολύ μικρότερο βαθμό βέβαια, κλιμακώθηκε το 2000 και μετά από το 2010 είναι ευδιάκριτα σε εμάς τα επιβαρυντικά στοιχεία του φαινομένου αυτού.

Έπειτα από την πανδημία και των περιορισμών που επέβαλε αυτή, αναδύθηκε πιο έντονα το φαινόμενο αυτό, τόσο στο σχολικό περιβάλλον που έχει επιβαρυνθεί η κατάσταση, όσο στο οικογενειακό περιβάλλον και σε άλλους διαπροσωπικούς θύλακες της προσωπικής μας ζωής.

Έτσι, το σχολείο γίνεται ολοένα  περισσότερο παθολογικό και περισσότερο παραβατικό καθώς συναντάμε πράξεις που αγγίζουν τα όρια του κακουργήματος, όπως συνεχώς βλέπουμε και στις ειδήσεις. Το bullying σήμερα, αποτελεί το μεγαλύτερο και σημαντικό πρόβλημα του ελληνικού σχολείου.

Σύμφωνα με την UNESCO, ένας στους τέσσερις μαθητές στην Ευρώπη έχει υποστεί σχολικό εκφοβισμό από συμμαθητές του. Παγκοσμίως, ένας στους τρείς μαθητές δέχονται συστηματικά bullying στο σχολικό χώρο και αυτό αποτελεί μία στατιστική την οποία δεν μπορούμε να ανεχθούμε ως κοινωνία.

Η βία στα σχολεία αποτελούσε για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα ένα ζήτημα-ταμπού. Μια σειρά περιπτώσεων που βγήκαν στην επιφάνεια όμως, έδωσε τον απαραίτητο χώρο στην επιστημονική κοινότητα να γράψει εξαιρετικά άρθρα, τα οποία αναφέρονται στις επιπτώσεις του, στα παιδιά-θύματα, στα βασικά χαρακτηριστικά τους, αλλά και σε αυτά των παιδιών-θύτες, στους τρόπους αντιμετώπισης, σε έρευνες που έχουν γίνει, στην ημέρα κατά του σχολικού εκφοβισμού (6η Μαρτίου), σε εκπαιδευτικά σεμινάρια που πραγματοποιούνται, καθ’ όλη τη χρονιά, στους σχολικούς χώρους.

Από το 2015 και το 2018 παρατηρήθηκε αύξηση στα παιδιά που είναι δέκτες σχολικού εκφοβισμού κατά 4%, στις χώρες του ΟΟΣΑ, καθώς όλες οι ενέργειες που είχαν ληφθεί για την καταπολέμηση του σχολικού εκφοβισμού, είχαν θεωρητικό χαρακτήρα. Μέχρι και το 2019 δεν υπήρχε ιδιαίτερη μέριμνα από την πολιτεία ώστε να θεραπεύσει τα αίτια που γεννούν το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού αλλά ούτε και σοβαρά μέτρα αντιμετώπισής του.

Πιο συγκεκριμένα, σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια υπήρχαν 1600 ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργεί στο εκπαιδευτικό περιβάλλον, με ελάχιστες και αποσπασματικές επιμορφώσεις των εκπαιδευτικών, που καλούνται να το διαχειριστούν, ενώ τα προγράμματα σπουδών αναφορικά με την πρόληψη της σχολικής βίας, προϋπήρχαν από το 1998.

Τα τελευταία τέσσερα χρόνια καταβάλετε μια συστηματική προσπάθεια από την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, ώστε να αναληφθούν οι απαραίτητες πρωτοβουλίες που θα περιορίσουν , αν όχι εξαλείψουν , το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού.

Στην κατεύθυνση αυτή έχουν θεσμοθετηθεί Σύμβουλοι σχολικής ζωής σε κάθε σχολική μονάδα, έχει διπλασιαστεί ο αριθμός ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών (σε 3200) και έχει αυξηθεί κατακόρυφα η χρηματοδότηση (κατά 150%) σε Κέντρα Διεπιστημονικής Αξιολόγησης, Συμβουλευτικής και Υποστήριξης (ΚΕΔΑΣΥ) για ολοκληρωμένη και άμεση παρέμβαση όπου κρίνεται απαραίτητο. Επιπροσθέτως, έχουν εισαχθεί τα Εργαστήρια Δεξιοτήτων στο υποχρεωτικό ωρολόγιο πρόγραμμα με θεματικές (πχ σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, ανθρώπινα δικαιώματα) που στοχεύουν στη συμπερίληψη και στην αποδοχή της διαφορετικότητας του κάθε μαθητή.

Αναλογιζόμενοι κακοποιητικές συμπεριφορές που λαμβάνουν χώρα στην κοινωνία, αντιλαμβανόμαστε τον καίριο ρόλο της ορθής διαπαιδαγώγησης των ανθρώπων από την παιδική τους ηλικία. Είναι σχεδόν αυτονόητο, ότι εάν κάθε άνθρωπος λάμβανε την κατάλληλη παιδεία, οι δείκτες εγκληματικότητας θα ήταν σαφώς χαμηλότεροι, όταν τα παιδιά ενηλικιώνονταν και εντάσσονταν στο κοινωνικό σύνολο.

Σε αυτό το πλαίσιο, έχουν εισαχθεί 166 νέα προγράμματα που ενσωματώνουν έννοιες και αναλύσεις κατά της βίας και των διακρίσεων. Με το τελευταίο νομοσχέδιο «Ζούμε Αρμονικά Μαζί – Σπάμε τη Σιωπή», προ των πυλών είναι η δημιουργία ψηφιακής πλατφόρμας αναφοράς περιστατικών, όπου στοχεύει στο να ωθήσει μαθητές και γονείς να αναφέρουν επώνυμα ή ανώνυμα περιστατικά ενδοσχολικής βίας.

Ειδικότερα, ο στόχος είναι η καταγραφή του περιστατικού σε ειδικά διαμορφωμένη φόρμα προς την Ομάδα Δράσης του σχολείου, με κοινοποίηση στην αρμόδια Δ/νση Εκπαίδευσης.

Τέλος, υπάρχει η δυνατότητα στους αναφέροντες να παρακολουθήσουν την πορεία της αναφοράς τους μέσω της ειδικά διαμορφωμένης πλατφόρμας, στην οποία θα παρέχεται εκπαιδευτικό υλικό επιμόρφωσης για τους εκπαιδευτικούς, τα στελέχη εκπαίδευσης και τις Ομάδες Δράσης, εγκεκριμένα προγράμματα και εκπαιδευτικό υλικό που σχετίζονται με τον σχολικό εκφοβισμό και την ενδοσχολική βία ενώ για τους γονείς θα προσφέρεται χρήσιμο και πρακτικό υλικό, ώστε να έχουν εργαλεία έμπρακτης υποστήριξης των παιδιών τους.

Σύμφωνα με την UNESCO, μόνο σε πέντε χώρες έχει παρατηρηθεί μείωση στο ποσοστό των μαθητών που είναι θύματα σχολικού εκφοβισμού και σωματικής βίας. Έτσι, καθίσταται πασιφανές πως, το φαινόμενο αυτό είναι πολυδιάστατο και όσες πρωτοβουλίες και να ληφθούν από την πλευρά της Πολιτείας, θα πρέπει να καλλιεργηθεί και από το οικογενειακό περιβάλλον, η αποδοχή των παιδιών, ώστε να μη στοχοποιούν τους αδύναμους συμμαθητές τους, κουβαλώντας τραύματα που τους έκαναν να αισθάνονταν αδύναμοι μέσα στην οικογένεια.

To τέλος στην ενδοσχολική βία θα έρθει από εμάς, όταν υιοθετήσουμε σαν κοινωνία την νοοτροπία να μιλάμε και να καταγγέλλουμε τα περιστατικά αυτά, να «σπάσουμε τη σιωπή» όλοι μαζί.

*Η Σταματίνα Αντωνίου είναι Τομεάρχης Παιδείας και Δια Βίου Μάθησης της ΟΝΝΕΔ