Την περιπέτεια που έζησε επί έναν χρόνο στην Κρήτη, όπου πήγε για να γίνει παρένθετη μητέρα, περιέγραψε μια γυναίκα από τη Γεωργία.

Η 34χρονη η οποία γέννησε στην κλινική γονιμότητας των Χανίων που βρίσκεται στο επίκεντρο της υπόθεσης εμπορίας βρεφών και παράνομων υιοθεσιών έδωσε συνέντευξη στην ιστοσελίδα flashnews.gr και μίλησε για το ταξίδι της από τη Γεωργία στην Ελλάδα, την αμοιβή της, τις συνθήκες διαβίωσης στα Χανιά και τους ανθρώπους που υιοθέτησαν παράνομα το παιδί της. 

Η γυναίκα από τη Γεωργία είπε ότι κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της έζησε σε τρία από τα 14 σπίτια που φέρεται να είχε στη διάθεσή της η κλινική. «Ήρθα σε επαφή με μία γυναίκα από τη Γεωργία, μέσω ίντερνετ. Εκείνη, με έφερε σε επαφή και με την κλινική των Χανίων. Ύστερα από αρκετή σκέψη, αποφάσισα να έρθω στην Ελλάδα, με την κλινική να αναλαμβάνει τα έξοδα για το ταξίδι μου μέχρι τα Χανιά. Αρχικά, χρειάστηκε να κάνω κάποιες εξετάσεις υγείας σε μία κλινική της Γεωργίας. Όταν έφτασα στην Ελλάδα επαναλήφθησαν ορισμένες εξετάσεις και μετά ξεκίνησα τη διαδικασία της παρένθετης μητρότητας. Εκείνη την περίοδο ήμουν 34 χρόνων, ενώ οι νεότερες κοπέλες που γνώρισα μέσω της κλινικής (παρένθετες και δότριες ωαρίων) ήταν 24 με 25 χρόνων. Η αμοιβή που θα λάμβανα θα ήταν 18.000 ευρώ για όλο το χρονικό διάστημα παραμονής μου, ποσό από το οποίο κάθε μήνα θα έπαιρνα 200 ευρώ για τα προσωπικά μου έξοδα και το φαγητό μου. Στο τέλος θα έπαιρνα τα υπόλοιπα 15.000 ευρώ. Αν είχαμε ανάγκη από περισσότερα χρήματα κατά τη διάρκεια της διαμονής μας, μας έδιναν το ποσό που ζητούσαμε το οποίο και αφαιρούσαν από την πληρωμή που θα λαμβάναμε το τέλος» είπε.

Δυσάρεστες συνθήκες συμβίωσης 

Η 34χρονη είπε ότι αποφάσισε να γίνει παρένθετη μητέρα λόγω των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε. «Στη Γεωργία κάτι τέτοιο είναι πολύ κατακριτέο με αποτέλεσμα πολλές κοπέλες να απευθύνονται στο εξωτερικό ώστε να βγάλουν χρήματα από την παρένθετη μητρότητα. Πριν καν ξεκινήσει η κύησή μου είχα προετοιμαστεί ψυχολογικά, ότι το παιδί αυτό δεν θα είναι δικό μου. Υπενθύμιζα στον εαυτό μου ότι θα βοηθήσω άλλους ανθρώπους να φτιάξουν τη δική τους οικογένεια. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν ισχύει για όλες τις παρένθετες μητέρες. Πολλές από τις κοπέλες με τις οποίες συγκατοικούσα, δεν ήταν έτοιμες ψυχολογικά γι’ αυτήν την εμπειρία, ενώ αρκετές από αυτές αντιμετώπιζαν συμπτώματα κατάθλιψης. Γενικότερα, οι συνθήκες συμβίωσης δεν ήταν ευχάριστες, καθώς η φορτισμένη ατμόσφαιρα δημιουργούσε εντάσεις μεταξύ μας. Αυτό το γεγονός αποτέλεσε και αιτία να αλλάξω σπίτι» επισήμανε και πρόσθεσε: «Στο σπίτι όπου έμεινα το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, συνολικά ήμασταν πέντε παρένθετες μητέρες κάτω από μία στέγη και, παρ’ όλο που ο χώρος ήταν μεγάλος, δεν μπορούσαμε να κινηθούμε άνετα».

Ασφυκτική παρακολούθηση 

Αν και τυπικά δεν στερήθηκε την ελευθερία της για όσο διάστημα έμεινε στα Χανιά, η παρένθετη μητέρα αισθανόταν πάντα την πίεση των ανθρώπων της κλινικής, οι οποίοι συχνά την απειλούσαν ότι θα την στείλουν στην πατρίδα της αν δεν συμμορφωνόταν με τις οδηγίες τους. «Δεν είχα κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα από το σπίτι στο οποίο μέναμε, ούτε απαγορευόταν να βγούμε εκτός του σπιτιού. Ωστόσο, η γυναίκα από τη Γεωργία που με έστειλε εδώ μας ασκούσε υπερβολικό έλεγχο. Κάθε φορά που κάποια από εμάς επιχειρούσε να φύγει για βόλτα το βράδυ, η Γεωργιανή το μάθαινε. Μας προειδοποιούσε ότι έπρεπε να είμαστε σπίτι πριν τις 10, αλλιώς έλεγε ότι θα είχαμε πρόβλημα. Αν κάποια κοπέλα έμενε έξω μέχρι αργά, την έπαιρνε τηλέφωνο, της έκανε επίπληξη και την απειλούσε ότι θα τη στείλει σπίτι της» σημείωσε. Πρόσθεσε, δε, οτι αισθανόταν μεν ασφαλής «ωστόσο είχα πάντα την αίσθηση ότι κάποιος με παρακολουθούσε. Η αίσθηση έλλειψης ελευθερίας ήταν έντονη».

«Νόμιζα ότι όλα ήταν νόμιμα» 

«Όταν ξεκίνησα τη διαδικασία, μου είπαν ότι όλα είναι νόμιμα. Υπέγραψα ορισμένα χαρτιά στη Γεωργία και θεώρησα ότι είμαι καλυμμένη. Ωστόσο, όταν έφτασα στην Ελλάδα μου δόθηκαν περισσότερα έγγραφα να υπογράψω, στα Ελληνικά αυτή τη φορά, για τα οποία δεν είχα ενημερωθεί και δεν ήξερα τη γλώσσα ώστε να καταλάβω τι γράφουν» είπε όταν ρωτήθηκε αν γνώριζε για τη νομιμότητα της διαδικασίας και πρόσθεσε ότι πίστευε πως η μόνη παρανομία της ήταν η παραμονή στην Ελλάδα για περισσότερους από τρεις μήνες. «Όταν έρχεσαι από τη Γεωργία στην Ελλάδα, είσαι νόμιμη για τρεις μήνες. Όταν ρώτησα αν θα μου υποβληθεί πρόστιμο για την παράβαση της τρίμηνης διαμονής μου, πήρα σαν απάντηση ότι εφόσον θα μείνω έγκυος στην Ελλάδα, δεν θα μου επιβληθεί κάποιο πρόστιμο. Ωστόσο, αυτό δεν ήταν αλήθεια. Με την επιστροφή μου στη Γεωργία, συνειδητοποίησα ότι έχω χρεωθεί πρόστιμο ύψους 1.200 ευρώ το οποίο έχει παραμείνει απλήρωτο». 

Τέλος, είπε ότι η ίδια έμαθε ποιο ήταν το ζευγάρι που πήρε το παιδί της. «Ήξερα μόνο τα ονόματά τους και έμαθα ότι ήταν από το εξωτερικό, όχι Έλληνες. Όταν γέννησα, έστειλαν κάποια δώρα και με ευχαρίστησαν». Άλλες γυναίκες δεν έμαθαν ποτέ τίποτα.