Αν ακούτε συχνά το αφήγημα ότι «είμαστε οι φτωχότεροι στην Ευρώπη», υπάρχει ένα πρόβλημα: τα στοιχεία δεν συμφωνούν. Η Eurostat, με τα πιο πρόσφατα συγκεντρωτικά στοιχεία του 2024, δείχνει μια τελείως διαφορετική εικόνα – μια εικόνα που διαψεύδει την πολιτική μυθολογία και αποκαλύπτει μια κοινωνία που, παρά τις κρίσεις, βγαίνει οικονομικά ενισχυμένη.

Το καθαρό ετήσιο εισόδημα των Ελλήνων έχει αυξηθεί κατά περίπου 24% την τελευταία πενταετία, φτάνοντας στα 18.709 ευρώ για τον μέσο άγαμο εργαζόμενο, από 15.112 ευρώ το 2019. Για τα ζευγάρια με δύο παιδιά, το εισόδημα εκτοξεύτηκε από 33.015 ευρώ στα 41.142 ευρώ, δηλαδή 8.127 ευρώ παραπάνω.

Δεν πρόκειται απλώς για αριθμητική πρόοδο. Οι αυξήσεις αυτές υπερκαλύπτουν τον πληθωρισμό των τελευταίων ετών, αυξάνοντας και την πραγματική αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών. Και όλα αυτά σε μια περίοδο που περιλάμβανε πανδημία, ενεργειακή κρίση και γεωπολιτικές αναταράξεις.

Η Ελλάδα σήμερα κατατάσσεται στη 16η θέση ανάμεσα στα 27 κράτη-μέλη της Ε.Ε., ξεπερνώντας όλες τις χώρες των Βαλκανίων, την Πορτογαλία, και οικονομίες όπως η Πολωνία. Αν δεν είναι αυτό σταθερή μεσαία τάξη, τότε τι είναι;

Μα γιατί τότε εξακολουθούν να μιλούν για «φτωχότερη χώρα»; Επειδή το κατά κεφαλήν ΑΕΠ –που αφορά παραγωγικότητα και όχι εισόδημα– κατατάσσει την Ελλάδα στις χαμηλότερες θέσεις. Μόνο που αυτό δεν αντικατοπτρίζει την καθημερινή ζωή των πολιτών. Στην πράξη, τα καθαρά έσοδα είναι ο πιο αξιόπιστος δείκτης ευημερίας.

Και εδώ έρχεται να προστεθεί μια ακόμα διάσταση: η παραοικονομία. Σύμφωνα με την πρόσφατη μελέτη του Centre for Economic Policy Research (CEPR) που δημοσιεύθηκε στα μέσα Φεβρουαρίου, η παραοικονομία στην Ελλάδα ανέρχεται στο 36% του ΑΕΠ – δηλαδή περίπου 70 δισ. ευρώ που κινούνται εκτός ραντάρ, χωρίς απόδειξη και χωρίς φορολόγηση.

Και αν αναρωτιέσαι αν αυτό είναι «φυσιολογικό», δες τι γίνεται αλλού:

  • Γερμανία: 10,2% παραοικονομία. Εκεί δηλώνεις και τον υδραυλικό.
  • Βέλγιο: 10,6%. Ούτε κουμπί δεν αλλάζεις χωρίς απόδειξη.
  • Γαλλία: 11,3%. Πιο πιθανό να φορολογηθείς επειδή αναπνέεις.
  • Ιταλία (η «πατρίδα της φοροδιαφυγής» κατά τα στερεότυπα): 31%. Πέντε μονάδες κάτω από εμάς.
  • Ισπανία και Πορτογαλία: περίπου 24%. Εκεί τουλάχιστον κρατούν κάποια προσχήματα.

Η Ελλάδα είναι πρώτη σε παραοικονομία στην Ε.Ε. των 27. Και ταυτόχρονα πρώτη σε γκρίνια για «φορολογική αδικία». Δεν είναι λίγο οξύμωρο;

Με άλλα λόγια, τα πραγματικά εισοδήματα είναι πιθανότατα ακόμη υψηλότερα, απλώς δεν καταγράφονται. Και παρ’ όλα αυτά, οι ίδιες φωνές που καταγγέλλουν τη «φτώχεια» είναι αυτές που σπεύδουν να διαμαρτυρηθούν όταν η Πολιτεία επιχειρεί να περιορίσει τη φοροδιαφυγή, να επεκτείνει τα ψηφιακά μέσα πληρωμών και να ελέγξει τη μαύρη οικονομία.

Η σημερινή κυβέρνηση, αντίθετα, επέλεξε μια διαφορετική στρατηγική: μείωσε φόρους και εισφορές, έδωσε ώθηση στην ιδιωτική οικονομία και ενίσχυσε την απασχόληση. Το αποτέλεσμα; Πραγματική βελτίωση στα εισοδήματα, και μάλιστα χωρίς να βασίζεται σε δανεικά.

Το ότι κάποιοι συνεχίζουν να αρνούνται αυτή την πραγματικότητα λέει περισσότερα για τις δικές τους πολιτικές εμμονές, παρά για την οικονομία. Γιατί όταν τα στοιχεία δείχνουν καθαρά πιο γεμάτα πορτοφόλια, χαμηλότερη ανεργία, και μεγαλύτερη καταναλωτική δυνατότητα, το μόνο που απομένει να αποδείξεις είναι ότι… προτιμάς τη γκρίνια από την αλήθεια.

Οπότε την επόμενη φορά που κάποιος σου πει ότι «η Ελλάδα πεινάει», να του απαντήσεις:

  • Ναι, πεινάμε. Αλλά μόνο για μετρητά.
  • Έχουμε 24% αύξηση καθαρού εισοδήματος.
  • Έχουμε παραοικονομία 70 δισ. ευρώ.
  • Και δηλώνουμε λιγότερα από ό,τι κερδίζουμε.

Αυτή είναι η νέα ελληνική φτώχεια.

Με τρεις κάρτες, πέντε λογαριασμούς, και ένα στρώμα που κρύβει μερικά πενηντάευρα «σε περίπτωση ανάγκης».