Την ώρα που η κατάσταση στη Γάζα πληροί όλες τις προϋποθέσεις της δεύτερης εμπόλεμης κατάστασης στην ευρύτερη περιοχή μας με πιθανές απρόβλεπτες και εκρηκτικές εξελίξεις, μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, στην Αθήνα οι υπηρεσίες Ασφαλείας και οι μυστικές υπηρεσίες βρίσκονται σε κατάσταση διαρκούς συναγερμού.

Γράφει ο Κώστας Δημητράκος

Σύμφωνα με πληροφορίες, οι υπηρεσίες δημόσιας και κρατικής ασφάλειας της ΕΛ.ΑΣ., η Αντιτρομοκρατική, η ΕΥΠ, αλλά και οι υπηρεσίες ασφαλείας του Λιμενικού και των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων συνεργάζονται στενά σε επίπεδο ανταλλαγής πληροφοριών και επανελέγχου διαφόρων υποθέσεων ή ακόμα και τυχαίων περιστατικών που στο παρελθόν είχαν θεωρηθεί «αμελητέα» και «μη συνδυαζόμενα με έκρυθμες καταστάσεις». Αυτά τα περιστατικά, σε συνδυασμό με άλλα των τελευταίων ημερών που φαίνεται να συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με την κατάσταση στη Γάζα, αποτελούν έναν νέο χάρτη ερευνών και κινητοποίησης των Αρχών.

Ψάχνουν στους μετανάστες

Σε πρώτη φάση, σύμφωνα με τις πληροφορίες του «Μανιφέστο», ενεργοποιήθηκαν εκ νέου όλα τα δίκτυα πληροφοριών στις κοινότητες των μεταναστών. Η κινητοποίηση αφορά περισσότερο τις οργανωμένες κοινότητες, όπως είναι αυτές των Παλαιστινίων, των Ιρανών, των Αιγυπτίων και των Κούρδων στην Ελλάδα και αντικείμενό της είναι η συλλογή και αξιολόγηση πληροφοριών για πιθανά σχέδια επιθέσεων και τυφλών χτυπημάτων από ριζοσπαστικοποιημένους δράστες, είτε μεμονωμένους και ορμώμενους από ακραία τζιχαντιστικά κίνητρα είτε βάσει οργανωμένων σχεδίων και εντολών.

Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι ακόμα και πριν από την 7η Οκτωβρίου, όταν ξέσπασε η βάρβαρη επίθεση της Χαμάς στους πολίτες του Ισραήλ, είχαν καταγραφεί κάποιες ύποπτες κινήσεις, σαν απόπειρες υποκίνησης σε ακραίες τζιχαντιστικές ενέργειες στην Αθήνα και όχι μόνο, οι οποίες είχαν ξεκινήσει από την ανταλλαγή ορισμένων εμπρηστικών μηνυμάτων μέσω online πλατφορμών, κυρίως WhatsApp και Signal. Βέβαια, οι αρχικές έρευνες δεν είχαν αποδώσει σπουδαία ευρήματα, ενώ –σε εκείνη τη φάση- είχαν συνδεθεί με την απόπειρα ανατίναξης του ισραηλινού εστιατορίου - συναγωγής στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Αισώπου 10 στου Ψυρρή, τον περασμένο Μάρτιο. Τώρα, και ιδίως μετά τις επιθέσεις στη Γαλλία και το Βέλγιο, όλες αυτές οι υποθέσεις επανεξετάζονται υπό το πρίσμα των νέων συνθηκών.

Εκτός της ελληνικής πρωτεύουσας, η προσοχή των υπηρεσιών στρέφεται και στη Θράκη, στον Eβρο αλλά και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, όπου υπάρχουν οργανωμένες κλειστές δομές φιλοξενίας από την Παλαιστίνη και άλλες «κόκκινες» περιοχές. Από την άλλη πλευρά, στις δομές επικρατεί αναβρασμός. Πριν από τέσσερις ημέρες, σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, σημειώθηκαν επεισόδια στη δομή της Σάμου, όπου αυτήν την περίοδο φιλοξενούνται 4.600 άνθρωποι. Περίπου 700 από αυτούς, λίγο πριν από τα μεσάνυχτα, κινήθηκαν με οργανωμένο τρόπο προς την είσοδο, φωνάζοντας συνθήματα υπέρ της Παλαιστίνης και εναντίον του Ισραήλ. Με την κινητοποίηση δυνάμεων της Αστυνομίας αλλά και του προσωπικού της δομής, η κατάσταση αποσοβήθηκε, ενώ συνελήφθησαν οκτώ άτομα που πετώντας πέτρες προσπαθούσαν να παρασύρουν και τους υπόλοιπους στην περίεργη αυτή εξέγερση. Ιδιων χαρακτηριστικών επεισόδια είχαν ξεσπάσει και την περασμένη εβδομάδα σε κλειστή δομή φιλοξενίας στη Λέρο.

Πιθανή πλαστογραφία

Στο μεταξύ, πηγές της ΕΛ.ΑΣ. δίνουν τη δική τους εκδοχή σε δημοσίευμα της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ», στο οποίο εμφανίζονται δύο φερόμενοι ως πιθανοί τζιχαντιστές να φωτογραφίζονται στην Αθήνα, κρατώντας κάρτες ασύλου, ενώ, σύμφωνα με το δημοσίευμα, διαθέτουν και ελληνικά διαβατήρια. Οι φωτογραφίες έχουν τραβηχτεί το περασμένο καλοκαίρι ,ενώ μετά από αναζητήσεις των ελληνικών αρχών, ο ένας εκ των δύο φέρεται να έχει φωτογραφηθεί σε άγνωστη περιοχή κρατώντας ένα αυτόματο όπλο τύπου καλάσνικοφ. Οι πηγές της ΕΛ.ΑΣ. δηλώνουν «εξαιρετικά επιφυλακτικές» για το αν οι εικονιζόμενοι έχουν πράγματι νομιμοποιητικά έγγραφα: «Tο ότι κάποιοι φωτογραφήθηκαν με κάρτες ασύλου ή και ταξιδιωτικά έγγραφα δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι και οι νόμιμοι κάτοχοι αυτών. Αφενός, τα έγγραφα αυτά μπορεί να είναι προϊόν πλαστογραφίας ή παραποίησης, αφετέρου τα έγγραφα δύναται να είναι γνήσια, αλλά οι πραγματικοί κάτοχοί τους να τα έχουν απολέσει ή πωλήσει σε δίκτυα λαθροδιακίνησης», αναφέρουν.