Οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν να έχουν με την Κίνα μια «εποικοδομητική και δίκαιη» εμπορική σχέση, χωρίς ωστόσο να συμβιβαστούν στα ζητήματα εθνικής ασφαλείας, δηλώνει σήμερα η αμερικανίδα υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν σε ομιλία της στο πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς της Ουάσινγκτον.
«Επιδιώκουμε μια υγιή οικονομική σχέση με την Κίνα: μια σχέση που να ευνοεί την ανάπτυξη και την καινοτομία, που να σέβεται τους διεθνείς κανόνες και να είναι καλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον κόσμο», υπογραμμίζει η υπουργός του Τζο Μπάιντεν, σύμφωνα με αποσπάσματα της ομιλίας της που δόθηκαν εκ των προτέρων στη δημοσιότητα.
Η ίδια διαβεβαιώνει ωστόσο πως οι Ηνωμένες Πολιτείες «δεν θα κάνουν συμβιβασμούς» σε ό,τι αφορά τις ανησυχίες για την εθνική ασφάλεια, «ακόμη κι όταν αυτές υποχρεώνουν σε συμβιβασμούς με τα οικονομικά συμφέροντά μας».
Το Πεκίνο κατηγόρησε τον περασμένο μήνα την Ουάσινγκτον ότι υποθάλπει τις εντάσεις ανάμεσα στις δύο δυνάμεις και είχε προειδοποιήσει για τον κίνδυνο «σύγκρουσης».
Οι ΗΠΑ και η Κίνα επιδίδονται σε άγρια μάχη για την κατασκευή ημιαγωγών, των ηλεκτρονικών εξαρτημάτων που είναι απαραίτητα για τη λειτουργία των «έξυπνων» κινητών τηλεφώνων, των συνδεδεμένων οχημάτων, αλλά και στρατιωτικών εξοπλισμών. Στο όνομα της εθνικής ασφαλείας, η Ουάσινγκτον πολλαπλασίασε τους τελευταίους μήνες τις κυρώσεις σε βάρος κινέζων κατασκευαστών ημιαγωγών.
«Αυτές οι ενέργειες εθνικής ασφαλείας δεν έχουν επινοηθεί για να μας επιτρέψουν να αποκτήσουμε κάποιο ανταγωνιστικό οικονομικό πλεονέκτημα ή για να καταπνίξουν τον οικονομικό και τεχνολογικό εκσυγχρονισμό της Κίνας. Παρόλο που αυτές οι πολιτικές μπορεί να έχουν οικονομικό αντίκτυπο, υιοθετούνται για απλούς λόγους εθνικής ασφαλείας», διαβεβαιώνει ακόμη η Γέλεν.
Ένα ιστορικών διαστάσεων πρόστιμο 300 εκατ. δολαρίων επιβλήθηκε έτσι χθες, Τετάρτη, σε ένα προμηθευτή της γιγάντιας κινεζικής εταιρείας Huawei, η οποία βρίσκεται στο στόχαστρο της Ουάσινγκτον για λόγους κυβερνοασφάλειας και υποψιών για κατασκοπεία.
Εξάλλου «θα συνεχίσουμε σε σύνδεση με τους συμμάχους μας να απαντάμε σε αθέμιτες οικονομικές πρακτικές της Κίνας», προειδοποιεί ακόμη η υπουργός του Τζο Μπάιντεν.
Πρόσφατες δηλώσεις του γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν είχαν προκαλέσει ερωτηματικά στους συμμάχους της Γαλλίας, μεταξύ των οποίων οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Μακρόν, όταν επέστρεψε από την Κίνα, είχε καλέσει τους Ευρωπαίους να μην γίνονται «ακόλουθοι» του Πεκίνου ή της Ουάσινγκτον στο ζήτημα της Ταιβάν, καθώς και «να εξαρτώνται λιγότερο από τους Αμερικανούς» στο θέμα της άμυνας, ενώ μερικές ημέρες αργότερα είχε ταχθεί υπέρ μιας μεγαλύτερης οικονομικής αυτονομίας της Ευρώπης.
«Ο Μακρόν, ο οποίος είναι φίλος, γλείφει την Κίνα», είχε σχολιάσει ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος είχε ξεκινήσει έναν εμπορικό πόλεμο εναντίον της Κίνας το 2019, όταν ήταν στο Λευκό Οίκο.