Η απόφαση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για αύξηση 50% στην παραγωγή λιγνίτη μέχρι το 2028 αποτελεί μια κίνηση – ματ σε αυτό το εφιαλτικό timing της ενεργειακής κρίσης που σαρώνει την Ευρώπη και την Ελλάδα. Ο πρωθυπουργός βάζει εθνικές γραμμές άμυνας για να διασφαλίσει την επάρκεια της χώρας σε περίπτωση που ο Πούτιν κλείσει τη στρόφιγγα και επιχειρεί παράλληλα να θέσει φραγμό στο ράλι των τιμών που τσακίζει τους καταναλωτές και τα νοικοκυριά.
Γράφει ο… μη ειδικός συνεργάτης
Με την παρέμβαση Μητσοτάκη δίνεται η δυνατότητα στη χώρα να αυξήσει την παραγωγή λιγνίτη ακόμη και στα 15 εκατομμύρια τόνους ετησίως, έναντι των 10,5 εκατ. τόνων σήμερα, έχει η ΔΕΗ, προκειμένου να ενισχυθούν οι άμυνες της χώρας απέναντι στο σενάριο διακοπής προμήθειας του ρωσικού αερίου.
Ας μην ξεχνάμε ότι στο τραπέζι υπάρχει το εφιαλτικό ο πόλεμος να συνεχιστεί για μεγάλο διάστημα γεγονός που σημαίνει ότι οι τιμές στο φυσικό αέριο θα παραμένουν στα σημερινά επίπεδα των 100 ευρώ / Mwh, δηλαδή σε 255 ευρώ χονδρικής τιμής στο ρεύμα. Ακόμα χειρότερο είναι το σενάριο που θέλει τον Πούτιν να κλείνει τις στρόφιγγες. Κάτι τέτοιο θα σημαίνει ότι το φυσικό αέριο θα σπάσει το φράγμα των 200 ευρώ με τις τιμές χονδρικής να πετούν στα 400 ευρώ και τα τιμολόγια να εκτοξεύονται στα 800 ευρώ. Καμία εθνική κυβέρνηση δεν έχει την πολυτέλεια να παραμείνει θεατής.
Η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι κομβικής σημασίας αν και όπως διευκρίνισε η παραγωγή από λιγνίτη είναι προσωρινή και σε καμία περίπτωση δεν θα θέσει σε κίνδυνο την εθνική στρατηγική για Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Στην παρούσα συγκυρία με τον πόλεμο σε πλήρη εξέλιξη, το να καις φυσικό αέριο είναι πολύ πιο ακριβό από το να καις λιγνίτη, ενώ πριν τον πόλεμο αυτό δεν συνέβαινε. Στη παρούσα συγκυρία η χρήση του λιγνίτη για ηλεκτροπαραγωγή ρίχνει σε σημαντικό βαθμό το κόστος και τις τιμές που πληρώνουν τα νοικοκυριά για ρεύμα στα σπίτια μας. Επίσης δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο λιγνίτης είναι και εγχώριο προϊόν και άρα μπορούμε να μην είμαστε τόσο ευάλωτοι σε γεωπολιτικά ή κερδοσκοπικά παιχνίδια που παίζονται και δημιουργούν τρομακτικά σκαμπανεβάσματα στις τιμές φυσικού αερίου όπως συμβαίνει αυτό το διάστημα.
Άρα η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι κομβικής σημασίας αν και όπως διευκρίνισε η παραγωγή από λιγνίτη είναι προσωρινή και σε καμία περίπτωση δεν θα θέσει σε κίνδυνο την εθνική στρατηγική για Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. «Η προσαρμογή του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα δεν καθυστερεί, δεν αναβάλλει και δεν μειώνει σε καμία περίπτωση όλες τις δράσεις του προγράμματος για τη δίκαιη μετάβαση που συνοδεύει την πολιτική της απολιγνιτοποίησης. Διότι αυτή είναι μία στρατηγική επιλογή, είναι μία επιλογή αδιαπραγμάτευτη», είπε χαρακτηριστικά.
Η επιλογή επιστροφής στο λιγνίτη γίνεται -όπως εξήγησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης – στο πλαίσιο των εθνικών γραμμών άμυνας της χώρας: «Έχουμε χαράξει τις δικές μας εθνικές γραμμές άμυνας. Γνωρίζετε ότι κάθε μήνα επιδοτούμε λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου και θα εξακολουθούμε να το κάνουμε για να μειώσουμε, όσο είναι δυνατόν και όσο μας το επιτρέπουν τα δημοσιονομικά μας περιθώρια, τη σημαντική αυτή επίπτωση στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών μας. Ταυτόχρονα, βέβαια, φροντίζουμε και για την επόμενη και τη μεθεπόμενη μέρα. Ανοιγόμαστε σε άλλες πηγές υγροποιημένου αερίου, μελετάμε και είμαστε έτοιμοι -εφόσον χρειαστεί- να προσθέσουμε μία νέα πλωτή δεξαμενή αποθήκευσης φυσικού αερίου στη Ρεβυθούσα», πρόσθεσε.
Ο πρωθυπουργός από τα εγκαίνια του φωτοβολταϊκού πάρκου στην Κοζάνη δεν παρέλειψε να τονίσει ότι ο λιγνίτης είναι ακριβός και ρυπογόνος και υπό κανονικές συνθήκες πολύ ακριβότερος από το φυσικό αέριο. Όμως όπως εξήγησε ο πόλεμος οδήγησε το φυσικό αέριο σχεδόν σε δεκαπλάσια τιμή για να γίνει προσωρινά πιο φθηνή η παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη. Για να είμαστε ειλικρινείς, ακόμη και αν αυξηθεί η λιγνιτική παραγωγή και οι επτά μονάδες της ΔΕΗ απαιτηθεί να λειτουργήσουν στο φουλ, και πάλι θα πρόκειται για μια καθαρά προσωρινή λύση, αφού οι ποσότητες δεν επαρκούν για να καλύψουν το όποιο κενό προκύψει από το ρωσικό αερίου.