Εως το τέλος του έτους θα είναι έτοιμες οι αλλαγές στην άσκηση των δικηγόρων, στις εξετάσεις για τη λήψη άδειας ικανότητας δικηγόρου και στις προαγωγές τους στα ανώτερα δικαστήρια.

Οι προωθούμενες αλλαγές, που αποσκοπούν στην αναβάθμιση της Δικαιοσύνης αλλά και της άσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος, αποτελούν ήδη πεδίο διαμάχης για τους νομικούς. Η Συντονιστική Επιτροπή της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, με ανακοίνωσή της, αντιδρά στη νομοθετική πρωτοβουλία που έχει προαναγγείλει το υπουργείο Δικαιοσύνης και αφορά την τροποποίηση του Κώδικα Δικηγόρων και ειδικά ζητήματα σχετικά με τον πανελλήνιο διαγωνισμό υποψήφιων δικηγόρων και προαγωγής δικηγόρων στο Εφετείο και στον Αρειο Πάγο.

«Οι αλλαγές στον Κώδικα Δικηγόρων θα πρέπει να αντιμετωπιστούν ενιαία και όχι αποσπασματικά», σημειώνει η Συντονιστική Επιτροπή της Ολομέλειας των Δικηγόρων, με τον υφυπουργό Δικαιοσύνης, Ιωάννη Μπούγα, να σηκώνει το γάντι και να απαντά για ανάγκη ρύθμισης του Κώδικα Δικηγόρων, καθώς σήμερα στη χώρα έχουμε υπερπληθώρα δικηγόρων.

«Σήμερα έχουμε έναν υπερπληθωρισμό στους δικηγόρους, που από μόνο του είναι μία παθογένεια ή, αν θέλετε, πολλαπλασιαστικά επιτείνει όλες τις παθογένειες στον χώρο της Δικαιοσύνης», σημειώνει ο κ. Μπούγας και αφήνει αιχμές για χαμηλή ποιότητα νομικών –όπως έχει καταγραφεί στο πρόσφατο παρελθόν σε αρκετές περιπτώσεις– γεγονός που γεννά την ανάγκη για πρόσθετες δικλίδες ασφαλείας.

«Μετά από λίγα χρόνια ο άνθρωπος αυτός (νέος δικηγόρος), ακόμη κι αν δεν έχει τις γνώσεις και τα ουσιαστικά προσόντα θα μπορεί να παρίσταται ενώπιον των Ανωτάτων Δικαστηρίων. Αυτό δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην απονομή της Δικαιοσύνης αλλά και στους ίδιους τους δικηγόρους», συμπληρώνει επ’ αυτού ο αρμόδιος υφυπουργός, δίνοντας το περίγραμμα των αλλαγών.

«Εχουμε αποφασίσει να το αλλάξουμε, αναβαθμίζοντας τον τρόπο και τη διαδικασία της άσκησης, κάνοντας εξετάσεις οι οποίες θα είναι εξετάσεις σοβαρές από Επιτροπή Εξετάσεων την οποία θα συγκροτεί το υπουργείο Δικαιοσύνης και θα διενεργεί σε τακτά χρονικά διαστήματα εξετάσεις», αναφέρει σχετικά ο κ. Μπούγας.

Από την πλευρά της, η Ολομέλεια μιλά για αιφνιδιασμό του νομικού κόσμου και αποσπασματικές αλλαγές, ζητώντας την απόσυρση των επικείμενων αλλαγών: «Δεν κατανοούμε τους λόγους που το υπουργείο Δικαιοσύνης επέλεξε εσπευσμένα και αποσπασματικά να προβεί σε τροποποίηση του Κώδικα Δικηγόρων ως προς τα άνω ζητήματα, τη στιγμή, μάλιστα, που στο υπουργείο λειτουργεί Ομάδα Εργασίας με τη συμμετοχή και εκπροσώπων του δικηγορικού σώματος, η οποία επεξεργάζεται τη συνολική τροποποίηση του Κώδικα ώστε να καταστεί ένα σύγχρονο νομοθέτημα που θα ρυθμίζει το δικηγορικό λειτούργημα υπό το πρίσμα των προκλήσεων και απαιτήσεων της σύγχρονης εποχής και ήδη η Ολομέλεια έχει καταθέσει τις προτάσεις της».

Πάντως, πηγές από το υπουργείο Δικαιοσύνης τονίζουν ότι δεν πρόκειται για αιφνιδιαστική κίνηση προς τους δικηγορικούς συλλόγους της χώρας, αφού όπως και σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, πριν από τη σύνταξη σχεδίου νόμου, θα υπάρξει διάλογος με τους δικηγόρους και τους δικαστές, με σκοπό τη συνδιαμόρφωση του κατάλληλου πλαισίου. Την έντονη αντίδραση των νομικών συναντά και η απόφαση της ηγεσίας του Αρείου Πάγου για παράδοση των κινητών τηλεφώνων των δικηγόρων που συμμετέχουν στην ανακριτική διαδικασία για τα Τέμπη. Για «πρωτοφανή στα δικαστικά χρονικά απρέπεια και ασχημοσύνη», κάνει λόγο ο πρόεδρος του ΔΣΑ, Δημήτρης Βερβεσός, και προαναγγέλλει ισχυρή αντίδραση από πλευράς δικηγόρων με την έναρξη του νέου δικαστικού έτους.

«Το συγκεκριμένο μέτρο, όπως και κάθε αντίστοιχο, αφορά άπαντες, ανεξαρτήτως της ιδιότητάς τους, εφαρμόζεται απαρέγκλιτα, δεν έχει σκοπό να στοχοποιήσει οποιονδήποτε και αποβλέπει στην προστασία όλων και ιδίως του κύρους της διαδικασίας», τονίζει σε ανακοίνωσή του ο εκπρόσωπος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, Παναγιώτης Λυμπερόπουλος.

Διευκρινίζει δε ότι η υποχρέωση παράδοσης κινητών και λοιπών προσωπικών αντικειμένων καταλαμβάνει τόσο τους δικηγόρους όσο και τους δικαστές, τους εισαγγελείς και τους δικαστικούς γραμματείς και βεβαίως τα φυσικά πρόσωπα που θα καταθέσουν ως μάρτυρες και, τέλος, τους κατηγορούμενους.