Ο καφές στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ απλώς ένα ρόφημα. Ήταν η μικρή μας απόδραση, το ραντεβού στη γωνία, η αφορμή για κουβέντα. Ήταν το «πάμε για έναν καφέ» που σήμαινε πολύ περισσότερα από μια παραγγελία σε χάρτινο ποτήρι.
Κι όμως, σήμερα αυτό το φλιτζάνι καφές μάς κοιτάζει με ειρωνικό χαμόγελο από το ράφι και τον κατάλογο. Αυξήσεις έως και 31% σε καφετέριες και σούπερ μάρκετ μάς υπενθυμίζουν ότι ακόμα και οι μικρές χαρές της ζωής κινδυνεύουν να γίνουν πολυτέλεια. Ο freddo που έπινες χωρίς δεύτερη σκέψη, το σακουλάκι με τις κάψουλες για το σπίτι, το στιγμιαίο που συνόδευε το ξενύχτι... όλα γίνονται αριθμοί, ποσοστά και «πικρές» συγκρίσεις.
Δεν είναι όμως μόνο το πορτοφόλι. Είναι και η ψυχολογία. Γιατί όταν η καθημερινή σου συνήθεια γίνεται δυσβάσταχτη, νιώθεις ότι κάτι σου κλέβουν. Όχι τα λεφτά, αλλά την κανονικότητα. Τη ρουτίνα που σε στηρίζει, το «μαζί» που σε ισορροπεί.
Οι αριθμοί λένε ότι οι πωλήσεις στιγμιαίου καφέ έχουν εκτοξευθεί, ότι ο κόσμος στρέφεται στο σπίτι για να μειώσει το κόστος. Στην πράξη, όμως, λένε ότι το «πάμε για καφέ» δεν είναι πια αυτονόητο. Ότι το καφενείο της γειτονιάς δυσκολεύεται να σταθεί. Ότι το ραντεβού με τον φίλο ίσως γίνει πιο σπάνιο.
Ο καφές ήταν πάντα καθρέφτης της ελληνικής κοινωνίας. Από τα παραδοσιακά καφενεία μέχρι τα instagramικά ποτήρια στο χέρι, ήταν ο τρόπος μας να συναντιόμαστε, να μιλάμε, να μοιραζόμαστε. Αν τώρα αυτό το καθρέφτισμα δείχνει μόνο ακριβά νούμερα, τότε κάτι χάνουμε.
Γιατί στο τέλος της ημέρας, δεν είναι απλώς ένας πικρός καφές. Είναι μια πικρή διαπίστωση: ότι η καθημερινότητά μας μικραίνει – και μαζί της μικραίνουν και οι χαρές που κάποτε θεωρούσαμε δεδομένες.