Μια εξαιρετικά περίεργη όσο και δυσάρεστη κατάσταση φαίνεται ότι διαμορφώνεται στο ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό και επί της ουσίας απειλεί ακόμη και να τινάξει στον αέρα τις ευρωεκλογές. Ενα μίγμα λαϊκιστών, ακραίων, ευρωσκεπτικιστών και κυρίως ευκαιριακών «ηρώων», που εμφανίζονται άλλοτε ως θιασώτες του lifestyle και άλλοτε ως αυτόκλητοι σωτήρες των εθνών, έχει βγει στον αφρό για να εκμεταλλευτεί την απογοήτευση και την αδιαφορία μεγάλης μερίδας ψηφοφόρων για το πολιτικό σύστημα και τους θεσμούς.
Γράφει η Έρση Παπαδάκη
Και ναι μεν αυτή είναι η μεγαλοψυχία της Δημοκρατίας που επιτρέπει «σε όλα τα λουλούδια ν’ ανθίσουν», όπως ορίζει η μαοϊκής έμπνευσης προτροπή, αλλά, από την άλλη πλευρά, είναι εύλογο να γεννά προβληματισμό για το πού μπορεί να οδηγήσει αυτή η κατάσταση σε ό,τι αφορά την ποιότητα της Δημοκρατίας.
Από τη Μαρίν Λεπέν, που προηγείται στις δημοσκοπήσεις στη Γαλλία, πλαισιωμένη και από άλλες νεόκοπες δυνάμεις της ξενοφοβικής Ακροδεξιάς, ή από την επίσης ακροδεξιά «Εναλλακτική» στη Γερμανία, που ισχυροποιεί διαρκώς την παρουσία της, έως τον γνωστό και μη εξαιρετέο Βίκτορ Ορμπαν στην Ουγγαρία ή τον Ρόμπερτ Φίτσο στη Σλοβακία, η Ευρώπη αρχίζει να νιώθει όλο και πιο έντονη την πίεση των εθνικιστών και των ακραίων.
Μια μπερδεμένη Αριστερά
Βεβαίως, ακραίοι υπάρχουν και από τις δύο πλευρές. Στη σκηνή συνεπώς έχουν βγει και άλλα «λουλούδια που ανθίζουν» και προέρχονται μεν από την (ακρο)Αριστερά, αλλά οι θέσεις που έχουν σε βασικά ζητήματα προκαλούν το λιγότερο σύγχυση.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της κατηγορίας είναι η Γερμανίδα Σάρα Βάγκενκνεχτ, η οποία, αφού διέσπασε το κόμμα της παραδοσιακής Αριστεράς (Die Linke), προχώρησε στη δημιουργία νέου που έχει μεν αριστερές καταβολές, αλλά στην πραγματικότητα οι θέσεις του, π.χ. για το μεταναστευτικό, κάλλιστα θα μπορούσαν να είναι θέσεις ενός κόμματος στην άλλη πλευρά του ζυγού ανάμεσα στην Αριστερά και στη Δεξιά. Οσο για τις ευρωσκεπτικιστικές θέσεις που εκφράζει, το ίδιο θα μπορούσε κάποιος να πει π.χ. για το ΚΚΕ που έχει βασικό του σύνθημα και επιδίωξη την έξοδο της Ελλάδας από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, αλλά συμμετέχει κανονικά στο Ευρωκοινοβούλιο και τις εργασίες του. Μάλιστα στην προσεχή κάλπη έχει βάλει εξαιρετικά ψηλά τον πήχη εξαιτίας της αδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ να αυξήσουν τη δική τους δύναμη.
Υπήρξαν βεβαίως και συνεχίζουν να υπάρχουν και διάττοντες αστέρες, όπως για παράδειγμα ο Ιταλός Μπέμπε Γκρίλο, ο οποίος ωστόσο κατάφερε στα λίγα χρόνια της παρουσίας του να δημιουργήσει κυριολεκτικά μια νέα σχολή λαϊκιστών με την επίφαση των αριστερών αντιλήψεων. Ή ο Ισπανός φίλος και υποστηρικτής του Αλέξη Τσίπρα, ηγέτης των Podemos, Πάμπλο Ιγκλέσιας, ο οποίος εξαφανίστηκε αιφνιδίως από το προσκήνιο ωσάν να πέρασε η «μόδα» του. Από την άλλη πλευρά, μία ακόμη από τις ανερχόμενες περσόνες, που καβάλησαν το κύμα της αμφισβήτησης της πολιτικής και των θεσμών, είναι ο Ολλανδός Γκερτ Βίλντερς, ο οποίος έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ως ο «Ευρωπαίος Τραμπ» και προφανώς θαυμάζει τον Μπόρις Τζόνσον, αφού στόχος του –όπως ο ίδιος λέει– είναι να προχωρήσει σε δημοψήφισμα με ερώτημα την αποχώρηση της χώρας του από την ΕΕ…
Μοιάζει συνεπώς οξύμωρο ότι η Ευρώπη δηλώνει πως ανησυχεί από την προοπτική της νίκης του Ντόναλντ Τραμπ στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου και της επανόδου του στον Λευκό Οίκο, τη στιγμή που η ίδια έχει πολλές αντίστοιχες περιπτώσεις στο έδαφός της και στις διάφορες χώρες της.
Η ανικανότητα της «προόδου»
Δεν είναι τυχαίο ότι στην Ελλάδα έχει ανοίξει συζήτηση για το ποιος μπορεί π.χ. να εκφράσει την «πατριωτική Δεξιά» και την κινητικότητα που υπάρχει δεξιότερα της ΝΔ, την ίδια στιγμή που και… αριστερότερα της ΝΔ, ο Στέφανος Κασσελάκης –κατά κύριο λόγο– και ο Νίκος Ανδρουλάκης ερίζουν για το ποιος και πώς μπορεί να ηγηθεί αυτού του ιδιότυπου κινήματος με τα στείρα και επίμονα «όχι» σε ό,τι προτείνει η κυβέρνηση, ανεξαρτήτως του αν αυτό είναι επιβεβλημένο και σύγχρονο, όπως η λειτουργία των μη κρατικών πανεπιστημίων. Στάση που εξηγεί και την εγγενή αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ να ασκήσουν σοβαρή αντιπολίτευση και να αποτελέσουν έναν ισχυρό, αξιόπιστο εναλλακτικό πόλο απέναντι στη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη.