«Η προηγούμενη κυβέρνηση και σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση θα έπρεπε να βλέπει τα έργα και τις ημέρες της δικής της περιόδου, γιατί εκεί μπορεί κανείς πολύ εύκολα, όχι μόνο να καταγράψει αντισυνταγματικότητες, για τις οποίες πολλές φορές είχαμε καταγγείλει την κυβερνητική πολιτική, αλλά μια πρακτική αδυναμία σεβασμού σε βασικές θεσμικές δομές, οι οποίες με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο περιγράφουν την ελληνική πολιτεία», δήλωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, βουλευτής Καρδίτσας της ΝΔ Κώστας Τσιάρας στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 fm», για την απόρριψη της ένστασης αντισυνταγματικότητας, που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ σε σειρά άρθρων (για την κυβερνησιμότητα των ΟΤΑ, το πανεπιστημιακό άσυλο, το ασυμβίβαστο στην Επιτροπή Ανταγωνισμού), που περιλαμβάνονται στο διυπουργικό νομοσχέδιο, το οποίο ψηφίζεται απόψε στην Ολομέλεια της Βουλής.
«Όλα αυτά είναι ζητήματα τα οποία τα είχαμε ως προτεραιότητα στην προεκλογική μας ατζέντα, άρα το μόνο το οποίο μπορεί σήμερα να έρχεται και να μας κατηγορεί η σημερινή αντιπολίτευση είναι απλά και μόνο η συνέπειά μας σε όλα αυτά για τα οποία είχαμε δεσμευτεί απέναντι στους πολίτες σε προηγούμενο χρόνο», επισήμανε ο κ. Τσιάρας. «Εμείς δεν κάνουμε τίποτε άλλο παρά να απαντάμε σε προβλήματα και παθογένειες που καταγεγραμμένα υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία και την ελληνική πολιτεία», τόνισε, διευκρινίζοντας ότι το διυπουργικό νομοσχέδιο ασχολείται με «τα επιμέρους ζητήματα, τα οποία έχουν απασχολήσει την κοινή γνώμη όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα, ήταν αντικείμενο όλα αυτά τα ζητήματα ενός ευρύτερου πολιτικού και κοινωνικού διαλόγου και προβληματισμού ταυτόχρονα, αλλά και από την άλλη πλευρά απαιτούσαν επιτακτικά να δοθεί κάποια λύση».
«Συνθήκες απόλυτης ανεξαρτησίας στις ανεξάρτητες Αρχές»
Σε ό,τι αφορά το άρθρο 101 του πολυνομοσχεδίου, που ορίζει αναδρομικά ασυμβίβαστο για την πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, Βασιλική Θάνου, λόγω της προηγούμενης θητείας της στο γραφείο του πρώην πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, ο υπουργός Δικαιοσύνης τόνισε ότι «η επιχειρηματολογία στην οποία στέκεται σήμερα η αξιωματική αντιπολίτευση δυστυχώς καταδεικνύει για μια ακόμη φορά τη δική της ατελέσφορη ουσιαστικά πολιτική σε ένα κομμάτι που θα έπρεπε να είναι έξω από μικροκομματικές σκοπιμότητες».
«Δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να διασφαλίζουμε συνθήκες απόλυτης ανεξαρτησίας σε ανεξάρτητες αρχές, σε επιτροπές οι οποίες έχουν έναν πολύ συγκεκριμένο ρόλο, για να διασφαλίζουν και τους όρους της διαφάνειας, αλλά και από την άλλη πλευρά να δίνουν την αίσθηση στον Έλληνα πολίτη ότι το ελληνικό κράτος υπάρχει και λειτουργεί», υπογράμμισε, υπενθυμίζοντας ότι «η κ. Θάνου ψηφίστηκε στο ελληνικό κοινοβούλιο από τον ΣΥΡΙΖΑ και τη Χρυσή Αυγή» και παρατηρώντας ότι «η συγκεκριμένη επιτροπή στελεχώνεται απλά και μόνο από συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού και από ανθρώπους, οι οποίοι βρισκόντουσαν φίλα προσκείμενοι στον πολιτικό χώρο του ΣΥΡΙΖΑ».
«Όλα αυτά», εξήγησε, «είναι ζητήματα, τα οποία θέτουν μια τεράστια αμφισβήτηση απέναντι στη δεδομένη ανάγκη ότι οι ανεξάρτητες επιτροπές, όπως είναι η Επιτροπή Ανταγωνισμού, θα έπρεπε στην πραγματικότητα να λειτουργούν με στελέχωση ανθρώπων αποδοχής από όλα τα πολιτικά κόμματα, κάτι το οποίο εμείς κάναμε μεγάλη προσπάθεια να εμπεδωθεί για το σύνολο των ανεξαρτήτων Αρχών». Επειδή, όπως προσέθεσε, «αυτή είναι μία γενικότερη πεποίθηση, που διέπει και τη Νέα Δημοκρατία και τον σημερινό πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη -ότι πρέπει επιτέλους να δημιουργήσουμε την απόλυτη ανεξαρτησία των βασικών δομών, που υπηρετούν με έναν συγκεκριμένο συνταγματικό τρόπο την ελληνική κοινωνία και τους Έλληνες πολίτες και πρέπει επιτέλους να δημιουργήσουμε όρους απόλυτης διαφάνειας σε όλες τις διαδικασίες, που αφορούν τις σχέσεις των πολιτών με το κράτος, αλλά βεβαίως και την ίδια τη λειτουργία του κράτους».
«Αυτονόητη κατεύθυνση για την κυβερνησιμότητα των δήμων»
Αναφερόμενος, εξάλλου, στα άρθρα του πολυνομοσχεδίου που αφορούν την κυβερνησιμότητα των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης ο κ. Τσιάρας σημείωσε πως «από την πρώτη στιγμή είχαμε δει το μεγάλο πρόβλημα που δημιουργείται με την κυβερνησιμότητα των Δήμων με τον “Κλεισθένη” και είχαμε επισημάνει στην προηγούμενη κυβέρνηση ότι μπαίναμε σε ένα καθεστώς ακυβερνησίας».
«Προτείνουμε μια αυτονόητη ουσιαστικά κατεύθυνση, η οποία δίνει τη δυνατότητα κυβερνησιμότητας στους δήμους, τουλάχιστον να μη βρεθούν προ εκπλήξεων οι εκλεγμένοι από τον κόσμο δήμαρχοι». Παρατήρησε δε, ότι «κάποιοι για διαφορετικούς λόγους είναι αντίθετοι, υπάρχουν μικροπολιτικές σκοπιμότητες και μικροπολιτικά παιχνίδια», ενώ «πάντα και η διαχείριση των οικονομικών πόρων συγκεντρώνει πολλά ζητήματα, οργανώνει συμφέροντα και υπάρχουν ζητήματα τα οποία δεν έχουν απαντηθεί θεσμικά και θα τα απαντήσουμε στο επόμενο χρονικό διάστημα μέσα, πάλι από συγκεκριμένες πολιτικές και νομοθετικές πρωτοβουλίες».
«Δυστυχώς», συνέχισε ο υπουργός, «η προηγούμενη κυβέρνηση, αφενός μεν λόγω της προχειρότητας που πάντα επεδείκνυε σε τέτοιου είδους επιλογές, αφετέρου γιατί γνώριζαν κι οι ίδιοι στον ΣΥΡΙΖΑ ότι η επιρροή τους στον χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ήταν πάρα πολύ μικρή, επέλεξε να λειτουργήσει σε μια κατεύθυνση, που δημιουργούσε συνθήκες ακυβερνησίας των δήμων, παρά να βοηθήσει την Τοπική Αυτοδιοίκηση να πάει στο επόμενο στάδιο και βήμα και με αυξημένες προφανώς αρμοδιότητες να λειτουργήσει και στη λογική της αποκέντρωσης».
Σχετικά με τη διάταξη το πανεπιστημιακό Άσυλο υπογράμμισε ότι είναι ένα ζήτημα για το οποίο έχει γίνει μια τεράστια συζήτηση. «Δηλαδή τώρα ανακάλυψαν κάποιοι ότι το άσυλο είναι ένα ζήτημα πολιτικής αντιπαράθεσης, όταν εδώ και δεκαετίες συζητάμε και λέμε ότι όπως έχει εξελιχθεί η ιστορία του Ασύλου στην πραγματικότητα δεν προστατεύει κανέναν, ούτε τις ιδέες, ούτε τους φοιτητές, ούτε τους διδάσκοντες, παρά μόνο δημιουργεί έναν χώρο, μια εστία στην οποία μπορούν να καταφύγουν οποιοιδήποτε καταγράφονται με παραβατικές συμπεριφορές;», διερωτήθηκε.
«Δεν καταργούμε την κοινωφελή εργασία»
Ερωτηθείς, τέλος, για την αναστολή εφαρμογής της παροχής κοινωφελούς εργασίας, η οποία προβλέπεται με το άρθρο 81 του νέου Ποινικού Κώδικα, ο υπουργός Δικαιοσύνης διευκρίνισε: «Δεν την καταργούμε την κοινωφελή εργασία και το ξεκαθαρίζω. Αναστέλλουμε προς το παρόν και για μικρό χρονικό διάστημα το μέτρο της ποινής της κοινωφελούς εργασίας. Αυτό γίνεται γιατί άλλη μια φορά η προηγούμενη κυβέρνηση, με την προχειρότητα που νομοθέτησε στον νέο Ποινικό Κώδικα, δεν φρόντισε ούτε να διασφαλίσει τις συνθήκες, ούτε να προβλέψει ενδεχομένως κάποιες απαραίτητες προϋποθέσεις, οι οποίες σε έναν μεγάλο βαθμό θα διασφάλιζαν τη λειτουργία του συγκεκριμένου μέτρου».
«Με τον νέο Ποινικό Κώδικα, ο οποίος υπερψηφίστηκε μία μέρα πριν κλείσει το ελληνικό κοινοβούλιο, μια σπουδαία δουλειά διακομματικής κατά βάση συναίνεσης, η οποία θυσιάστηκε στον βωμό μιας ιδεοληπτικής σκοπιμότητας και βεβαίως με εσπευσμένη πράξη νομοθετικού περιεχομένου στις 27 Ιουνίου, που διόρθωνε 13 άρθρα του νέου Ποινικού Κώδικα και 15 άρθρα του νέου κώδικα της Ποινικής Δικονομίας, βάλανε σε εφαρμογή τον νέο ποινικό κώδικα από την 1η Ιουλίου, χωρίς στην πραγματικότητα να δουν ότι οι αυξημένες ανάγκες και θέσεις για την κοινωφελή εργασία έπρεπε να τύχουν μιας γενικότερης συζήτησης κι ενός γενικότερου διαλόγου με την ΚΕΔΕ. Υπάρχουν μέχρι τώρα κάποιες θέσεις, οι οποίες στην πραγματικότητα δίνουν τη δυνατότητα στους δήμους να έχουν ανθρώπους, οι οποίοι κάνουν κοινωφελή εργασία, είναι όμως ένα περιορισμένο μέτρο, δεν αφορά σε όλους τους δήμους και βεβαίως υπάρχει και ένα ακόμη βασικό πρόβλημα που αφορά στην παρακολούθηση ουσιαστικά του κατά πόσο υλοποιείται η ποινή μέσω της κοινωφελούς εργασίας», εξήγησε.
«Είναι τεχνικό το ζήτημα, δεν είναι ζήτημα διαφορετικής άποψης και το ξεκαθαρίζω, η κοινωφελής εργασία είναι μία ποινή, η οποία υπάρχει παντού σε όλη την Ευρώπη, είναι μία ποινή που έχει δοκιμαστεί και έχει καταγραφεί και στο δικαιικό σύστημα της Ελλάδας τα προηγούμενα χρόνια και βεβαίως θα συνεχίσει να υπάρχει, εφόσον λύσουμε αυτά τα δύο τεχνικά ζητήματα», διαβεβαίωσε ο κ. Τσιάρας. Γνωστοποίησε δε ότι με επιστολή στον πρόεδρο της ΚΕΔΕ έχε ζητήσει «να υπάρχει μία συνολική συνεργασία με το υπουργείο Δικαιοσύνης προκειμένου να ξέρουμε κατά πόσο πρέπει και μπορούν να συμμετέχει το σύνολο των δήμων στη δυνατότητα της κοινωφελούς εργασίας, αλλά βεβαίως υπάρχει και μια άλλη προοπτική κι ένα ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί, αν η κοινωφελής εργασία πέραν των δήμων μπορεί να υλοποιείται και σε άλλους φορείς της Πολιτείας, διότι αυτό είναι ένα ερώτημα το οποίο στην πραγματικότητα δεν έχει απαντηθεί και το οποίο πρέπει να το δούμε συνολικά».
«Η σπουδή με την οποία επιχείρησε η προηγούμενη κυβέρνηση να φέρει έναν νέο Ποινικό Κώδικα δημιούργησε πάρα πολλά προβλήματα, τα οποία σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό τα βλέπουμε ήδη. Οι αποφυλακίσεις -για τις οποίες μίλησε ο κ. Τσίπρας- των προσώπων που απασχόλησαν την κοινή γνώμη προφανώς είναι προϊόν του νέου Ποινικού Κώδικα και κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσει η υποκρισία. Ξέρουμε πάρα πολύ καλά τι έχει συμβεί, δεν χρειάζεται να επικαλούμαστε οποιαδήποτε φανταστική δικαιολογία, προκειμένου να δικαιολογήσουμε τη δική μας κακή πρακτική και στη νομοθέτηση αλλά και στην προηγούμενη πολιτική πραγματικότητα», κατέληξε ο υπουργός.