Καταψηφίζοντας την τροπολογία που κατέθεσε η κυβέρνηση και υπερψηφίζει και το ΠΑΣΟΚ μετά τη γνωμοδότηση και του επιστημονικού συμβουλίου της Βουλής ως προς τη συνταγματικότητά της, ο Αλέξης Τσίπρας κλείνει το μάτι στα άκρα. Και προς τα δεξιά και προς τα αριστερά αν προσθέσει κανείς στην όλη στάση του την τροπολογία που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ για τις εγκληματικές και τρομοκρατικές οργανώσεις.

Γράφει ο Τάσος Ευαγγελίου

Συγκεκριμένα, ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης εμφανίσθηκε στη Βουλή για να κατηγορήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη και την κυβερνώσα παράταξη ότι αναζητούν ψήφους μεταξύ των οπαδών της ακροδεξιάς και των εθνικιστών την ώρα που ο ίδιος κατέθετε τροπολογία στην οποία προβλέπεται ότι «προϋπόθεση για την κατάρτιση συνδυασμού είναι να μη συμμετέχει σε αυτόν ως υποψήφιος πρόσωπο το οποίο έχει καταδικαστεί σε οποιονδήποτε βαθμό για τα εγκλήματα των άρθρων 187 (εγκληματική οργάνωση) και 187Α (τρομοκρατικές πράξεις, τρομοκρατική οργάνωση) του Ποινικού Κώδικα, εφόσον αυτά έχουν τελεστεί στο πλαίσιο ή υπό το πρόσχημα της δράσης πολιτικού κόμματος».

Τι προτείνει δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ; Να αποκλείονται όσοι έχουν δράσει είτε ως τρομοκράτες είτε με ρατσιστικά ή άλλα κίνητρα μόνο εφόσον κατά την τέλεση των εγκλημάτων δρούσαν στο πλαίσιο ή υπό το πρόσχημα δράσης πολιτικού κόμματος. Αν δηλαδή εκ των υστέρων και αφού έχουν σκοτώσει κάποιους μπορούν εν συνεχεία μέσω κόμματος να ζητήσουν την ψήφο των πολιτών. Να μετάσχουν στη διαδικασία που προβλέπει το δημοκρατικό πολίτευμα ενώ δεν το αποδέχονται και αρνούνται ακόμη και τους νόμους του.

Με απλά λόγια αν υπάρχει εγκληματική οργάνωση που δρά στο όνομα κάποιας ιδεολογίας ή αν υπάρχει τρομοκρατική οργάνωση που έχει σκοτώσει αρκετό κόσμο μπορεί να δημουργήσει ένα κόμμα και να λάβει μέρος σε εκλογικές διαδικασίες στο μέλλον. Για παράδειγμα ας πούμε ότι υπήρξε μια οργάνωση που λεγόταν 17Ν, τα μέλη της σκότωναν δικάζοντας και καταδικάζοντας εις θάνατον τα θύματά τους αλλά αφού δεν δρούσαν στο πλαίσιο ή υπό το πρόσχημα της δράσης πολιτικού κόμματος δεν θα είχαν κάποιο πρόβλημα να λάβουν μέρος στις εκλογές.

Το περιέγραψε άλλωστε με τον δικό του τρόπο ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Θεόφιλος Ξανθόπουλος μιλώντας την Τρίτη στο ραδιόφωνο του Σκάι. Οπως είπε στη ρύθμιση πρέπει «να υπάρχει σαφής αναφορά στον ναζιστικό ή ρατσιστικό χαρακτήρα του κόμματος» και απαντώντας σε ερώτηση για το τι θα γίνει  αν αύριο κατεβάσει κόμμα η 17Ν ανέφερε ότι «η “17Ν”, οποιαδήποτε ακροαριστερή οργάνωση, όσο απεχθής κι αν μας φαίνεται η πρακτική της, δεν έχει στον πυρήνα της τη ναζιστική ιδεολογία» για να επισημάνει πως «Όσο απεχθής κι αν είναι, δεν έχει σχέση με τη ναζιστική ιδεολογία».

Κα κατέληξε λέγοντας ότι  «δεν θα υπερασπιστώ τις ακροαριστερές μεθόδους» αλλά «Είναι μια κατηγορία πολιτών που έχουν μια στρεβλή, άλλη αντίληψη για την οποία η δημοκρατία αμύνεται και έχει τα μέτρα της».

Την ίδια στιγμή το γεγονός πως δεν υπερψηφίζει την τροπολογία που αποτρέπει τη συμμετοχή ακραίων δεξιών και εθνικιστών που δρούν σε βάρος του ίδιου του πολιτεύματος και εν συνεχεία διεκδικούν την είσοδο στο Ελληνικό Κοινοβούλιο στέλνει και ένα μήνυμα προς ακροδεξιά στοιχεία που θεωρούν ότι λειτουργούν αντισυστημικά και ότι θα κινηθούν εκδικητικά προς την κυβερνώσα παράταξη που  σημειωτέον έστειλε στη φυλακή την ηγεσία της Χρυσής Αυγής.

Άλλωστε ως κυβέρνηση, αλλά και πριν αναλάβει την εξουσία, δεν αντιμετώπισε με δραστικό τρόπο τα ακροδεξιά στοιχεία που συνέστησαν εγκληματική οργάνωση σε βάρος πολιτών αλλά και του πολιτεύματος.

Είναι γνωστό άλλωστε ότι ΣΥΡΙΖΑ και Χρυσή Αυγή βρέθηκαν μαζί:

-Στις πλατείες των αγανακτισμένων εκμεταλλευόμενοι τον πόνο των πολίτων στο ξεκίνημα της οικονομικής κρίσης.

-Στην αποτροπή εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης Σαμαρά

-Σε τουλάχιστον δύο συνεδριάσεις του Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής. (μάλιστα σε σχετικό διάβημα που έγινε από βουλευτές στο Κοινοβούλιο, ο κ. Κοτζιάς είχε απαντήσει ως υπουργός Εξωτερικών  ότι είχε οδηγίες από τον τότε Πρόεδρο της Βουλής Ν. Βούτση, ενώ είχε ζητήσει και την κατάθεση των απόψεων της Χρυσής Αυγής για τον χειρισμό του «Μακεδονικού»)

-Σε επισκέψεις ακριτικών νησιών από κοινού και με τους ΑΝΕΛ του Πάνου Καμμένου

-Στο δημοψήφισμα -παρωδία του 2015

Επίσης, υπενθυμίζεται ότι ο Νίκος Βούτσης λίγες μέρες πριν από την ψηφοφορία για την απλή αναλογική στις 30 Ιουνίου 2016 δήλωνε, ως Πρόεδρος της Βουλής ότι «στη Βουλή δεν υπάρχουν ευπρόσδεκτες και μη ευπρόσδεκτες ψήφοι», ενώ η  Χρυσή Αυγή έδινε θετική ψήφο στην προσπάθεια Τσίπρα να τοποθετήσει την Βασιλική Θάνου πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού

Στο πλαίσιο αυτό και με τη ρητορική μίσους να αποτελεί κεντρική γραμμή της Κουμουνδούρου και του Αλέξη Τσίπρα αλλά αποκλειστικά κατά της ΝΔ το παιχνίδι που επιχειρείται να διαμορφωθεί αποκαλύπτεται. Οι μάσκες πέφτουν και το κατηγορώ του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ πέφτει στο κενό ειδικά ως προς το κομμάτι που αφορά την κυβερνώσα παράταξη και τον δήθεν στόχο της να αποσπάσεις ψήφους από κόμματα όπως αυτό με το οποίο ο Ηλίας Κασιδιάρης επιχειρούσε να μπεί εκ νέου στη Βουλή.

Είναι χαρακτηριστική η αναφορά του Κυριάκου Μητσοτάκη την Τρίτη στη Βουλή όταν αναφέρθηκε πέραν των θεμάτων της Εθνικής Άμυνας και των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων, με αφορμή και την απόφαση Τσίπρα να αποχωρήσει απο΄τις ψηφοφορίες στη Βουλή

«Αναρωτιέμαι, αυτό που κάνετε δεν συνιστά, ουσιαστικά, κατάθεση της εντολής που σας έδωσαν οι δικοί σας ψηφοφόροι το 2019; Ή μήπως σηματοδοτεί και μία πρόωρη παραδοχή ήττας ενόψει των εκλογών που έρχονται σε λίγους μήνες» είπε για να προσθέσει ότι «εύχομαι αυτή η συγκεκριμένη ενέργεια να είναι απλά μία απεγνωσμένη κίνηση φυγής, να μην είναι ένα προοίμιο κοινοβουλευτικής εκτροπής. Γιατί αποχώρηση από κάθε κοινοβουλευτική διαδικασία σημαίνει τελικά προσχώρηση στην κάθε πλατεία για να ζωντανέψετε και πάλι τον λαϊκισμό των συνθημάτων έναντι του ορθολογισμού και των επιχειρημάτων. Διότι η Βουλή είναι πρώτα και πάνω από όλα χώρος αντιπαράθεσης πολιτικών επιχειρημάτων»

Για να καταλήξει λέγοντας ότι «και φυσικά αναρωτιέμαι αν το σκέφτεστε, ότι με τέτοιου είδους ακραίες συμπεριφορές τελικά δίνετε τροφή στα πιο ακραία αντισυστημικά στοιχεία. Ξέρετε, αυτές είναι ολέθριες εμπειρίες τις οποίες η χώρα βίωσε, θυμάται και σίγουρα, το 2023, δεν θέλει να ξαναζήσει»