«Όταν καταστήσουμε την αριστεία, εθνική νοοτροπία, μπορούμε να ελπίζουμε ότι οι νέοι Έλληνες επιστήμονες θα μπορέσουν ν’ αναδειχθούν μέσα στην Ελλάδα και ν’ ακτινοβολήσουν διεθνώς χωρίς να εκπατρισθούν» υπογράμμισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, κατά την ομιλία του στην εκδήλωση του Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας και Τεχνολογίας, με θέμα: «200 Χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση: Σύγχρονες Ιστορικές Αναζητήσεις», που πραγματοποιήθηκε το απόγευμα στην Παλαιά Βουλή.

Όπως σημείωσε ο κ. Παυλόπουλος, έχουμε χρέος να κατανοούμε αδιαλείπτως ότι η πραγματική αριστεία σημαίνει απόδοση σε καθέναν όσων του ανήκουν, υπό όρους αναλογικής ισότητας, γεγονός που επιβάλλει την πιστή εφαρμογή της ισότητας των ευκαιριών και, κατ’ ουσίαν, της ισότητας στην αφετηρία.

Υπογράμμισε, επίσης, ότι «το σαράκι του φθόνου, ευρέως διαδεδομένο στο σύνολο του κοινωνικού και οικονομικού γίγνεσθαι, στέρησε και στερεί από την ελληνική κοινωνία την δυνατότητα αξιοποίησης όλης της ικμάδας της επιστημονικής δημιουργίας των Ελλήνων, ακόμη και μέσα στα σύνορά μας», ενώ παράλληλα τόνισε ότι «σε πολύ μεγάλο βαθμό- δεν μας επέτρεψε να έχουμε το απαιτούμενο θάρρος ώστε να ζητήσουμε από τους επιτυχημένους Έλληνες επιστήμονες του εξωτερικού να γυρίσουν πίσω στην πατρίδα, επιφυλάσσοντάς τους βεβαίως την αναγνώριση και την αντίστοιχη θέση που θα τους αναλογούσε, γεγονός το οποίο στέρησε από την χώρα μας και την ευκαιρία οι επιστήμονες αυτοί να δώσουν την αναγκαία ώθηση στους Έλληνες επιστήμονες, και ν’ αναδειχθούν στον τόπο τους και να μείνουν σε αυτόν».

Τόνισε, ακόμη, πόσο οδυνηρό είναι το φαινόμενο να βλέπουμε αυτούς τους κορυφαίους Έλληνες επιστήμονες του εξωτερικού να έρχονται στην Ελλάδα μόνο στο τέλος του βίου τους, όταν ακόμη και τότε βεβαίως μπορούν να προσφέρουν με το παράδειγμά τους, όμως όχι όλα εκείνα, τα οποία θα ήταν σε θέση ν’ ανταποδώσουν αν εγκαίρως η πατρίδα τους είχε ζητήσει τον ανεκτίμητο επιστημονικό και ερευνητικό «οβολό» τους.

Αναφερόμενος στον ρόλο του ΕΛΙΔΕΚ, σημείωσε ότι είναι ένας νέος, πολλά υποσχόμενος, θεσμός, ο οποίος ιδρύθηκε προκειμένου να ικανοποιηθεί η ζωτική ανάγκη αφενός της υποστήριξης της ελεύθερης έρευνας και εκείνων που την θεραπεύουν, ήτοι των Ελλήνων επιστημόνων. Και, αφετέρου, της αντιστροφής του καταστροφικού φαινομένου εκροής των νέων επιστημόνων στο εξωτερικό. Ενός φαινομένου, του οποίου τις επώδυνες επιπτώσεις βιώσαμε κατά τα προηγούμενα χρόνια της βαθιάς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, και εν πολλοίς βιώνουμε ακόμη και σήμερα.

«Η επίτευξη του ως άνω στόχου είναι τόσο περισσότερο επιτακτική σήμερα, όσο η επιστροφή των νέων επιστημόνων που έφυγαν από την χώρα αποτελεί conditio sine qua non από την μια πλευρά για την εμπέδωση της σταθερής αναπτυξιακής πορείας της στο μέλλον. Και, από την άλλη πλευρά -και τούτο ουδόλως μπορεί να υποτιμάται, κάθε άλλο- για την ανάδειξη των τεράστιων δυνατοτήτων του επιστημονικού δυναμικού της Ελλάδας, ιδίως δε των νέων επιστημόνων» υποστήριξε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Επισήμανε, τέλος, ότι «η διαδρομή της, 200 χρόνια από την Εθνεγερσία του 1821 -και, κατ’ ουσίαν, από την σύσταση του νεώτερου ελληνικού κράτους- όχι μόνο μας επιτρέπει αλλά, πολύ περισσότερο, μας υποχρεώνει ν’ αξιοποιήσουμε την σχετική εμπειρία ως προς το τι συνέβη με το επιστημονικό δυναμικό της χώρας και, επέκεινα, να διδαχθούμε τόσο από τις μεγάλες επιτυχίες όσο και από τα λάθη του παρελθόντος, έτσι ώστε και να μην τα επαναλάβουμε και, όσο αυτό είναι εφικτό, να τα διορθώσουμε το ταχύτερο δυνατό».