Προ των ευθυνών τους και απέναντι στους φορείς της αγοράς βάζει η κυβέρνηση τις τράπεζες, καθώς η επανεκκίνηση της οικονομίας συνοδεύεται από την πίεση για να «πέσει χρήμα» για να στηριχθεί η ανάκαμψη.
Για σήμερα ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας έχει συγκαλέσει τηλεδιάσκεψη με την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών και εκπροσώπους όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων, για να συζητήσουν την χρηματοδότηση της οικονομίας. Απέναντί τους θα βάλει και εκπροσώπους της αγοράς, που θα συμμετέχουν στη σύσκεψη και θα απαντήσουν αν φταίνε οι ίδιοι που δεν ζητάνε δάνεια, ή οι τράπεζες που δεν τα δίνουν.
Αιχμές αφήνει και ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας καθώς στην έκθεση Νομισματικής Πολιτικής, η ΤτΕ «καρφώνει» τους τραπεζίτες λέγοντας τα εξής:
«(…) τα μέτρα χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, σε συνδυασμό με τις παρεμβάσεις της Πολιτείας για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας, ιδιαιτέρως με την παροχή κρατικών εγγυήσεων, συνέβαλαν στην επέκταση της τραπεζικής πίστης προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, η οποία ωστόσο θα μπορούσε να είναι ισχυρότερη δεδομένων των συνθηκών ρευστότητας των τραπεζών». Δηλαδή, όπως αναφέρεται, οι τράπεζες πήραν πολλά από ΕΚΤ και Κράτος, αλλά δεν έδωσαν εξίσου πολλά στις επιχειρήσεις.
Αντίστοιχες ανησυχίες εκφράζει και η Κομισιόν, στην Έκθεση Ενισχυμένης Εποπτείας, συνδέοντάς τες μάλιστα με τις ελπίδες της χώρας για ανάκαμψη. Και όπως δήλωσε μετά το Eurogroup ο Κλάους Ρέγκλινγκ, «στο τραπεζικό σύστημα, υπάρχει το ερωτηματικό εάν οι ελληνικές τράπεζες είναι σε θέση να παρέχουν όλη την πίστωση που απαιτείται για τη χρηματοδότηση της ανάκαμψης. Υπάρχουν λοιπόν ζητήματα, αλλά η ελληνική κυβέρνηση το γνωρίζει πλήρως. Είμαστε σε στενή επαφή» υπογράμμισε ο επικεφαλής του ESM.
Το «καμπανάκι» από ΤτΕ και το μήνυμα της κυβέρνησης
Σε αυτό το κλίμα, o κ. Σταικούρας, αναμένεται να απευθύνει στο σημερινό έκτακτο τετ α τετ του με τους εκπροσώπους του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος, προτροπή προς τις τράπεζες να φύγουν από τη λογική των collaterals, διευρύνοντας σημαντικά τον αριθμό των επιχειρήσεων που θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν το αμέσως προσεχές διάστημα μέσω (και) του Ταμείου Ανάκαμψης.
«Η ροή της χρηματοδότησης προς την πραγματική οικονομία αποτελεί το κυρίως θέμα στις συναντήσεις, οι οποίες έχουν καθιερωθεί κάθε Τρίτη με τους τραπεζίτες. Σε αυτές έχουν εκφράσει πολλές φορές τις ανησυχίες τους για το υψηλό ποσοστό των ‘κόκκινων’ δανείων στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο (σ.σ. ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο επίμαχο χαρτοφυλάκιο (23,0%) συνεχίζει να επηρεάζεται κυρίως από το υψηλό ποσοστό στην κατηγορία των μικρομεσαίων (32,7%) και των πολύ μικρών επιχειρήσεων (45,1%)), γεγονός που καθιστά την πλειονότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων μη bankable, δεν πληροί, δηλαδή, τα κριτήρια για να λάβει νέο δανεισμό. Είναι, όμως, δυνατόν βιώσιμες να είναι μόνον αυτές οι 30.000 επιχειρήσεις, οι οποίες και έλαβαν χρηματοδότηση όλο το προηγούμενο διάστημα», σχολιάζει στο newmoney πηγή του οικονομικού επιτελείου, σημειώνοντας πως οι τράπεζες δεν πρέπει να στηρίζονται μόνο στα collateral, στις εγγυήσεις, δηλαδή, που λαμβάνουν. «Υπάρχουν ενδιαφέροντα business plans. Πρέπει να βρουν έναν τρόπο να δανείζουν περισσότερο. Τώρα εάν αυτός είναι μέσω νέων εργαλείων ή εφόσον κάνουν καλύτερο credit analysis μένει να το δούμε. Η κυβέρνηση από την πλευρά της, πάντως, βοηθά με την παροχή εγγυήσεων», προσθέτουν χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), τον Ιανουάριο – Απρίλιο του 2021 η μέση μηνιαία ακαθάριστη ροή τραπεζικών δανείων τακτής λήξης προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (ΜΧΕ) ανήλθε σε 869 εκατ. ευρώ, έναντι 1,35 δισ. ευρώ το 2020 (2019: 666 εκατ. ευρώ). Η μέση μηνιαία καθαρή ροή τραπεζικής χρηματοδότησης προς ΜΧΕ το τετράμηνο αυτό διαμορφώθηκε αρνητική σε -43 εκατ. ευρώ έναντι 558 εκατ. ευρώ το 2020 (2019: 110 εκατ. ευρώ), λόγω της αρνητικής ροής, η οποία καταγράφηκε τον Απρίλιο του 2021. Επίσης, το μέσο μηνιαίο υπόλοιπο της τραπεζικής χρηματοδότησης χωρίς καθορισμένη διάρκεια (δηλ. των πιστωτικών γραμμών και άλλων διευκολύνσεων) προς τις ΜΧΕ μειώθηκε το α’ τετράμηνο του 2021 κατά 15% έναντι του 2020. «Η πιστωτική επέκταση προς τις ΜΧΕ εξακολουθεί να αντικατοπτρίζει αυξημένη ζήτηση δανείων, καθώς οι επιχειρήσεις προσφεύγουν σε τραπεζική χρηματοδότηση λόγω της εξασθένησης των εσόδων τους. Τη ζήτηση στηρίζει και το χαμηλό επίπεδο των ονομαστικών επιτοκίων.
Αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, ότι η τραπεζική χρηματοδότηση είναι επαρκής, ώστε να ικανοποιήσει πλήρως τις τεράστιες ανάγκες για δανειακά κεφάλαια που δημιουργεί η πανδημία», τονίζεται στην Έκθεση για την Νομισματική Πολιτική 2020 – 2021 και προστίθεται: «Από την πλευρά της προσφοράς τραπεζικής πίστης, οι ελληνικές τράπεζες συνέχισαν να αντλούν πόρους μεγάλου ύψους από το Ευρωσύστημα (κυρίως μέσω των TLTRO III), ενώ διευκολύνθηκαν και από τα εποπτικά μέτρα ελάφρυνσης του SSM. Εξάλλου, οι εισροές καταθέσεων πελατών ήταν σημαντικά ενισχυμένες. Ωστόσο οι σημαντικοί πόροι που έχουν συγκεντρώσει οι τράπεζες δεν έχουν διοχετευθεί ακόμη σε χορηγήσεις προς τους πελάτες τους. Οι τράπεζες συνέχισαν να πιστοδοτούν την πραγματική οικονομία με τη στήριξη κυρίως των προγραμμάτων που διαχειρίζεται η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα. Λιγότεροι πόροι ήταν πλέον διαθέσιμοι το α’ τετράμηνο του 2021, αναφορικά με το πρόγραμμα εγγυήσεων ή επιδότησης επιτοκίου (‘Ταμείο Εγγυήσεων COVID-19’ και ‘ΤΕΠΙΧ ΙΙ’), καθώς είχε προηγηθεί ικανοποιητική απορρόφησή τους μέχρι τον Δεκέμβριο».
Όλα τα… λεφτά σε τουρισμό, εμπόριο και real estate
Οι τρεις τομείς οικονομικής δραστηριότητας προς τις επιχειρήσεις των οποίων καταγράφηκε υψηλότερη σωρευτική καθαρή ροή χρηματοδότησης το α’ τετράμηνο του τρέχοντος έτους ήταν: (α) ο τουρισμός (280 εκατ. ευρώ), (β) το εμπόριο (168 εκατ. ευρώ) και (γ) οι δραστηριότητες που σχετίζονται με τη διαχείριση ακίνητης περιουσίας (95 εκατ. ευρώ) (2020: 1,1 δισ. ευρώ, 1,7 δισ. ευρώ και 476 εκατ. ευρώ αντίστοιχα).
Όσον αφορά στην τραπεζική χρηματοδότηση ανά μέγεθος επιχείρησης, από την εξέταση προκύπτει πως ο ετήσιος ρυθμός πιστωτικής επέκτασης προς τις μεγάλες επιχειρήσεις επιταχύνθηκε τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2021 σε 10,8% κατά μέσο όρο από 9,9% το 2020, ενώ ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής των δανείων προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), επίσης, αυξήθηκε σε 7,4% από 1,9% το 2020. Ειδικότερα, το διάστημα Ιανουαρίου – Απριλίου 2021 η μέση μηνιαία ακαθάριστη ροή δανείων (τακτής λήξης) προς τις μεγάλες επιχειρήσεις ανήλθε σε 515 εκατ. ευρώ, σε σύγκριση με ροή ύψους 847 εκατ. ευρώ το 2020. Η αντίστοιχη ροή δανείων προς τις ΜμΕ το τρίμηνο αυτό ήταν 355 εκατ. ευρώ (2020: 503 εκατ. ευρώ), μόνο κατά τι χαμηλότερη σε σύγκριση με τις μεγάλες επιχειρήσεις. Επίσης, το μερίδιο των δανείων προς ΜμΕ στη σωρευτική ακαθάριστη ροή δανείων (τακτής λήξης) προς ΜΧΕ την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου 2021 αυξήθηκε σε 43,8% (2020: 37,3%, 2019: 41,1%). «Επομένως, το τετράμηνο μέχρι τον Απρίλιο του 2021 οι τράπεζες συνέχισαν, όπως και το 2020, να κατευθύνουν μεγαλύτερο μέρος των δανείων προς τις μεγάλες επιχειρήσεις σε σύγκριση με τις ΜμΕ, οι οποίες συνδέονται με υψηλό πιστωτικό κίνδυνο. Η διαφορά, όμως, μειώθηκε το εν λόγω τετράμηνο σε σύγκριση με το 2020, ως αποτέλεσμα της επίδρασης των προγραμμάτων της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας», καταλήγει η ΤτΕ.
Τα ευρωπαϊκά κονδύλια
Η πιστωτική επέκταση προς τις ΜΧΕ αναμένεται να στηριχθεί από την επίδραση των κονδυλίων του Next Generation EU κατά το διάστημα 2021-2026, στο βαθμό που αυτά είναι εφικτό να απορροφηθούν πλήρως από την οικονομία. Οι τράπεζες αναμένεται να συμβάλουν με δικούς τους πόρους στη χρηματοδότηση επενδύσεων σημαντικού ύψους, κυρίως σε φυσικό κεφάλαιο, λογισμικό κ.λπ. Επίσης, τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα προβλέπεται να μεσολαβήσουν, ώστε να διοχετευθεί ένα μέρος των δανείων, συνολικού ύψους 12,7 δισ. ευρώ – που με τη μόχλευση εκτιμάται πως θα φθάσουν τα 30 δισ. ευρώ – τα οποία πρόκειται να αντλήσει η χώρα από τα κονδύλια της ΕΕ μέσω του προγράμματος του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Πηγή: newmoney.gr