Όποιος περίμενε ότι η συζήτηση στη Βουλή για την προανακριτική των Τεμπών θα έβαζε μια -έστω άνω- τελεία στις λεκτικές αντιπολιτευτικές ακρότητες και στις ανοίκειες επιθέσεις στην κυβέρνηση θα χρειαστεί να περιμένει για πολύ ακόμα. 

Είναι πλέον σαφές ότι το αντιπολιτευτικό μοτίβο στα δύο χρόνια που απομένουν μέχρι τις επόμενες κάλπες θα είναι ακριβώς αυτό: τυφλές επιθέσεις και καμία ουσιαστική πρόταση. Είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να χαράξει η αντιπολίτευση -απουσία οποιουδήποτε άλλου οράματος και σχεδίου- για να ψαλιδίσει τη διαφορά που τη χωρίζει από τη Νέα Δημοκρατία. 

Το τελευταίο εικοσιτετράωρο είναι ενδεικτικό του αντιπολιτευτικού ύφους. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου, τώρα που η υπόθεση της τραγωδίας των Τεμπών μπήκε με κοινοβουλευτική βούλα στην επόμενη φάση της, ύψωσε το δάχτυλο και χάλασε για άλλη μια φορά τον κόσμο απαιτώντας «συγγνώμες» επειδή ο Γιώργος Φλωρίδης της θύμισε πώς υπερασπίστηκε τον διαβόητο «βιαστή με τις τυρόπιτες» ταλαιπωρώντας αφάνταστα τα θύματά του. 

Όσο για το ΠΑΣΟΚ, αυτό πιάστηκε από την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ και επιτέθηκε στην κυβέρνηση πριν καν διαβιβαστεί το περιεχόμενο της δικογραφίας που ήρθε από την ευρωπαϊκή εισαγγελία, ξεχνώντας βολικά πώς έκλεινε προκλητικά τα μάτια επί δεκαετίες όταν χάνονταν δισεκατομμύρια επί δισεκατομμυρίων σε αγροτικές επιδοτήσεις-φαντάσματα. 

Θα περίμενε κάποιος ακρότητες και από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στην Κουμουνδούρου αντιμετωπίζουν πραγματικό πρόβλημα πολιτικής επιβίωσης και όπως φαίνεται το τελευταίο πράγμα που έχουν στο μυαλό τους είναι η αντιπολίτευση. Είτε σοβαρή είτε ασόβαρη. Κάτι λίγα ψέλλισαν για τον ΟΠΕΚΕΠΕ, αλλά για τα δικά τους δεδομένα ήταν ελάχιστα.

Το κακό για όλους είναι ότι θα έπρεπε να γνωρίζουν πώς τελειώνει αυτό το έργο. Το έζησε για τα καλά ο Αλέξης Τσίπρας που επέλεξε τον δρόμο της ακραίας αντιπολίτευσης και αντί να νικήσει βίωσε τον μεγαλύτερο εκλογικό εξευτελισμό από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Αλλά φαίνεται ότι τα παθήματα δεν γίνονται μαθήματα.