Η Παγκόσμια Τράπεζα ανέφερε σήμερα ότι αναμένει οι παγκόσμιες τιμές πετρελαίου να διαμορφωθούν κατά μέσο όρο στα 90 δολάρια το βαρέλι το τέταρτο τρίμηνο και να υποχωρήσουν στα 81 δολάρια κατά μέσο όρο την επόμενη χρονιά καθώς η επιβράδυνση της ανάπτυξης περιορίζει τη ζήτηση αλλά προειδοποίησε ότι η κλιμάκωση της τελευταίας σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή μπορεί να οδηγήσει τις τιμές σημαντικά υψηλότερα.

Στη τελευταία έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας για τις προοπτικές στις αγορές εμπορευμάτων σημειώνεται ότι οι τιμές του πετρελαίου έχουν αυξηθεί μόνο κατά 6% περίπου από την αρχή του πολέμου Ισράηλ-Χαμάς, ενώ οι τιμές των αγροτικών εμπορευμάτων, των περισσότερων μετάλλων και άλλων πρώτων υλών «έχουν μεταβληθεί ελάχιστα».

Η έκθεση επισημαίνει τρία σενάρια κινδύνων με βάση ιστορικά γεγονότα που αφορούν περιφερειακές συγκρούσεις από τη δεκαετία του 1970, με αυξανόμενη σοβαρότητα και επιπτώσεις.

Το σενάριο «μικρής αναταραχής», που αντιστοιχεί σε μείωση στην παραγωγή πετρελαίου που παρατηρήθηκε κατά τον εμφύλιο πόλεμο στη Λιβύη κατά 500.000 έως 2 εκατ. βαρέλια την ημέρα, θα οδηγήσει τις τιμές του πετρελαίου σε εύρος 93 δολαρίων έως 102 δολαρίων το βαρέλι το τέταρτο τρίμηνο, ανέφερε η τράπεζα.

Το σενάριο «μέτριας αναταραχής» -που αντιστοιχεί σε γενικές γραμμές στον πόλεμο του Ιράκ το 2003- θα οδηγήσει σε μείωση των παγκόσμιων προμηθειών πετρελαίου κατά 3 εκατ. έως 5 εκατ. βαρέλια την ημέρα, οδηγώντας τις τιμές μεταξύ 109 και 121 δολαρίων ανά βαρέλι.

Το σενάριο «μεγάλης αναταραχής» της Παγκόσμιας Τράπεζας θυμίζει τον αντίκτυπο του αραβικού εμπάργκο πετρελαίου το 1973, μειώνοντας την παγκόσμια παροχή πετρελαίου κατά 6 εκατ. έως 8 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Αυτό αρχικά θα οδηγήσει τις τιμές ανοδικά στα 140 έως τα 157 δολάρια το βαρέλια, σημειώνοντας αύξηση έως 75%.

«Οι υψηλότερες τιμές πετρελαίου, εάν διατηρηθούν, αναπόφευκτα θα σημαίνουν υψηλότερες τιμές τροφίμων», δήλωσε ο Αϊχάν Κόσε, αναπληρωτής επικεφαλής οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζα. «Εάν υπάρξει ένα σοβαρό σοκ στις τιμές πετρελαίου, αυτό θα οδηγήσει ανοδικά τον πληθωρισμό των τιμών τροφίμων που έχει ήδη αυξηθεί σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες».