Αν στον κ. Ανδρουλάκη και στους φωστήρες του ΠΑΣΟΚ λέγαμε ότι στην Ισπανία το Γενικό Συμβούλιο Οικονομολόγων ανακοίνωσε πως η έκτακτη φορολόγηση που επέβαλε ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός Σάντσεθ στις ισπανικές τράπεζες θα αποβεί σε βάρος των πολιτών, θα μας έβγαζαν και πάλι τρελούς. Ευτυχώς, όμως, το παραδέχθηκε ο κ. Γερουλάνος

Σε μια συζήτηση που συντόνισε και επιμελήθηκε ο δημοσιογράφος Ντίνος Σιωμόπουλος για την εφημερίδα «Το Βήμα», ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ συμφώνησε με τον υποδιοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Θεόδωρο Πελαγίδη ότι η έκτακτη φορολόγηση των τραπεζών θα απέβαινε εις βάρος των πολιτών. 

Είπε συγκεκριμένα ο κ. Πελαγίδης: «Όσον αφορά τη φορολογική επιβάρυνση, εάν επιβληθεί τη στιγμή της ανόδου, μπορεί στο τέλος να καταλήξει σε λιγότερο δανεισμό, υψηλότερο κόστος δανεισμού, απώλειες για το πορτοφόλι των securities που έχουν οι τράπεζες, αύξηση των προβλέψεών τους. Επίσης, επειδή η άνοδος των επιτοκίων έχει μία περιοριστική επίδραση στην οικονομική δραστηριότητα, θα πρέπει να περιμένουμε σε δεύτερο χρόνο ένα πρόβλημα στους δανειολήπτες με κυμαινόμενα επιτόκια. Αρα χρειάζεται προσοχή, σχεδιασμός και να γνωρίζουμε τα υπέρ και κατά μίας τέτοιας απόφασης. Πρέπει να δίνουμε σημασία όχι τόσο σε συγκυριακά ζητήματα που μπορεί να εξάπτουν το ενδιαφέρον των πολιτών και των ψηφοφόρων, αλλά να υπάρχει περίσκεψη σε ζητήματα που είναι ιδιαίτερα ευπαθή και κρίσιμα. Και να βλέπουμε τις μεσο-μακροπρόθεσμες επιπτώσεις». 

«Ετσι είναι», έσπευσε να συμφωνήσει ο κ. Γερουλάνος, παραδεχόμενος ουσιαστικά ότι το κόμμα του δεν μελετά τα υπέρ και τα κατά και αδιαφορεί για τις μεσο-μακροπρόθεσμες επιπτώσεις, προκειμένου να εκμεταλλευτεί ένα θέμα που «πουλάει» και με τη σειρά του βοηθά το κόμμα του να πουλάει λαϊκισμό. 

Πριν από λίγες ημέρες, στις 27 Δεκεμβρίου, το ισπανικό Γενικό Συμβούλιο Οικονομολόγων, με 65 παραρτήματα σε όλη τη χώρα και 65.000 μέλη, ασκώντας σκληρή κριτική στην πρόσφατη φορολογική μεταρρύθμιση της ισπανικής κυβέρνησης, προειδοποίησε στη διάρκεια διαδικτυακής εκδήλωσης και διά στόματος Αγκουστίν Φερνάντεζ, προέδρου του σημαντικού Σώματος Ελεγκτών του (Auditors), ότι το μέτρο θα προκαλέσει «αύξηση της δημοσιονομικής πίεσης στους πολίτες». 

Όπως ανέφεραν όλοι όσοι παρενέβησαν στη συζήτηση, η επιβολή νέων φόρων στις τράπεζες θα επηρεάσει τη φορολογική πίεση που ήδη υφίστανται οι πολίτες και θα έχει επιπτώσεις στην τσέπη τους. 

Επιπλέον, ο πρόεδρος Φερνάντεζ μίλησε για νομοθετική αβεβαιότητα και πλήγμα στην ασφάλεια Δικαίου, καθώς η φορολογική μεταρρύθμιση δημοσιεύτηκε στις 21 Δεκεμβρίου και στις 24 αρκετές ρυθμίσεις της χρειάστηκε να αλλάξουν. 

Αντάλλαγμα στους αυτονομιστές! 

Ο συγκεκριμένος φόρος πέρασε με τις ψήφους των Podemos, αλλά και όλων των αποσχιστικών και αυτονομιστικών κομμάτων της Καταλανίας και της Χώρας των Βάσκων. Ηταν το αντάλλαγμα για να περάσουν οι Σοσιαλιστές όλες τις δημοσιονομικές περικοπές και την επιβολή νέων φόρων, μεταξύ των οποίων και ο ελάχιστος φόρος 15% στις πολυεθνικές εταιρείες. 

Στην Ισπανία, ο συντελεστής του τραπεζικού φόρου ήταν 4,8% και αφορούσε το περιθώριο του επιτοκίου (που ισούται με τη διαφορά του μέσου σταθμισμένου επιτοκίου όλων των δανείων από το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο όλων των καταθέσεων). Μετά την ψήφιση του νόμου, που θα ισχύσει για τρία χρόνια, θα αυξάνει προοδευτικά από το 1% έως το 7%. Τα έσοδα θα διανέμονται στις Αυτονομίες. 

Από την πλευρά του, και ο διοικητής της Τράπεζας της Ισπανίας, Χοσέ Λουίς Εσκριβά, κατά την παρουσία του στη Βουλή –και αφού υπογράμμισε ότι δεν ζητήθηκε η γνώμη της Κεντρικής Τράπεζας– προειδοποίησε ότι ο νέος φόρος στις τράπεζες θα μειώσει τον αριθμό των δανείων που οι τράπεζες δίνουν στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ θα έχει αρνητικές συνέπειες και στις επενδύσεις. 

Υπογράμμισε μάλιστα ότι αυτές που περισσότερο θα επηρεαστούν θα είναι οι μικρές επιχειρήσεις και όχι οι μεγάλες (που έχουν τη δυνατότητα για υψηλές εγγυήσεις). Σημείωσε επίσης ότι σε έναν αναπτυσσόμενο κόσμο, οι ισπανικές τράπεζες πρέπει να επενδύουν στην τεχνολογία και ένας νέος φόρος θα τις υποχρεώσει σε μείωση των επενδύσεών τους, άρα και της ανταγωνιστικότητάς τους. 

Υπενθύμισε, τέλος, ότι η Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζει ότι κάθε ρύθμιση μιας χώρας που επηρεάζει τις τράπεζες απαιτεί τη σύμφωνη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) – και επομένως η ΕΚΤ είναι αυτή που θα ανάψει ή όχι το πράσινο φως για τη μονιμοποίησή του. 

Άλλη μια φορά το αριστερό «παράδειγμα της Ισπανίας» αποδεικνύεται επιβλαβές για τους λαϊκιστές της Ελλάδας! Δυστυχώς σ’ αυτούς εσχάτως έχει ενταχθεί και το ΠΑΣΟΚ του κ. Ανδρουλάκη. Το ζήτημα είναι αν οι πρώην διεκδικητές της ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ θα τον ακολουθήσουν στον δημαγωγικά ολισθηρό αυτόν δρόμο…

* Η Σοφία Βούλτεψη είναι υφυπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, βουλευτής Νοτίου Τομέα Αθήνας με τη ΝΔ, δημοσιογράφος