«Η Ελλάδα διάγει τη δική της ψηφιακή άνοιξη τους τελευταίους μήνες», ανέφερε ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Κυριάκος Πιερρακάκης, στο περιθώριο του συνεδρίου «Thessaloniki Metropolitan Summit» του Economist, τονίζοντας πως «η εξίσωση που πρέπει να λύσουμε για τα επόμενα χρόνια είναι να αφαιρέσουμε τα εμπόδια.
Ο ρόλος του κράτους δεν είναι να είναι επενδυτής, αλλά να δημιουργεί συνθήκες επώασης, να δημιουργεί την καλύτερη δυνατή συνθήκη για να μπορεί ο επενδυτής να κάνει τη δουλειά του». «Οι περισσότεροι γνωρίζεται τις εκατοντάδες υπηρεσίες που πλέον παράσχουμε σε μια δύσκολη περίοδο», είπε και διευκρίνισε πως «η πανδημία κατέστησε αυτό που ήταν εκκρεμές στο παρελθόν, έναν καταλύτη τον μετέτρεψε σε δεδομένο για το παρόν και βασικό στοιχείο του μετασχηματισμού αυτού, είναι το κυβερνητικό portal το οποίο περιλάμβανε περίπου 500 υπηρεσίες και τώρα παρέχει πάνω από 1250 υπηρεσίες».
Ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, εξήγησε πως η εικόνα αυτής της ψηφιακής άνοιξης, αποτυπώνεται στον αριθμό των ψηφιακών αλληλεπιδράσεων και συναλλαγών μεταξύ του κράτους και των πολιτών, που πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα από το 2019 μέχρι σήμερα. «Το 2019 υπήρχαν 8.8 εκατ. αλληλεπιδράσεις πριν την ανάληψη της ευθύνης από τη δική μας κυβέρνηση και έφτασε στα 34 εκατ. Για το 2020 ήταν 94 εκατ. και το πρώτο εξάμηνο του 2021 είμαστε στις 150 εκατ. αλληλεπιδράσεις και συναλλαγές. Η προσδοκία είναι για φέτος ότι θα ξεπεράσουμε τις 300 εκατ. αλληλεπιδράσεις», επισήμανε.
Σχετικά με την αναβάθμιση των υπηρεσιών και τον όρο digital, o κ Πιερακάκης είπε: «Σκεφτόμαστε τέσσερα πράγματα, την ψηφιοποιήση του κράτους, τις ψηφιακές υπηρεσίες του ιδιωτικού τομέα, τις ψηφιακές δεξιότητες που είναι συνολικά μια πρόκληση για την Ευρώπη για ένα μοντέλου συνεχούς εκπαίδευσης και τέλος τηλεπικοινωνίες». «Δεν καταφέραμε να κινηθούμε τόσο γρήγορα στις τηλεπικοινωνίες, όπως στις ψηφιακές υπηρεσίες του κράτους» είπε και υπογράμμισε πως αντίθετα, «στο 5G καταφέραμε να παράξουμε ένα από τα πλέον καινοτόμα θεσμικά πλαίσια στην Ευρώπη, ίσως και στον κόσμο, έχουμε εργαλειοποιήσει τις δημοπρασίες δικτύου για να δημιουργήσουμε μια αγορά 5G».
Ερωτηθείς για τη σχέση μεταξύ κράτους και των πολιτών, ο υπουργός ψηφιακής διακυβέρνησης, απάντησε πως οι παλιές γραφειοκρατικές διαδικασίες, «έχουν διαβρώσει τις σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ του πολίτη και του κράτους και αυτή η εξίσωση αλλάζει με τις 1300 νέες υπηρεσίες. Ανακτάται η εμπιστοσύνη των πολιτών προς το κράτος. Έχουμε βάλει κάτω τα βασικά γεγονότα ενός πολίτη και όλα τα βήματα που πρέπει να κάνουν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις και προσπαθούμε να τα κάνουμε όσο γίνεται πιο λίγα, να τα κάνουμε ένα, ένα κλικ» είπε και τόνισε ότι το πρώτο κομμάτι της εξίσωσης είναι να ανακτήσει αυτό το οικοδόμημα, όχι σιγά, σιγά στη δική μας περίπτωση, αλλά γρήγορα- γρήγορα».
«Τα κονδύλια που έχουμε, μας δίνουν τη δυνατότητα να επενδύσουμε και να υλοποιήσουμε 100% τη στρατηγική μας, τόσο στις τηλεπικοινωνίες, όσο και στις ψηφιακές δεξιότητες. Είναι ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ για την εποχή μας», ειπε ο κ. Πιερακάκης και σημείωσε πως: «Το 25% του πλάνου αυτού αφορά στις τηλεπικοινωνίες και ονομάζεται ψηφιακή βίβλος. Κωδικοποιεί περίπου 440 πρότζεκτ. Από μικροδορυφόρους, μέχρι και διαδρόμους ετοιμότητας για το 5G».
Ο διευθύνων σύμβουλος της BC Partners, Νίκος Σταθόπουλος, επισήμανε πως, «η χώρα βρίσκεται σε ένα σημείο ανάκαμψης. Τα πράγματα δουλεύουν πολύ γρήγορα και πλέον αποτελεί πόλο έλξης για τους επενδυτές. Υπάρχουν επενδυτές που κατανόησαν την αλλαγή και θέλουν να επενδύσουν στην Ελλάδα. Η χώρα είναι πολύ ελκυστική για τους επενδυτές, κυρίως για τον τομέα των τηλεπικοινωνιών».
Σχολιάζοντας τις αλλαγές που έχουν σημειωθεί στον τομέα της ψηφιοποιήσης του κράτους είπε πως, «ποτέ δεν είχαμε σε αυτή τη χώρα υπουργό, που να γνωρίζει τόσο πολλά για την ψηφιοποίηση, όσο ο κ. Πιερακάκης και αυτό είναι σημάδι των καιρών για αυτή τη χώρα».
Ωστόσο ο ίδιος τόνισε ότι «χρειάζονται υποδομές, κυρίως στον τομέα των τηλεπικοινωνίων, όπως οι οπτικές ίνες, η χρήση των παγκόσμιων δεδομένων που η Ελλάδα ακόμα υστερεί και η διείσδυση του paytv (συνδρομητικής τηλεόρασης) που είναι πολύ χαμηλά ακόμα στη χώρα».
«Οι επενδυτές θέλουν ανάπτυξη και αυτή η ευφορία που κυριαρχεί αυτή τη στιγμή δείχνει ότι είμαστε στο σωστό δρόμο. Έχουν γίνει οι σωστές κινήσεις για να διευκολυνθούν οι επενδύσεις. Υπάρχουν περίπου δύο τρισεκατομμύρια δολάρια που μένουν ακόμα προς επενδύσεις παγκοσμίως. Το κράτος θα πρέπει να διευκολύνει τις επενδύσεις» σημείωσε.
Αναφερόμενος στη Θεσσαλονίκη, ο κ. Σταθόπουλος, είπε, ότι έχει μια σπάνια γεωγραφική θέση, έχει μεγάλη δυναμική, αλλά και σημαντικό ανθρώπινο δυναμικό που θα πρέπει οι επενδυτές να το αξιοποιήσουν. «Η Θεσσαλονίκη δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από οποιαδήποτε άλλη πόλη όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και του εξωτερικού» υπογράμμισε.
«Ο μόνος δρόμος μπροστά είναι ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η πράσινη ανάπτυξη και η τεχνολογία», επισήμανε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της VODAFONE Ελλάδας, Χάρης Μπρουμίδης και διευκρίνισε πως, «είναι από όλους κατανοητό ότι αυτό δεν είναι μια παράλληλη δράση αλλά πρέπει να είναι αφετηρία σε οτιδήποτε κάνουμε οργανικά από εδώ και εμπρός. ‘Αλλες χώρες έχουν προχωρήσει πολύ. Πρέπει να σχεδιάσουμε ξανά ένα μέλλον από την αρχή. Ακούμε 672 δις του ταμείου ανάκαμψης, τα 60 δις του ελληνικού προγράμματος, χρήματα υπάρχουν και είναι πολλά αλλά δεν μπορούν μόνο αυτά να κάνουν τη δουλειά».
Τόνισε πως, «αυτό που πρέπει να μας οδηγήσει στην επόμενη ημέρα αξιοποιώντας τους πόρους, είναι οι συνεργασίες, τα εργαλεία συνεργασίας και η πολιτική βούληση. Είναι παράδειγμα αυτό που έγινε στην Ελλάδα με τη διάθεση του 5G στην Ε.Ε., η πολιτική ηγεσία θεώρησε ότι δε θα πρέπει να έχει εισπρακτική καθαρά πολιτική αλλά να δημιουργήσει τις συνθήκες για γρηγορότερη ανάπτυξη των δικτύων 5G».
Ο κ Μπρουμίδης, αναφερόμενος στις αλλαγές που θα πρέπει να γίνουν άμεσα, είπε πως, «κάποια στιγμή στη φορολογία, θα πρέπει να μιλήσουν τα κράτη μέλη, για μία ενιαία ευρωπαϊκή φορολόγηση, για να μην δημιουργούνται ανισότητες με τους διαφορετικούς συντελεστές, στο επίπεδο της πρόσβασης, των οικονομιών, των επιχειρήσεων, των κοινωνιών, των πολιτών και των ψηφιακών υπηρεσιών. Επίσης ο χρόνος αδειοδότησης των δικτύων θα πρέπει να μειωθεί».