Η κυβέρνηση δεν συμβιβάζεται «με τις κακές όψεις του ελληνικού κράτους, πρέπει να τις αλλάξουμε. Δεν είναι αυτή η Ελλάδα για την οποία δουλεύουμε, η Ελλάδα στην οποίαν πιστεύουμε»: το μήνυμα αυτό έστειλε ο υπουργός Επικρατείας ‘Ακης Σκέρτσος, σε συνέντευξή του στο ραδιοφωνικό σταθμό «Παραπολιτικά», με αφορμή τη σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών.
Αναλυτικά, όταν συμβαίνουν τόσο συντριπτικά γεγονότα όπως είναι «τα Τέμπη, το Μάτι, η Μάνδρα, η “Μαρφίν” παλαιότερα, η χρεοκοπία της χώρας μας πριν από 12-13 χρόνια, δεν πρέπει να κρυβόμαστε πίσω από ένα μπαλάκι ευθυνών. Πρέπει να οδηγούμαστε σε μεγαλύτερη συλλογική εθνική αυτογνωσία. Αν θεωρούμε, επομένως, ότι το συμπέρασμα που βγαίνει από την τραγωδία των Τεμπών, είναι ότι χρειαζόμαστε λιγότερη αξιολόγηση στο Δημόσιο ή λιγότερο επιτελικό κράτος, τότε κάτι δεν έχουμε καταλάβει σωστά σε σχέση με τη συμφορά που μας έχει βρει. Χρειαζόμαστε ακόμη πιο ισχυρούς μηχανισμούς που θα εμπεδώσουν τη διαδικασία της αξιολόγησης, της στοχοθεσίας, και στο ανθρώπινο δυναμικό και στις πολιτικές που εφαρμόζουμε, των κυρώσεων όπου οι διαδικασίες δεν εφαρμόζονται σωστά», ήταν η εισαγωγική παρατήρηση του υπουργού Επικρατείας.
Ενώ για την τραγωδία στα Τέμπη ειδικότερα, είπε πως ήταν «μια αλληλουχία ανθρώπινων λαθών και κακοδιοίκησης, δεν οφείλεται μόνο στην έλλειψη συστημάτων. Συστήματα υπήρχαν, δικλίδες ασφαλείας υπήρχαν, όμως δεν υπήρχε σωστή διοίκηση του ανθρώπινου δυναμικού για να αποτρέψουμε το λάθος. Αν χρειάζεται κάτι επειγόντως η χώρα μας – και έχουν γίνει βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση σε πολλά πεδία τα τελευταία χρόνια – είναι η πολύ πιο μεγάλη επιμονή στην αξιολόγηση στο να επιλέγουμε και να βάζουμε τον κατάλληλο άνθρωπο στην κατάλληλη θέση, στο να μην έχουμε χαλαρή αντίληψη όταν διαχειριζόμαστε σημαντικές ευθύνες που επηρεάζουν τις ζωές των ανθρώπων. Από το υψηλότερο επίπεδο της πολιτικής ηγεσίας μέχρι και τον τελευταίο υπάλληλο του κράτους».
Και, εν συνεχεία, «έχουμε μία κυβέρνηση, η οποία, μέχρι και το δυστύχημα των Τεμπών, είχε φέρει αποτελέσματα. Χωρίς διάθεση έπαρσης ή αλαζονείας έφερε αποτελέσματα που είχαμε πολλά χρόνια να δούμε στην ελληνική δημόσια διοίκηση. Ακριβώς γιατί έχει έναν πρωθυπουργό και υπουργούς που έχουν αναλάβει μία ευθύνη: να πάνε τη χώρα πιο μπροστά». Από την άλλη, διευκρίνισε, «αυτό το τραγικό δυστύχημα μας έφερε αντιμέτωπους με τις πολλές διαχρονικές υστερήσεις που έχει σε πάρα πολλά πεδία το Δημόσιο. Δεν μπορεί ο πρωθυπουργός ή ο υπουργός να ελέγχει τον τρόπο διοικεί ένας τοπικός επιθεωρητής το σταθμαρχείο Λάρισας, το κατά πόσο γίνονται σκάντζες μεταξύ των σταθμαρχών για το αν θα πάνε νωρίτερα ή αργότερα στη βάρδιά τους ή για το κατά πόσο ένας εκπαιδευμένος, κατά τα άλλα, σταθμάρχης επιλέγει να μη χρησιμοποιήσει ένα πληροφοριακό σύστημα τηλεδιοίκησης».
O μηδενισμός, ο χειρότερος εχθρός για μια δημοκρατία
Στην επόμενη φράση του, όμως, ο υπουργός Επικρατείας στηλίτευσε την ισοπέδωση και το μηδενισμό ως το χειρότερο εχθρό για μια δημοκρατία. ‘Αλλωστε, συμπλήρωσε, μιλάμε για «μια κοινωνία η οποία τα τελευταία 13 χρόνια έχει χτυπηθεί πάρα πολύ, έχει υποφέρει από οριζόντιες, τεράστιες περικοπές, που οδήγησαν στο σιδηροδρομικό έργο και όχι μόνον εκεί, σε μία πολύ χαμηλή ποιότητα δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών […] ζούμε σε ένα κράτος που έχασε το 25-30% του ΑΕΠ του πριν από 12 χρόνια και προσπαθούμε να φτάσουμε – και ακόμη δεν έχουμε φτάσει – εκεί που ήμασταν το 2008 και 2009».
Συμπερασματικώς, η κυβέρνηση δεν συμβιβάζεται «με τις κακές όψεις του ελληνικού κράτους, πρέπει να τις αλλάξουμε. Δεν είναι αυτή η Ελλάδα για την οποία δουλεύουμε, η Ελλάδα στην οποίαν πιστεύουμε». Ενώ κληθείς να σχολιάσει, στο σημείο αυτό, την παλαιότερη φράση που είχε αποδοθεί στον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη, «αυτή είναι η Ελλάδα», ο υπουργός Επικρατείας εξέφρασε την αντίρρησή του: «Όχι, είναι ο αντίποδας. Τον σέβομαι και τον τιμώ (σ. σ. τον πρώην πρωθυπουργό), αλλά δεν είναι αυτή η Ελλάδα. Έχει πολύ άξιους ανθρώπους, έχει άξιους κρατικούς υπαλλήλους».
Σε ερώτημα εάν θα αναζητηθούν ευθύνες από τη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων απάντησε ως εξής: «Όλοι όσοι έχουν συμμετοχή σε αυτό το τραγικό δυστύχημα, δεν μπορούν να αισθάνονται και να κάθονται άνετα στις καρέκλες τους. Είναι το ελάχιστο, το οποίο οφείλουμε στις οικογένειες των θυμάτων, τους τραυματίες, τους επιβάτες που έζησαν αυτήν την τραγική εμπειρία. Η Αρχή έχει στηθεί κακά εξ αρχής, ήταν υποστελεχωμένη. Υπάρχουν ευθύνες και του ΣΥΡΙΖΑ και των πολιτικών κομμάτων που αποψίλωναν το προσωπικό της για να μεταφέρουν (άτομα) σε πολιτικά ή κομματικά γραφεία. Όπως έχει πει ο πρωθυπουργός, ναι, θα αναλάβουμε την ευθύνη που μας αναλογεί, δεν θα κρυφτούμε από αυτήν. Αναλαμβάνουμε και την ευθύνη να πάμε τον ΟΣΕ, τους σιδηροδρόμους στην επόμενη ημέρα. Αλλά δεν πρέπει να κρύψουμε κάτω από το χαλί και τις συστημικές ευθύνες και παθογένειες που υπάρχουν στις αποσπάσεις».
Ταυτοχρόνως, ο ‘Α. Σκέρτσος προχώρησε, την ίδια ώρα, σε μια συνολική κριτική και προς εκείνους που στερούν κρίσιμο προσωπικό από μια ανεξάρτητη αρχή, και προς τους γιατρούς, οι οποίοι «ελαφρά τη καρδία δίνουν αναρρωτικές άδειες σε ανθρώπους που εμπλέκονται στο τραγικό δυστύχημα. Είμαστε απέναντι σε αυτό το κακό κράτος και θα το αλλάξουμε», διεμήνυσε. Επικαλούμενος, παραλλήλως, την εμπειρία από τον ιδιωτικό τομέα, έκανε αναφορά και στο νέο νόμο εσωτερικού ελέγχου που θα διέπει τη λειτουργία του ελληνικού Δημοσίου. Ένας νόμος που, συμπλήρωσε, καταψηφίσθηκε από ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ πάντως.
Εξονυχιστικός θα είναι ο έλεγχος
Όσον αφορά την επόμενη ημέρα των σιδηροδρόμων, επεσήμανε ότι «ο κ. Γεραπετρίτης με τις υπηρεσίες του Υπουργείου θα κάνει το καλύτερο που μπορεί». Ευρύτερα για το σύνολο των μεταφορών, «η εντολή που έχουν δώσει ο πρωθυπουργός και ο κ. Γεραπετρίτης είναι σαφής και αυστηρή: όλες οι κρίσιμες υποδομές που αφορούν σε λιμάνια, αεροδρόμια, σιδηροδρόμους και οδικές διασυνδέσεις θα ελεγχθούν εξονυχιστικά. Δεν πρέπει να υπάρχει καμία αίσθηση ανασφάλειας, που ροκανίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το κράτος, για τις κρίσιμες αυτές λειτουργίες και υποδομές».
Και, περιγράφοντας τα επόμενα βήματα για τον ελληνικό σιδηρόδρομο, αυτά «αφορούν στη συνδρομή που έχουμε ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αλλά και από χώρες με διευρυμένα δίκτυα σιδηροδρόμων, όπως η Γερμανία […] στη στελέχωση και ενδυνάμωση του ανθρώπινου δυναμικού. Την τετραετία 2015-19 αποχώρησαν 480 άνθρωποι από τον ΟΣΕ και έγιναν 26 προσλήψεις. Εμείς έχουμε δρομολογήσει 220 προσλήψεις μέσω ΑΣΕΠ και άλλες 200 προσλήψεις συμβασιούχων. Είπαμε, επίσης, ότι δεν θα υπάρχει σταθμός χωρίς δύο σταθμάρχες. Αυτό μπορεί να σημαίνει πιο αραιό μεταφορικό έργο το επόμενο διάστημα, είναι όμως αναγκαίο να ανακτήσουμε την εμπιστοσύνη».
Στο ερώτημα δε, εάν ο Κώστας Αχ. Καραμανλής θα εμφανισθεί σε κάποια Επιτροπή της Βουλής να δώσεις απαντήσεις, ο υπουργός Επικρατείας δήλωσε ότι «ο κ. Καραμανλής έχει επιλέξει μια στάση ευθύνης με τον τρόπο που διαχειρίστηκε από την πρώτη ημέρα το τραγικό συμβάν. Κάτι που δεν είναι καθόλου συνηθισμένο στο πολιτικό σύστημα, (κάτι που) πρέπει να αποτελεί οδηγό για τον τρόπο με τον οποίο κάθε πολιτικό πρόσωπο αντιλαμβάνεται και αναλαμβάνει τις ευθύνες του. Είμαι βέβαιος ότι ο κ. Καραμανλής θα μιλήσει και θα εξηγήσει, θα αναδείξει και τι έχει κάνει και ποιες είναι οι διαχρονικές αδυναμίες». Σε προηγούμενη συνέντευξή του, το πρωί, στον τηλεοπτικό σταθμό “Mega”, ερωτηθείς για το ίδιο θέμα ο ‘Α. Σκέρτσος είχε χαρακτηρίσει «αυτονόητο» ότι ο κ. Καραμανλής «πρέπει να μιλήσει δημόσια, αλλά και στις Επιτροπές της Βουλής».
Ενώ στο ερώτημα αν, κατά την άποψή του, μπορεί να διεκδικήσει και πάλι την ψήφο των πολιτών στο νομό Σερρών, απάντησε ως εξής: «Ο κ. Καραμανλής θα σταθμίσει ο ίδιος πώς θα διαχειρισθεί την υπόθεση. Η δική μας άποψη και θέση είναι ότι μπορεί και πρέπει να κατεβεί εφόσον θέλει να διεκδικήσει την ψήφο της εκλογικής του βάσης. Δεν βαρύνεται ο κ. Καραμανλής με ποινικές ευθύνες αυτήν τη στιγμή».
Όταν του ζητήθηκε να περιγράψει την πρώτη του αντίδραση, μόλις έμαθε τη σύγκρουση των δύο τρένων, ο ‘Α. Σκέρτσος ανέφερε πως ήλθε σε επαφή με την Πολιτική Προστασία, με την Πυροσβεστική, την Αστυνομία και «αμέσως βρεθήκαμε όλοι στο Κέντρο Επιχειρήσεων της Πολιτικής Προστασίας για να μπορέσουμε να κάνουμε διαχείριση της κατάστασης».
Κληθείς, ταυτοχρόνως, να σχολιάσει μια φράση που ακούγεται στο δημόσιο διάλογο, ότι «τα Τέμπη ήταν το Μάτι του Κυριάκου Μητσοτάκη», ο υπουργός Επικρατείας αντέδρασε με έντονο τρόπο λέγοντας: «Είναι εντελώς άκαιρες οι συγκρίσεις και οι συμψηφισμοί. Το θεωρώ πρόστυχο, σε ανθρώπινο επίπεδο -και το λέω ωμά. Δεν μπορεί να μπαίνουν σε ζυγαριά οι “δικοί μας” και οι “δικοί σας” νεκροί. Είναι απάνθρωπο. Όποιος διακινεί τέτοιες αναλύσεις, δεν σέβεται την ανθρώπινη ζωή».
Η συνέντευξη έκλεισε με δημοσκοπήσεις και μετεκλογικά σενάρια. Ωστόσο, «δεν είναι ο καιρός να κάνουμε εκλογικά σενάρια. Αυτή τη στιγμή υπάρχει σοβαρή ρήξη εμπιστοσύνης των πολιτών προς το πολιτικό σύστημα συνολικά, που πρέπει να αντιμετωπισθεί με την αναγκαία υπευθυνότητα από όλους. Δεν έχει σημασία να μιλάμε εν θερμώ ούτε για δημοσκοπικά ευρήματα ούτε για εκλογικά/μετεκλογικά σενάρια». Επίσης, «δεν θα μπω σε ημερομηνίες, είναι η απόφαση του πρωθυπουργού πότε θα γίνουν οι εκλογές», κατέληξε.