Συγκλονίζει όλη την Ιταλία η αυτοκτονία του εικοσάχρονου, Σεΐντ Βιζίν. Ο οποίος, είχε γεννηθεί στην Αιθιοπία και είχε υιοθετηθεί από μικρή ηλικία στην Ιταλία. Επί δυο χρόνια είχε παίξει στην ομάδα νέων της Μίλαν, αλλά πριν από λίγο καιρό είχε αποφασίσει να αφιερωθεί στις σπουδές του.
Σύμφωνα με όλα τα ιταλικά μέσα ενημέρωσης, κύριο ρόλο στην αυτοκτονία του Σεΐντ, έπαιξε ο ρατσισμός πολλών ανθρώπων με τους οποίους ερχόταν σε επαφή.
Σε γράμμα προς τους φίλους του και την ψυχολόγο του, ο εικοσάχρονος νέος είχε αποκαλύψει τον πόνο και την απογοήτευσή του, τονίζοντας μεταξύ των άλλων:
«Όταν ήμουν μικρός με αγαπούσαν όλοι. Όλοι μου απευθύνονταν με σεβασμό και περιέργεια. Τώρα είναι σαν να ανατράπηκαν όλα. Είχα καταφέρει να βρω δουλειά, αλλά αναγκάσθηκα να την εγκαταλείψω διότι πολλοί άνθρωποι -ιδίως ηλικιωμένοι- δεν ήθελαν να τους εξυπηρετήσω και με θεωρούσαν και υπεύθυνο για το ότι πολλοί ιταλοί νέοι (λευκοί) δεν βρίσκουν δουλειά».
«Μια χώρα η οποία ωθεί έναν νέο σε αυτή την ακραία πράξη, είναι μια χώρα που χρεοκόπησε», υπογράμμισε ο πρώην παίκτης της Γιoυβέντους και της Εθνικής Ιταλίας, Κλάουντιο Μαρκίζιο.
«Δεν θα ξεχάσω ποτέ το χαμόγελό του και την όρεξη για ζωή που τον έκαναν να ξεχωρίζει. Ήταν ένας φίλος, ένα παιδί σαν και εμένα», δήλωσε ο τερματοφύλακας της Εθνικής Ιταλίας, Τζανλουίτζι Ντοναρούμα.
Αναλυτικά το γράμμα του νεαρού: «Όπου και να πάω, όπου και αν βρίσκομαι, αισθάνομαι το βάρος των σκεπτικών, προκατειλημμένων, αηδιασμένων και φοβισμένων βλεμμάτων από ανθρώπους.
Δεν είμαι μετανάστης. Υιοθετήθηκα όταν ήμουν παιδί και θυμάμαι όλοι να με αγαπούσαν. Όπου και αν πήγαινα, όλοι μου μιλούσαν με χαρά, σεβασμό και περιέργεια. Τώρα, φαίνεται πως όλα αναποδογύρισαν.
Κατάφερα να βρω δουλειά από την οποία έπρεπε να φύγω επειδή πολλοί άνθρωποι, ειδικά μεγαλύτερης ηλικίας, αρνούνταν εξυπηρέτηση από μένα.
Σαν να μην έφτανε αυτή η δυσκολία, με κατηγορούσαν ότι είμαι υπεύθυνος επειδή αρκετοί νεαροί και λευκοί Ιταλοί δεν μπορούσαν να βρουν δουλειά.
Κάτι άλλαξε μέσα μου. Σαν να ντρέπομαι που είμαι μαύρος, σαν να φοβάμαι να με θεωρούν μετανάστη. Σαν να έπρεπε να αποδείξω στον κόσμο που δεν με γνώρισε ότι ήμουν σαν και αυτόν. Ιταλός και λευκός.
Συνήθιζα να κάνω άσχημα αστεία για τους μαύρους, για να τους δείξω (σ.σ. στους λευκούς) ότι είμαι σαν και αυτούς, αλλά ήταν φόβος. Φόβος για το μίσος που έβλεπα στα μάτια των ανθρώπων που κοιτάζουν μετανάστες.
Δεν θέλω ο κόσμος να με λυπάται, θέλω απλά να θυμίσω στον εαυτό μου ότι οι δυσκολίες και ο πόνος που βιώνω είναι μία σταγόνα στο νερό σε σύγκριση με τον ωκεανό που βιώνουν αυτοί που προτιμούν να πεθάνουν αντί να ζουν στη μιζέρια και στην κόλαση.
Αυτοί οι άνθρωποι ρισκάρουν τις ζωές τους, μερικές τις έχουν χάσει ήδη, απλά και μόνο για να γευτούν αυτό που απλά αποκαλούμε ζωή».