Ένα πρόωρο χριστουγεννιάτικο δώρο επεφύλασσε στη χώρα μας η Scope Ratings, προχωρώντας σε αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου σε BBB με σταθερές προοπτικές, ένα σκαλί πάνω από την επενδυτική βαθμίδα.

Αν και ο γερμανικός οίκος αξιολόγησης είχε ήδη στείλει θετικό σήμα στην Αθήνα με την έκθεση που δημοσίευσε την Πέμπτη αναφορικά με τις προοπτικές των κρατικών αξιολογήσεων για τη νέα χρονιά (Sovereign Outlook 2025), στην οποία επικροτούσε την πορεία της ελληνικής οικονομίας με άξονα την πτώση του δημοσίου χρέους, τη διατήρηση των πρωτογενών πλεονεσμάτων τα επόμενα χρόνια, τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και το ανθεκτικό τραπεζικό σύστημα.

Με την ετυμηγορία της Scope «βγήκε» για μια ακόμη φορά μπροστά, μεταξύ των μεγάλων διεθνών οίκων αξιολόγησης. Το καλοκαίρι του 2023 ήταν ο πρώτος από τους «μεγάλους» που έδωσε στην Ελλάδα την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα και απόψε ήταν ο πρώτος οίκος που μας αναβάθμισε εντός της επενδυτικής βαθμίδας!

Με τον τρόπο αυτό «έκλεισε» με τον καλύτερο τρόπο μια λίαν εποικοδομητική χρονιά για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα που ήδη τιμολογούνται από τις αγορές πιο ευνοϊκά σε σύγκριση με τον μέσο όρο των κρατικών ομολόγων με αντίστοιχη ή και καλύτερη διαβάθμιση.

Η έκθεση

Στην έκθεση της η Scope Ratings αναφέρει εισηγητικά ότι η μείωση του δημόσιου χρέους, η βελτιωμένη ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος και η ισχυρότερη τάση ανάπτυξης οδηγούν στην αναβάθμιση. Ωστόσο όπως σημειώνει, το ακόμη αυξημένο δημόσιο χρέος και οι διαρθρωτικές οικονομικές αδυναμίες παραμένουν πιστωτικοί περιορισμοί.

Αιτιολόγηση της αξιολόγησης

Η αναβάθμιση σε BBB αντανακλά την προσδοκία της Scope για συνεχή μείωση του λόγου του χρέους της γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας κατά τα επόμενα χρόνια. Η μείωση αυτή εκτιμάται ότι οφείλεται στην ευνοϊκή δυναμική του χρέους, παράλληλα με τα ισχυρότερα από τα αναμενόμενα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα και τη συνακόλουθη περαιτέρω μείωση του συνολικού δημοσιονομικού ελλείμματος.

Ιιδαίτερη αναφορά κάνει ο οίκος αξιολόγηξσης στην ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος ενισχύεται από την πρόοδο στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), τις ιδιωτικοποιήσεις συστημικών τραπεζών και τη σταδιακή απόσβεση των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs) στους τραπεζικούς ισολογισμούς. Επιπλέον προσθέτει, η υιοθέτηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, η μείωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών και η πιο σταθερή στήριξη από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα ενισχύουν τη μακροοικονομική βιωσιμότητα και την τάση ανάπτυξης.

Βασικοί παράγοντες αξιολόγησης

Ο πρώτος παράγοντας της αναβάθμισης των μακροπρόθεσμων αξιολογήσεων της Ελλάδας κατά μία βαθμίδα σε BBB. όπως επισημαίνει η Scope Ratings, αντανακλά τη συνεχή μείωση του δημόσιου χρέους της Ελλάδας. Αυτό οφείλεται κυρίως στην ευνοϊκή δυναμική του δημόσιου χρέους, όπως υποστηρίζεται από τις ενισχυμένες μεσοπρόθεσμες προοπτικές ονομαστικής ανάπτυξης, το ακόμη χαμηλό μέσο κόστος επιτοκίου του ανεξόφλητου χρέους και τη δέσμευση της κυβέρνησης για δημοσιονομική σύνεση.

Ο δείκτης χρέους της γενικής κυβέρνησης, προσθέτει, έχει μειωθεί σημαντικά από τις κορυφές του στην περίοδο της πανδημικής κρίσης, στο 212,6% του ΑΕΠ από το 2020, φθάνοντας σε εκτιμώμενο 155,3% έως το τέλος του 2024, που αντιπροσωπεύει σημαντική μείωση κατά 57 ποσοστιαίες μονάδες και πέφτει ήδη κάτω από τα προ της πανδημίας επίπεδα του 185,5% από το τέλος του 2019. Η εύρωστη οικονομική ανάκαμψη από το β΄ τρίμηνο του 2020 σε συνδυασμό με τον αυξημένο πληθωρισμό πρόσφατα και τα μειωμένα δημοσιονομικά ελλείμματα έχουν οδηγήσει σε σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους και οι κινητήριες δυνάμεις φαίνονται αρκετά βιώσιμες ώστε να διατηρηθεί η συνεχής μείωση του χρέους, έστω και με σταδιακά μετριασμένο ρυθμό.

Ο λόγος του χρέους, σύμφωνα με τον οίκο, προβλέπεται να μειωθεί στο 145,0% του ΑΕΠ έως το τέλος του 2025, πριν μειωθεί περαιτέρω στο 132,0% έως το τέλος του 2029. Εάν υλοποιηθεί, το τελευταίο θα μπορούσε να αποτελέσει το χαμηλότερο ποσοστό χρέους της Ελλάδας από την έναρξη της ελληνικής κρίσης το πρώτο τρίμηνο του 2010.

Οι προβλέψεις του οίκου για το χρέος της Ελλάδας έχουν ενισχυθεί λόγω της συνεχιζόμενης δημοσιονομικής υπεραπόδοσης, καθώς η κυβέρνηση αναμένεται να υπερβεί την εκτίμηση για πρωτογενές πλεόνασμα του 2024 από τον Προϋπολογισμό του 2025 ύψους 2,4% του ΑΕΠ. Η Scope έχει επικαιροποιήσει τις μεσοπρόθεσμες παραδοχές για το πρωτογενές ισοζύγιο και αναμένει ότι η κυβέρνηση θα έχει κατά μέσο όρο πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα 2,75% του ΑΕΠ κατά τη διάρκεια του 2024-27 για το υπόλοιπο διάστημα της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, αύξηση από προηγούμενη παραδοχή από τον Ιούλιο του 2024 για πλεονάσματα 2,4-2,5% κατά τα ίδια έτη.

Η συνεχιζόμενη εστίαση στη δημοσιονομική σύνεση παρέχει στο Scope αυξημένη εμπιστοσύνη στην ικανότητα της κυβέρνησης να επιτύχει και να διατηρήσει τους υψηλούς στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος ενόψει των επόμενων γενικών εκλογών, εκτός απρόβλεπτων κρίσεων. Αυτό συμβαίνει παρά τη μειωμένη αιρεσιμότητα και την αυξημένη κυριαρχία στη χάραξη πολιτικής μετά την έξοδο της Ελλάδας από τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής και την ενισχυμένη εποπτεία μετά τη διάσωση. Τα πρωτογενή πλεονάσματα ευθυγραμμίζονται με πιο μετριοπαθή δημοσιονομικά ελλείμματα, τα οποία προβλέπεται να διαμορφωθούν κατά μέσο όρο στο 0,7% του ΑΕΠ την περίοδο 2024-29.