Η κόντρα του ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ για το ποιoς θα εργαλειοποιήσει καλύτερα το Παλαιστινιακό αναδεικνύει και τον τρόπο με τον οποίο τα δύο κόμματα –που παρεμπιπτόντως δηλώνουν κόμματα εξουσίας– αντιμετωπίζουν θέματα που άπτονται της εξωτερικής πολιτικής της χώρας: Επικοινωνιακά πυροτεχνήματα με γνώμονα την ψηφοθηρία. Μόνο που οι διεθνείς σχέσεις και η εξωτερική πολιτική δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται με όρους μικροκομματικούς.
Η επιστολή του Νίκου Ανδρουλάκη στον πρόεδρο της Βουλής, στην οποία γίνεται λόγος για επικαιροποίηση «ψηφίσματος» του Δεκεμβρίου του 2015 για την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους, η αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ και το σκηνικό που δημιουργήθηκε αναδεικνύουν –δυστυχώς με τον χειρότερο δυνατό τρόπο– την κατάσταση που επικρατεί στον χώρο της αντιπολίτευσης.
Στόχος, όπως όλα δείχνουν, τόσο του ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη όσο και του ΣΥΡΙΖΑ του Σωκράτη Φάμελλου –που πρώτος έθεσε θέμα εφαρμογής ενός «ψηφίσματος» που ούτε ο Αλέξης Τσίπρας υλοποίησε ως πρωθυπουργός– είναι να «στριμώξουν» την κυβέρνηση.
Απαντήσεις Κακλαμάνη
Μόνο που και αυτήν τη φορά πηγαίνουν... κουβά: πρώτα απ’ όλα –όπως ξεκαθάρισε και ο Νικήτας Κακλαμάνης– δεν ήταν ψήφισμα αλλά Ειδική Απόφαση αυτή του 2015, αφού η Βουλή δεν εκδίδει ψηφίσματα. Επίσης αποσαφήνισε πως μπορεί να γίνει προ ημερησίας διάταξης συζήτηση για το θέμα και ή να επικαιροποιηθεί ή να εκδοθεί νέα Ειδική Απόφαση.
Άλλωστε, η κυβέρνηση έχει αποσαφηνίσει πως στηρίζει τη λύση των δύο κρατών, κάτι που επισήμανε και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης κατά τη χθεσινή ενημέρωση των πολιτικών συντακτών. Μάλιστα, άδραξε την ευκαιρία να υπενθυμίσει τις πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει ή όπου συμμετέχει η ελληνική πλευρά τόσο σε επίπεδο ΟΗΕ όσο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης αλλά και της δημιουργίας των συνθηκών για διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της δημιουργίας δύο κρατών.
Τι θα άλλαζε η επικαιροποίηση του ψηφίσματος ή ακόμη και η αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους; Επί της ουσίας τίποτα. Γι’ αυτό και πρόκειται για επικοινωνιακό πυροτέχνημα που εντάσσεται στην κόντρα και τον διαγκωνισμό που βρίσκεται σε εξέλιξη μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ. Αρκεί να δει κανείς την αντίδραση της Κουμουνδούρου που με ανακοίνωσή της κατηγορεί τη Χαριλάου Τρικούπη και τον επικεφαλής της.
«Για μια ακόμη μια φορά, ο κ. Ανδρουλάκης κινείται μόνος και απομονωμένος, σπάει το μέτωπο της προοδευτικής αντιπολίτευσης. Κάτι που εκ των πραγμάτων διευκολύνει την κυβέρνηση Μητσοτάκη», αναφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ, προσθέτοντας πως «την περασμένη Πέμπτη ο Σωκράτης Φάμελλος πήρε πρωτοβουλία κοινής δράσης των κομμάτων της προοδευτικής αντιπολίτευσης για να τερματιστεί η εισβολή του Ισραήλ στη Γάζα, να επιβληθούν κυρώσεις στο Ισραήλ και να αναγνωρίσει η Ελλάδα το παλαιστινιακό κράτος. Ανταποκρίθηκαν θετικά ο πρόεδρος της Νέας Αριστεράς, Αλέξης Χαρίτσης, και η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας, Ζωή Κωνσταντοπούλου, και το ΚΚΕ επανέλαβε την ήδη υπάρχουσα δήλωση των τεσσάρων κομμάτων για την Παλαιστίνη».
Ρίχνουν μάλιστα και το καρφί λέγοντας πως «ο κ. Ανδρουλάκης ήταν ο μόνος πολιτικός αρχηγός που δεν ανταποκρίθηκε καν στην επικοινωνία του Σωκράτη Φάμελλου με δικαιολογία την περιοδεία του στα καμένα της Αχαΐας», κατηγορώντας τον ότι «αναλαμβάνει μόνος του πρωτοβουλία για την επικαιροποίηση της απόφασης της Βουλής του 2015, μια απόφαση που έτσι κι αλλιώς ισχύει. Και δεν απαιτεί την αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους από την κυβέρνηση, που είναι σήμερα το μοναδικό ζητούμενο. Όσο για την επιβολή κυρώσεων στο Ισραήλ, δεν αναφέρει τίποτα».
«Δεν μπορείς να βάζεις το εθνικό συμφέρον στο ζύγι» τόνισε ο Παύλος Μαρινάκης, σημειώνοντας ότι η θέση της κυβέρνησης ως προς το Παλαιστινιακό δεν έχει αλλάξει, εν τούτοις το πότε θα προχωρήσει σε συγκεκριμένες ενέργειες συνδέεται με το εθνικό συμφέρον, για να επισημάνει ότι η συμπεριφορά του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ και ο καβγάς για το ποιος είπε πρώτος τι, θυμίζει γενικές συνελεύσεις πανεπιστημίων.
Για να καταλήξει υπογραμμίζοντας πως «έχουν εμπειρία στην μπαχαλοποίηση, όμως η εξωτερική πολιτική δεν είναι γενική συνέλευση».
Δεν είναι η πρώτη φορά που η εξωτερική πολιτική επιχειρείται να εργαλειοποιηθεί από την αντιπολίτευση με γνώμονα τις δεξαμενές των ψηφοφόρων στις οποίες απευθύνονται. Ο τρόπος που αντιμετωπίζουν αυτά τα ζητήματα, όμως, επιβεβαιώνει την ανάγκη που έχει η χώρα για πολιτική σταθερότητα σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο γεωστρατηγικό περιβάλλον στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.