Οι μπαχαλάκηδες επιστρέφουν και μάλιστα αυτή τη φορά έχουν στο πλευρό και τους εκτός και από μερικούς χαβαλέδες του τύπου «δεν ξέρω δεν απαντώ», και αρκετούς ακροδεξιούληδες που το τελευταίο διάστημα σιγοντάρουν στα κοινωνικά δίκτυα τις αναρτήσεις των συριζαίων και άλλων αριστεριστών «συγχρωτιστών».

του Χάρη Παυλίδη

Ενδεχομένως όλοι αυτοί που νομίζουν ότι με μπύρες κάνουν «αντίσταση και πάλη», η πλατεία της Αγίας Παρασκευής να θέλουν να πάρει μια μορφή Τιενανμέν. Γελάτε; Μη γελάτε καθόλου, γιατί χρόνια τώρα γελάμε με τα καμώματα των μπαχαλάκηδων και ιδού τα αποτελέσματα. Γιατί το πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας δεν είναι μόνο αυτοί που γράφουν εκεί που δεν πιάνει μελάνι το νόμο και τη τάξη, αλλά και η αντίληψη που είναι διάχυτη στη κοινωνία ότι αυτό αποτελεί «δικαίωμα» και ως εκ τούτου ακόμα και όταν παραβιάζεται η έννομη τάξη το «δικαίωμά» θεωρείται κεκτημένο.

Αυτή η αντίληψη εμπεδώθηκε τη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, και ήρθε η πανδημία να επιβεβαιώσει ότι σ’ αυτή τη χώρα όλα αλλάζουν και όλα τα ίδια μένουν. Τι σημαίνει αυτό; Πολύ απλά «προστατεύεται» το δικαίωμα των αριστερούληδων και των ακροδεξιούληδων να «γιορτάζουν» την έξοδο από την καραντίνα με τσαμπουκά, όπου χθες το βράδυ έγινε της… Αγίας Παρασκευής υπό τις ευλογίες του ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αλλά η πλεινότητα του κόσμου, που επιδεικνύοντας υψηλό βαθμό κοινωνικής αλληλεγγύης πειθαρχεί στις οδηγίες της πολιτείας, δεν προστατεύεται.

Είναι προφανές ότι οι μπαχαλάκηδες θα συνεχίσουν και τις επόμενες μέρες να το «γλεντάνε» σε βάρος των κορόϊδων. Και είναι επίσης προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και τα πνευματικά του παιδιά θα το «γλεντάνε» μαζί τους. Μεταξύ μας αναμενόμενο από τη στιγμή που ο Μητσοτάκης δεν τους άφησε χώρο για να κάνουν σοβαρή αντιπολίτευση. Μην εκπλαγείτε να τους δείτε και σε καμιά πλατεία να… τιμούν με μπύρες (και όχι με γιαουρτώματα όπως έκαναν στο παρελθόν) το κίνημα των «συγχρωτισμένων».

Στη Μαρφίν πάντως δεν θα τους συναντήσετε. Αυτό είναι το μόνο βέβαιο. Δεν θα τους δείτε όχι γιατί ντρέπονται, αλλά γιατί κατά βάθος πιστεύουν ότι το έγκλημα στη Μαρφίν ήταν μια «κακιά στιγμή». Οι «κουκουλοφόροι» δεν ήθελαν να κάψουν τους ανθρώπους, αλλά την τράπεζα. Όπως και οι «συγχρωτισμένοι», θεωρούν, δεν το κάνουν για να σκορπίσουν τον κορωνοϊό και να βλάψουν τον κόσμο, αλλά γιατί έτσι πιστεύουν ότι βρήκαν τον τρόπο να πλήξουν την κυβέρνηση και τον Μητσοτάκη.

Οι υποκινητές των «αυθόρμητων» εκδηλώσεων ελευθερίας, κάνουν το λάθος να τα βάλουν με το λάθος άνθρωπο. Όχι τόσο γιατί τους διαφεύγει ότι η ελευθερία είναι μητέρα της τάξης, σύμφωνα με τον Προυντόν, αλλά γιατί ελευθερία σημαίνει υπευθυνότητα. Γι αυτό και οι ανεύθυνοι τη φοβούνται. Γι αυτό τα βάζουν τα βάζουν με τον Μητσοτάκη. Γιατί φοβούνται την ελευθερία. Γιατί τρέμουν την υπευθυνότητα ενός πρωθυπουργού που παίρνοντας δύσκολες αποφάσεις απέδειξε ότι δεν είναι αιχμάλωτος των επιθυμιών του, όπως ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά ηγέτης που ανέλαβε την ευθύνη των πράξεων του και το αποτέλεσμα τον δικαίωσε.