Προκλητικός παρουσιάστηκε για ακόμη μια φορά ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου για το ζήτημα της Αγίας Σοφίας, κατά τη διάρκεια συνέντευξής του στο τηλεοπτικό δίκτυο TRT.
Ο Τούρκος ΥΠΕΞ είπε ότι θα ενημερώσει την UNESCO για τα επόμενα βήματα που θα γίνουν σχετικά με το θέμα αυτό ενόψει και της πρώτης προσευχής που έχει προαναγγελθεί για τις 24 Ιουλίου.
«Μας εξέπληξαν κάποιες από τις τοποθετήσεις της UNESCO. Θα την ενημερώσουμε για τα επόμενα βήματα που θα ακολουθήσουμε», είπε χαρακτηριστικά στο κανάλι TRT.
Δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην Ελλάδα, λέγοντας πως «δεν έχει δικαίωμα να μιλάει» καθώς «είναι η μόνη χώρα χωρίς τζαμί στην πρωτεύουσά της. Βλέπουμε τη δίωξη των Τούρκων στη δυτική Θράκη. Η Ελλάδα επέβαλε σιγή στο κάλεσμα για προσευχή από τα μεγάφωνα χρησιμοποιώντας το πρόσχημα του κορωνοϊού».
«Συνεχίζουμε τις γεωτρήσεις για να προασπίσουμε τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων»
«Ως υποψήφια χώρα για ένταξη στην ΕΕ, η Τουρκία μοιράζεται πολλά από τα στρατηγικά συμφέροντα και τους στόχους του ευρωπαϊκού μπλοκ», αναφέρει παράλληλα ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, σε άρθρο του στο Politico.
Σημειώνει ότι δεδομένου του ότι τα σύνορα της Τουρκίας αποτελούν και τα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ «και εμείς, επίσης, θέλουμε να οικοδομήσουμε κρατική και κοινωνική “ανθεκτικότητα”, υπερβαίνοντας τις αντιξοότητες».
Τονίζει ότι «η ΕΕ έχει ανάγκη από εποικοδομητικές στρατηγικές που θα έχουν ως προτεραιότητα λύσεις που θα αποβαίνουν προς όφελος τόσο της ίδιας όσο και της Τουρκίας (win-win), αντί να προχωρεί σε αντιδραστικά βήματα χάρις της αλληλεγγύης και των κοντόφθαλμων προσδοκιών ορισμένων κρατών».
Σημειώνει μάλιστα ότι «υπάρχει κοινό έδαφος, επί του οποίου μπορούμε να οικοδομήσουμε από κοινού. Ας κοιτάξουμε μπροστά και ας οικοδομήσουμε ένα πλαίσιο χωρίς αποκλεισμούς και να αποκομίσουμε οφέλη από τη συνεργασία ΕΕ – Τουρκίας στην κοινή μας γειτονία. Αυτή θα ήταν η σωστή στάση, ιδιαίτερα στις δύσκολες συνθήκες της εποχής μετά την πανδημία».
Συγκεκριμένα, λέει ότι «η Τουρκία επωμίζεται μεγάλο μέρος του διαχωρισμού των δυτικών τμημάτων της ευρασιατικής γης από το ασταθές οικοσύστημα που περιβάλλει την Ευρώπη. Η παρουσία μας σε διπλωματικό επίπεδο και σε επίπεδο ασφαλείας έχει υπερασπιστεί την Ευρώπη εδώ και γενιές. Και στο μέλλον, η Ευρώπη θα είναι ασφαλής και θα ευημερεί με τις συνεισφορές της Τουρκίας».
«Αλλά αυτό δεν αποτελεί το μόνο μας καθήκον. Όλοι έχουμε ιστορική και ηθική ευθύνη να βοηθήσουμε στη σταθεροποίηση της κοινής μας γειτονιάς και να την θέσουμε σε τροχιά βιώσιμης ειρήνης, σταθερότητας και ανάπτυξης», καταγράφει.
«Ωστόσο, ισχυρές ρητορικές και μαξιμαλιστικές θέσεις από ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ σε θέματα υψηλής στρατηγικής σημασίας περιορίζουν το πεδίο για ουσιαστική συνεργασία», σημειώνει.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας σχολιάζει πως υπάρχουν στην πολιτική της ΕΕ «εκφάνσεις μιας αναδυόμενης σειράς κακής μεταχείρισης και αποξένωσης της Τουρκίας μέσω μη βιώσιμων πολιτικών. Μας απαγόρευσαν επίσης τη συμμετοχή μας στη διαδικασία ένταξης στην ΕΕ, ακόμα και μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος το 2016».
Όσον αφορά την Κύπρο και την Ανατολική Μεσόγειο, αναφέρει ότι «στην κοινή μας συνέντευξη Τύπου στην Άγκυρα στις 6 Ιουλίου, ο Josep Borrell, επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, σημείωσε ότι “η Ανατολική Μεσόγειος είναι μια βασική περιοχή για την Ευρώπη”. Λοιπόν, είναι και για εμάς. Έχουμε τη μεγαλύτερη ακτογραμμή στην Ανατολική Μεσόγειο».
«Μαξιμαλιστικοί και μονομερείς ισχυρισμοί από την Ελλάδα και τους Ελληνοκύπριους παραβιάζουν τα κυριαρχικά δικαιώματα τόσο της Τουρκίας όσο και των Τουρκοκυπρίων. Αυτό είναι απαράδεκτο. Επανειλημμένως, εκφράσαμε την ετοιμότητά μας για διάλογο για εξεύρεση δίκαιης και ειρηνικής λύσης, όπως εξάλλου και οι Τουρκοκύπριοι», ισχυρίζεται ο Τσαβούσογλου.
«Δυστυχώς, η απάντηση ήταν η εχθρότητα προς την Τουρκία και την ”Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου”. Αυτό δεν μας αφήνει άλλη επιλογή από το να συνεχίσουμε τις δραστηριότητες γεώτρησης και εξερεύνησης στην Ανατολική Μεσόγειο για την προστασία των εθνικών μας συμφερόντων και των ίσων δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων», αναφέρει.
Σε σχέση με τις εξελίξεις σε Λιβύη και Συρία, αναφέρει τα εξής: «Πρώτον, η κατάσταση στη Λιβύη. Έχει παρέλθει περισσότερο από ένα χρόνο από τότε που ο πολέμαρχος Khalifa Haftar και οι δυνάμεις του ξεκίνησαν μια επίθεση εναντίον της νόμιμης, αναγνωρισμένης από τον ΟΗΕ κυβέρνησης της χώρας στην Τρίπολη. Χωρισμένη πια η Λιβύη με διαφορετικές χώρες να υποστηρίζουν διαφορετικές πλευρές στην υπάρχουσα σύγκρουση, η ΕΕ δεν κατάφερε να καταλήξει σε συντονισμένη δράση βάσει των βασικών της αξιών».
«Αυτός ο πολέμαρχος, που χρηματοδοτείται από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και υποστηρίζεται από την Αίγυπτο και τη Ρωσία, υπονομεύει την προοπτική διαρκούς ειρήνης και σταθερότητας. Παρόλο που η πολιτοφυλακή και οι μισθοφόροι εξακολουθούν να ενισχύονται έντονα, η επιχείρηση Irini της ΕΕ στη Μεσόγειο ουσιαστικά τιμωρεί τη νόμιμη κυβέρνηση», αναφέρει.
«Το να αφήσεις τη Λιβύη στο έλεος ενός πολέμαρχου ήταν, και παραμένει, ένα τεράστιο λάθος. Η βοήθεια της Τουρκίας προς την νόμιμη κυβέρνηση στη Λιβύη, τόσο σε επίπεδο τεχνικής, όσο και σε επίπεδο εκπαίδευσης, κατόπιν υποβολής αιτήματός της, επέφερε άμεσες αλλαγές, αυξάνοντας τη βιωσιμότητα των διπλωματικών προσπαθειών όπως η Διάσκεψη του Βερολίνου. Χωρίς τη βοήθειά μας, η Τρίπολη θα είχε πέσει στα χέρια μιας συμμαχίας, αποτελώντας μια μεγάλη ανθρωπιστική καταστροφή – με επιπτώσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη», σημειώνει.
«Αντί να συμπορεύεται με την Τουρκία, είδαμε έναν παραδοσιακό σύμμαχο και έναν ευρωπαϊκό εταίρο τη Γαλλία – η οποία υποστηρίζει τον Haftar – να κάνει ψευδείς ισχυρισμούς σχετικά με ένα περιστατικό που αφορά το πολεμικό του πλοίο και τα τουρκικά πλοία στην Ανατολική Μεσόγειο. Όταν οι ισχυρισμοί αυτοί δεν επιβεβαιώθηκαν από το ΝΑΤΟ, το Παρίσι αποσύρθηκε από μια σημαντική επιχείρηση συμμαχίας», τονίζει.
«Δεύτερον, όσον αφορά τη Συρία, η παρουσία μας στη βορειοδυτική πόλη Ιντλίμπ έχει αποτρέψει μια ανθρωπιστική καταστροφή που αφορά περίπου 3,5 εκατομμύρια ανθρώπους που εγκλωβίστηκαν σε ένα μικρή έκτασης έδαφος και υπέστησαν βία από το συριακό καθεστώς και τους υποστηρικτές του. Η παρέμβασή μας σταμάτησε τη σφαγή και την πορεία 1 εκατομμυρίου ανθρώπων στα νοτιότερα σύνορα της Ευρώπης», καταγράφει σε σχέση με τη Συρία.
«Παράλληλα με τις προσπάθειές μας για αναζωογόνηση της πολιτικής διαδικασίας, η οποία παραμένει η μόνη βιώσιμη διέξοδος από αυτήν την δεκαετία κρίσης, εστιάζουμε στην προετοιμασία των κατάλληλων συνθηκών για τη διευκόλυνση της επιστροφής των συριακών προσφύγων με ασφαλή και εθελοντικό τρόπο. Ως η μεγαλύτερη χώρα φιλοξενίας προσφύγων στον κόσμο, έχουμε ξοδέψει περισσότερα από 40 δισεκατομμύρια δολάρια εξυπηρετώντας τις ανάγκες 3,6 εκατομμυρίων Σύρων προσφύγων στην Τουρκία. Δεν μπορούμε να αναμένουμε να πάρουμε περισσότερα. Επιπλέον, έχουμε παράσχει σε 402.000 Σύρους πρόσφυγες την ευκαιρία να επιστρέψουν στην πατρίδα τους σε περιοχές που πήραν πίσω από τουρκικά στρατεύματα από τρομοκράτες του Daesh (ISIS) και του PKK/YPG», τονίζει.
Πηγή: ΚΥΠΕ