Ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, αναφέρθηκε στον ιντερνετικό στοιχηματισμό και τις δυνατότητες που μπορεί να παρέχει στην χώρα, στην 3η διεθνή διεπιστημονική Ημερίδα «Ο Αθλητικός στοιχηματισμός σήμερα: Προκλήσεις και προοπτικές για την ελληνική οικονομία και κοινωνία».
Ο κ. Σταϊκούρας έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στον έλεγχο, όσο και στην ασφαλή συμμετοχή των παικτών. «Θέλω να σας ευχαριστήσω για την πρόσκληση να παραστώ στη σημερινή εκδήλωση, μια πολύ ενδιαφέρουσα εκδήλωση. Έχει ιδιαίτερη σημασία, ιδιαίτερη αξία και θα τον βρούμε μπροστά μας ως χώρα τον διαδικτυακό στοιχηματισμό. Σύμφωνα με τα στοιχεία, τα ακαθάριστα έσοδα ήταν 5.5 δισ. ευρώ, όταν ο τζίρος όλων των επίγειων παιγνίων διαμορφώθηκαν στα 6,1 δισ. ευρώ. Αντιλαμβάνεται κανείς πως εξελίσσεται η αγορά του ιντερνετικού στοιχηματισμού. Είναι προφανές ότι η αναλογία θα γέρνει προς το ίντερνετ» τόνισε αρχικά και πρόσθεσε λέγοντας μεταξύ άλλων:
«Η σημερινή κυβέρνηση δρώντας με ταχύτητα και αποφασιστικά μέσα στους πρώτους τρεις μήνες αποφάσισε νόμο για τον ιντερνετικό στοιχηματισμό. Αναβαθμίζεται και εκσυγχρονίζεται το πλαίσιο λειτουργίας, εξασφαλίζονται συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού, διασφαλίζεται η ασφαλής συμμετοχή παικτών, προσελκύονται επενδύσεις, προστατεύονται τα προσωπικά δεδομένα, αυξάνονται τα έσοδα μέσω αδειοδοτήσεων και φορολογίας, ενισχύεται η προστασία των παικτών από τα παράνομα δίκτυα στα ελεγχόμενα δίκτυα».
Ο υπουργός Οικονομικών, στη συνέχεια, αναφέρθηκε στην έρευνα που έγινε για να παρθούν οι αποφάσεις: «Πήραμε παραδείγματα από τη Δανία, την Πορτογαλία, την Γαλλία, την Μάλτα, την Κύπρο. Προβλέπονται, αποκλειστικά, δύο είδη αδειών διαδικτυακών τυχερών παιγνίων, μία για το “διαδικτυακό στοίχημα” και μία για τα “λοιπά διαδικτυακά παίγνια”, όπως το καζίνο. Στα 3.000.000 ευρώ ορίζεται το αντίτιμο για την άδεια διαδικτυακού στοιχήματος, στα 2.000.000 ευρώ για τα λοιπά παίγνια. Η διάρκεια είναι για 7 έτη και με δυνατότητα ανανέωσης για ίσο χρονικό διάστημα έπειτα από την καταβολή ισόποσου τιμήματος. Παράλληλα θα πρέπει να ενδυναμώσουν το ρόλο της ΕΕΠ και το πληροφοριακό σύστημα ελέγχου και εποπτείας. Έτσι, επιτυγχάνεται ο έλεγχος».