Τα χαρακτηριστικά του… γιοφυριού της Αρτας έχει ο Οργανισμός Ελληνικών Σιδηροδρόμων, τον οποίο πολλοί προσπάθησαν να εξυγιάνουν, να εκσυγχρονίσουν και να μεταμορφώσουν προς το καλύτερο στο παρελθόν, χωρίς ωστόσο αποτέλεσμα. Αχίλλειος πτέρνα, ο διαχρονικός κατακερματισμός αρμοδιοτήτων, υπηρεσιών και έργου σε ό,τι αφορά το τρένο στη χώρα, κάτι το οποίο επί της ουσίας δεν αντιμετωπίστηκε ούτε με την εξαγορά και ανάληψη του μεταφορικού κομματιού του (ΤΡΑΙΝΟΣΕ) από την ιταλική Ferrovie dello Stato Italiane το 2016-17.

 

Γράφει ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ

 

Μια… πονεμένη ιστορία, που πλέον προκαλεί αβάσταχτο πόνο μετά το δυστύχημα στα Τέμπη, είναι αυτή των ελληνικών σιδηροδρόμων στη σύγχρονη εποχή. Το επί δεκαετίες δημοφιλέστερο και ασφαλέστερο μέσο μαζικής μεταφοράς μακρινών αποστάσεων, που συνδέθηκε με περιόδους ανάπτυξης και ευημερίας της χώρας, κατέστη σταδιακά ζημιογόνο και απαξιώθηκε, σε μια αντίστροφη πορεία απ’ ό,τι συνέβη διεθνώς.

Η τελευταία προσπάθεια αναβάθμισής του θεωρητικά είναι ακόμα σε εξέλιξη και «κρατά» από το 2005, όταν ο ΟΣΕ –υπό το βάρος του συσσωρευμένου χρέους και του υπέρογκου λειτουργικού κόστους ετησίως– «έσπασε» σε επτά κομμάτια, προκειμένου κάποια από αυτά είτε να αναπτυχθούν αυτόνομα (Προαστιακός), είτε να είναι «ευπώλητα» αφού στις προθέσεις της κυβέρνησης Καραμανλή υπήρχε η μερική ιδιωτικοποίηση (όχι των υποδομών) στο πρότυπο των γερμανικών σιδηροδρόμων.

Με μια ενδιάμεση τροποποίηση, το 2008 όταν διαχωρίστηκε η ΤΡΑΙΝΟΣΕ και μεταβιβάστηκε στο Δημόσιο, το 2010 σχηματοποιήθηκε το νέο οργανόγραμμα του ΟΣΕ, των θυγατρικών και των συνδεδεμένων εταιρειών του, με νέα κατανομή έργου και αρμοδιοτήτων.

 

Οι Ιταλοί

Συγκεκριμένα, ο νόμος 3891/2010, με τίτλο «Αναδιάρθρωση, εξυγίανση και ανάπτυξη του ομίλου ΟΣΕ και της ΤΡΑΙΝΟΣΕ», προέβλεπε την απορρόφηση της εταιρείας «Εθνικός Διαχειριστής Σιδηροδρομικής Υποδομής ΑΕ» (ΕΔΙΣΥ) και την αρμοδιότητα των σιδηροδρομικών υποδομών (δίκτυο, σηματοδότηση, σταθμούς κ.λπ.) από τον ΟΣΕ, αφήνοντας στην ΕΡΓΟΣΕ τη «μελέτη, δημοπράτηση, προμήθεια, κατασκευή, διοίκηση έργων σιδηροδρομικής υποδομής με των επ’ αυτής σιδηροδρομικών συστημάτων», υπηρεσίες που παρέχει στον ΟΣΕ, ο οποίος έχει αρμοδιότητα τη διαχείριση και τη λειτουργία του σιδηροδρομικού δικτύου.

Το κομμάτι της διαχείρισης και της αξιοποίησης των ακινήτων των σιδηροδρόμων παραμένει στη ΓΑΙΑΟΣΕ, η οποία την περασμένη δεκαετία και υπό το βάρος των υποχρεώσεων της χώρας, υπάχθηκε στο Υπερταμείο ενώ η ΤΡΑΙΝΟΣΕ παρέμεινε αυθύπαρκτη και ανεξάρτητη ως υπεύθυνη για το μεταφορικό κομμάτι, τα δρομολόγια των αμαξοστοιχιών και τους επιβάτες τους.

Το 2017, ύστερα από σειρά διαγωνισμών και με έντονο παρασκήνιο, η ΤΡΑΙΝΟΣΕ καταλήγει στην ιταλική Ferrovie Dello Stato Italiane αντί 45 εκατ. ευρώ και δημιουργείται η Hellenic Train FSI, «ως βασικός πάροχος σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών και εμπορευμάτων. Η εταιρεία παρέχει τις σιδηροδρομικές υπηρεσίες χρησιμοποιώντας το δίκτυο και την εν γένει σιδηροδρομική υποδομή η οποία ανήκει στον ΟΣΕ (καταβάλλοντας τα αντίστοιχα τέλη πρόσβασης δικτύου)».

 

Παραιτήσεις

Στο σήμερα και την επαύριο του τραγικού δυστυχήματος στη Λάρισα, οι διοικητές των ΟΣΕ Σπύρος Πατέρας και ΕΡΓΟΣΕ Χρήστος Βίνης παραιτήθηκαν ως επικεφαλής των αρμόδιων φορέων για τις υποδομές του σιδηροδρομικού δικτύου, τη σηματοδότηση, τα συστήματα διαχείρισης της κυκλοφορίας αλλά και τη λειτουργία των συστημάτων ασφαλείας στο δίκτυο.

Από την άλλη πλευρά, στην ιδιωτική Hellenic Train, η οποία είναι υπεύθυνη για τα καθημερινά δρομολόγια και την ασφαλή μεταφορά των επιβατών στα τρένα της, προσάπτεται η προχειρότητα στην έκδοση εισιτηρίων για τη μοιραία αμαξοστοιχία με αποτέλεσμα να μη γνωρίζουμε ακόμα τον ακριβή αριθμό των επιβαινόντων και κατ’ επέκταση των αγνοουμένων.

Υπενθυμίζεται πως η εταιρεία χρεώνεται διάφορες δυσλειτουργίες στην εκτέλεση των δρομολογίων (καθυστερήσεις κατ’ εξακολούθηση, ακινητοποιήσεις αμαξοστοιχιών, ματαιώσεις δρομολογίων), αλλά και βλάβες στις αμαξοστοιχίες της, ενώ η Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων (ΡΑΣ) της επέβαλε διοικητικό πρόστιμο 300.000 ευρώ για την ακινητοποίηση πέντε αμαξοστοιχιών τον Ιανουάριο και την ταλαιπωρία του επιβατικού κοινού σε συνθήκες κακοκαιρίας.