Τα αυξημένα δημοσκοπικά ποσοστά του ΚΙΝΑΛ στον δρόμο προς τις εσωκομματικές του κάλπες και δη μετά την συγκινησιακή φόρτιση που προκάλεσε η φυγή της Φώφης Γεννηματά, είναι ένα γεγονός που απαιτεί μεγάλη ανάλυση κι ιδιαίτερη προσέγγιση. Δεν είναι του παρόντος, αφού πρέπει να δούμε αν αυτά παγιώνονται ή είναι ευκαιριακά. Όμως, δεν πρέπει να αγνοήσουμε και την πάγια αδυναμία του Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ να εκφράσουν μεγαλύτερα στρώματα πέραν της έξαλλης Αριστεράς, οπότε μοιραία κάποιοι αναζητούν διεξόδους.

του Νίκου Γ. Σακελλαρόπουλου

Η ουσία είναι, το έχουμε πει και γράψει ουκ ολίγες φορές, ότι όσα  συμβαίνουν στον δρόμο προς τις εσωκομματικές εκλογές της 5ης Δεκεμβρίου, αποτελούν την επιτομή του «τίποτα»! Πλην Λοβέρδου που έχει σαφείς θέσεις και τοποθετήσεις, όλοι οι άλλοι δεν έχουν καταθέσει σχεδόν το παραμικρό αναφορικά με προτάσεις για το μέλλον ή για διακριτά πολιτικά τους σχέδια. Δηλαδή, εσωκομματικές εκλογές σαν να γίνεται πασαρέλα, ένα πράγμα…

Κι αναρωτιέται ο καλόπιστος ψηφοφόρος που δεν είναι κομματόσκυλο (ας λέμε ωμά τα πράγματα) ή δεν ασπάζεται ειδωλολατρικά την εικόνα του πρίγκηπος: Είναι δυνατόν όλοι αυτοί να θέλουν να γίνουν αρχηγοί; Δεν γνωρίζουν ότι στα Δελφικά παραγγέλματα κυριαρχεί η ρήση γνώθι σαυτόν; Δεν κατανοούν ότι αποτελούν ελαχιστότητες της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατικής οικογένειας; Είναι τόσο δύσκολο ν’ αντιληφθούν ότι στους παλαιότερους θυμίζουν την κατάσταση που βίωσε η Ένωση Κέντρου την εποχή του Μαύρου και του Ζίγδη;

Η αλήθεια είναι ότι τη στιγμή που σύσσωμη η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία προκαλεί πλήξη, δεν περιμένει κάποιος ότι στην Ελλάδα θα συμβαίνει το αντίθετο, όσες ιδιαιτερότητες κι αν διαθέτει η χώρα μας.

Μα αυτό το πράγμα που συμβαίνει στο ΚΙΝΑΛ λίγο απέχει από το να χαρακτηριστεί γραφικότητα όπου οι υποψήφιοι ουσιαστικά προτείνουν τον εαυτό τους για αρχηγό και πέραν τούτου ουδέν!  Ούτε καν ιδεολογικοπολιτικές διαφορές μεταξύ τους κατατίθενται…

Ακούστε: Ο Λοβέρδος  είναι ο μόνος που εκφράζει κανονικό πολιτικό λόγο κι η ματιά του τοποθετεί την Κεντροαριστερά στις πραγματικές της διαστάσεις. Λέει «όχι» στην παλαβή κι εκδικητική Αριστερά, δεν αρνείται τις μεταρρυθμιστικές  προτάσεις της Κεντροδεξιάς και «κτυπά» σωστά κι όχι υστερικά τις ευαίσθητες πτυχές των παλιών ψηφοφόρων του ΠαΣοΚ. Οι ανταγωνιστές του μεταφράζουν τις θέσεις του ως υποταγή στον Μητσοτάκη, την ώρα που μερικοί εξ αυτών μιλάνε για ….προοδευτική διακυβέρνηση με τον Τσίπρα! Η πραγματικότητα συνεπώς είναι ότι όποιον αφορά η δημοκρατία κι ο τόπος κι όχι κόμμα κι η προοπτική της Κεντροαριστεράς, δεν μπορεί παρά να συμφωνεί μαζί του.

Πάμε παρακάτω:  Ο Ανδρουλάκης είναι ένας άνθρωπος του κομματικού σωλήνα!  Απέφυγε επιμελώς τις ρήξεις, στάθηκε σχεδόν πάντα μακριά από τη «φωτιά» της οιασδήποτε αντιπαράθεσης και έφυγε στη σιγουριά του ευρωκοινοβουλίου. Εκεί, προφανώς απέκτησε γνώσεις κι εμπειρίες αλλά αυτές δεν τις κατέθεσε ποτέ στη χώρα. Μακάρι να προλάβει να πει τις θέσεις του για τα μεγάλα ζητήματα που απασχολούν τον τόπο, τι σκέφτεται για το κόμμα του, την επόμενη ημέρα και άλλα με σοβαρό πολιτικό χρώμα, μέχρι τις εκλογές. Ας μη ξεχνάμε άλλωστε ότι έχει ήδη στην πλάτη του άλλη μια αποτυχημένη προσπάθεια να γίνει αρχηγός, ενώ το μόνο που λέει και ξαναλέει  είναι ότι στις εκλογές πρέπει να ψηφίσουν μόνον οι ψηφοφόροι του ΚΙΝΑΛ.  Προφανώς επειδή γνωρίζει ότι δεν διαθέτει ερείσματα πέραν του στενού κομματικού χώρου του.

Ακούστε: Ο Παπανδρέου δεν θα ήταν ποτέ υποψήφιος αν δεν προέκυπτε η θλιβερή εξέλιξη με τη Φώφη Γεννηματά. Κι αυτό καθιστά την πρωτοβουλία του εξ αρχής προβληματική. Προσπάθησε να κάνει τους συνυποψηφίους του ν’ αποσυρθούν, δεν το κατάφερε, ενώ  περιφέρεται ως πρίγκιπας που οι κοινοί θνητοί οφείλουν  να του υποταχθούν.  Για θέσεις δεν έχουμε μάθει πολλά, αλλά έχει προλάβει να πει,πάλι, ότι λεφτά υπάρχουν, ενώ ζήτησε να είναι το πόπολο μέτοχος του Facebook κι ότι πρέπει να  νομιμοποιηθεί η κάνναβη! Μάλλον δεν θα μάθουμε περισσότερο, αφού αρνήθηκε να δώσει το παρών στο τηλεοπτικό debate της 29ης Νοεμβρίου.

Ακούστε: Ο Καστανίδης μια από τα ίδια. Με το γνωστό βαρυσήμαντο ύφος των χιλίων καρδιναλίων, μιλάει, μιλάει, μιλάει και τελικά δεν λέει τίποτα. Ούτε τι θα κάνει, ούτε με ποιον θα πάει και ποιον θ’ αφήσει, ούτε για τα μικρά ή μεγάλα του τόπου και τα σχέδιά του. Ουδείς μπορεί να κατανοήσει σε ποια σημεία διαφέρει από όλους τους άλλους κι ότι γι αυτά πρέπει να ψηφιστεί.

Ακούστε: Οι άλλοι, Γερουλάνος και Χρηστίδης, ουδέν κι ουδέν του ουδενός. Μάλλον αποτελούν-μαζί με τον Καστανίδη–  για όλους τους άλλους ενδιαφέρουσες συμμαχίες για τον Β’ γύρο. Όποιο ποσοστό κι αν αποσπάσουν.

Κάτι τελευταίο: Αποτελεί εξαιρετικά σημαντικό γεγονός ότι η προεκλογική αντιπαράθεση ανάμεσα στους υποψηφίους δεν έχει εκτραπεί στο παραμικρό. Πρέπει να το πιστωθούν όλοι αυτό.