Με το 75% των πολιτών να επιθυμούν σταθερότητα, η κυβέρνηση προωθεί το μεταρρυθμιστικό της πρόγραμμα λαμβάνοντας παράλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της καθημερινότητας. Παράγοντας έργο, καθορίζει την πολιτική ατζέντα, γεγονός που αποτυπώνεται με την ανάκαμψη που καταγράφει στις δημοσκοπήσεις.

Βγαίνει μπροστά και δείχνει τον δρόμο για την επαναφορά της πολιτικής στο προσκήνιο, μέσα από προγράμματα και λύσεις στο πλαίσιο των δημοσιονομικών δυνατοτήτων.

Η ουσία είναι ότι ο πρωθυπουργός και τα κυβερνητικά στελέχη εμφανίζονται να μετατρέπουν το μήνυμα της κοινωνίας σε έργο. Από την επιστροφή του μερίσματος της ανάπτυξης μέχρι τα μέτρα για τη μεσαία τάξη, την ασφάλεια, τη βία των ανηλίκων και στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, καθώς και την αντιμετώπιση της ακρίβειας, βρίσκεται σε εξέλιξη μια συνολική προσπάθεια που συνδυάζεται με επιτυχίες στην οικονομία, όπως αυτές καταγράφονται από διεθνείς οίκους αλλά και τις αρμόδιες αρχές των Βρυξελλών.

Ως προς τα δημοσκοπικά στοιχεία, πέραν της πρόθεσης και της εκτίμησης ψήφου, η αποδοχή από τους πολίτες αυξάνεται, κάτι που αποτυπώνεται σε όλους τους δείκτες, εν αντιθέσει με τα κόμματα της αντιπολίτευσης τα οποία κινούνται σε μια λογική που επιδιώκει την τοξικότητα.

Το «όχι σε όλα» και κυρίως οι υψηλοί τόνοι σε συνδυασμό με μια διαρκή καταστροφολογία προκαλούν αρνητικές αντιδράσεις, με τους πολίτες να τα βαθμολογούν αρνητικά.

Είναι σαφές πλέον ότι η πολιτική και η οικονομική σταθερότητα αποτελεί το βασικό ζητούμενο. Τα πειράματα έχουν τελειώσει, όπως έχουν τελειώσει και οι μαθητευόμενοι… μάγοι που υπόσχονται λύσεις.

Είναι αυτό το σημείο που μετατρέπει την κυριαρχία της κυβερνώσας παράταξης και του πρωθυπουργού σε συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των υπολοίπων, πολύ περισσότερο τη στιγμή που ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ξεκαθαρίσει από την αρχή πως οι πολίτες θα κληθούν να κρίνουν το έργο που θα έχει παραχθεί –με τα όποια λάθη και τις όποιες παραλείψεις να σημειώσουμε– στο τέλος της θητείας.

*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο».