Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος, σε τηλεοπτική παρέμβασή του στην ΕΡΤ, εξέφρασε την ικανοποίησή του από τη συνάντηση του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ με τον Έλληνα πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, στον Λευκό Οίκο.
«Η αίσθηση ήταν ότι το ραντεβού πήγε όσο καλά μπορούσε να πάει, δεδομένης της δύσκολης συγκυρίας, αφού η συγκέντρωση του προέδρου ήταν στα τεκταινόμενα με το Ιράκ. Πήραμε τη στήριξη του προέδρου των ΗΠΑ, τη θετική γνώμη ότι κάτι πάει πολύ καλά στην Ελλάδα και αυτό αναγνωρίζεται. Δεδομένου ότι πολλά μπορεί να πει κανείς, αλλά σίγουρα ο άνθρωπος γνωρίζει από οικονομία και οικονομικό κλίμα και είχε πολλά εύσημα για την ελληνική οικονομία. Επιβεβαιώθηκε η στρατηγική σχέση πλέον ΗΠΑ και Ελλάδας, σχέση η οποία από εδώ και πέρα ζητούμενο είναι πώς θα μπορέσουμε να την επεκτείνουμε και να την εμβαθύνουμε με επενδύσεις, με συνεργασία στον αμυντικό τομέα και άλλα», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όσον αφορά τη συμφωνία Άγκυρας-Λιβύης, εκτίμησε: «Η αίσθησή μου είναι ότι ο πρόεδρος Τραμπ και τα μέλη της ομάδας του θα κινηθούν στην παροχή καλών υπηρεσιών προκειμένου να αποφορτιστεί το κλίμα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Θεωρώ ότι κατανοούν τους προβληματισμούς της Ελλάδας, κατανοούν την αποφασιστικότητα της Ελλάδας να απαντήσει δυναμικά, με ό,τι χρειαστεί εάν αμφισβητηθούν ακόμα περισσότερο βασικά κυριαρχικά της δικαιώματα από την Τουρκία. Νομίζω ότι αυτό κατέστη σαφές, σαφέστατο από εμάς προς τους Αμερικανούς αξιωματούχους. Νομίζω ότι μπορούν να κινηθούν μέσα από διαφορετικά κανάλια επικοινωνίας προς την τουρκική πλευρά προκειμένου να εξηγήσουν ότι δεν συμφέρει κανέναν η κλιμάκωση της έντασης».
Με αφορμή τις εξελίξεις στο Ιράν μετά τα αντίποινα της ιρανικής κυβέρνησης που έπληξε αμερικανικούς στόχους, σχολίασε ότι «ασφαλώς οι εξελίξεις προβληματίζουν. Ασφαλώς και θα ήταν απευκταία κάθε μεγαλύτερη κλιμάκωση της έντασης. Ασφαλώς κανείς δεν θέλει πλήγματα τα οποία διακινδυνεύουν και ανθρώπινες ζωές». Ανέφερε, δε, ότι «αυτή η τελευταία ενέργεια από πλευράς Ιράν ίσως ήταν και η είδηση κλιμάκωσης που τελικά θα οδηγήσει σε αποκλιμάκωση. Νομίζω ότι εδώ θα τελειώσει αυτή η υπόθεση, με αυτό το χτύπημα ανταπόδοσης, αλλά σε κάθε περίπτωση η κατάσταση ασφαλώς και δημιουργεί λαβή για ανησυχίες, δεδομένου ότι είμαστε στην περιοχή ενδιαφέροντος που είναι τα δυτικά σύνορα προς τη Μέση Ανατολή. Ασφαλώς και πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση και ασφαλώς πρέπει να έχουμε τον νου μας».
Για την αναβάθμιση των αεροσκαφών F-16 και το ενδεχόμενο αγοράς αεροσκαφών F-35, παρατήρησε ότι «η αναβάθμιση της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας θα είναι το όχημα που θα επιτρέψει όχι μόνο την αναβάθμιση των F-16 αλλά και τη μελλοντική υποστήριξη του αεροσκάφους 5ης γενιάς που αργά ή γρήγορα θα αποκτήσει η Ελλάδα, είναι νομοτελειακό αυτό». «Συζητήσαμε από σήμερα για το ενδεχόμενο αγοράς των αεροσκαφών F-35, με το δεδομένο βέβαια ότι η δημοσιονομική συγκυρία θα μας το επιτρέψει. Νομίζω ότι αυτό μπορούμε να το πούμε με κάποια ασφάλεια δεδομένου ότι οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας νομίζω ότι θα βελτιωθούν», πρόσθεσε.
Ειδικότερα για το πρόγραμμα αναβάθμισης των F-16, «έδειξε (ο Αμερικανός πρόεδρος) ότι κατανοεί, ότι δεν πρόκειται για μία ακόμα δουλειά με οικονομικό αντικείμενο, αλλά για ένα στοιχείο που εντάσσεται στη γενικότερη στρατηγική σχέση μεταξύ των δύο χωρών», σημείωσε.
«Με παράγοντες της αμερικανικής κυβέρνησης, μεταξύ των οποίων ήταν και η ηγεσία του υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ, συζητήσαμε συνολικότερα όλα αυτά τα ζητήματα της ενίσχυσης των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων από αμερικανικά όπλα, είτε μέσω πωλήσεων αμερικανικού αμυντικού υλικού είτε μέσω παραχώρησης πλεονάζοντος αμυντικού υλικού που δεν χρησιμοποιείται πλέον από τις αμερικάνικες Ένοπλες Δυνάμεις και συμφωνήσαμε ότι οι επιμέρους προτάσεις, τις οποίες επεξεργάζεται βέβαια και η ελληνική πλευρά αλλά γνωρίζει και η αμερικανική, θα έχουμε τη δυνατότητα να συζητήσουμε σε βάθος λεπτομέρειες στο μέλλον», τόνισε ο κ. Παναγιωτόπουλος.