Με συγχωρείτε που ενοχλώ και πάλι, αλλά ο κ. Αντώνης Ρουπακιώτης δεν τα θυμάται καλά τα πράγματα. Και προσφέρει άσφαιρα πυρά στον ΣΥΡΙΖΑ και τα στελέχη του που όρμησαν με νέες δηλώσεις. Σύμφωνα με όσα είπε στο Open ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης στην τρικομματική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Αντώνη Σαμαρά, αντιπρόεδρο τον Ευάγγελο Βενιζέλο και τρίτο κόμμα τη ΔΗΜΑΡ του κ. Κουβέλη, το 2013 ήταν έτοιμο το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, αλλά μπήκε εμπόδιο το Μαξίμου.

Γράφει η Σοφία Βούλτεψη*

Και πως αν είχε ψηφιστεί τότε θα είχε αποτραπεί η δολοφονία Φύσσα, διότι όλοι θα έπαιρναν τα μηνύματα και θα διαχεόταν στην ελληνική κοινωνία ότι το ελληνικό κοινοβούλιο είναι κατά του ρατσισμού, κατά του εθνικισμού, του ναζισμού και του φασισμού. Και πως «ενώ ήμασταν έτοιμοι να τυλίξουμε τη Χρυσή Αυγή, το Μέγαρο Μαξίμου έβαλε stop».

Άλλο που δεν ήθελε ο ΣΥΡΙΖΑ, που ψάχνει για σανίδα σωτηρίας. Άρχισαν να μιλούν για «σοκαριστικές αποκαλύψεις», για τις οποίες η Νέα Δημοκρατία οφείλει απαντήσεις.

Άρπαξαν το δεκανίκι!

Ο ΣΥΡΙΖΑ που απέτρεψε την ψήφιση του νομοσχεδίου το 2011 και δεν το ψήφισε το 2014, και επί συγκυβέρνησης αποκαλούσε δεκανίκια τον κ. Ρουπακιώτη και τους συναδέλφους του της ΔΗΜΑΡ, άρπαξε αμέσως το δεκανίκι.

Η αλήθεια είναι διαφορετική: Εκείνον τον καιρό, γύρω από το περιεχόμενο του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου γινόταν μεγάλη συζήτηση.

Το είχε εξηγήσει ο ίδιος ο κ. Ρουπακιώτης, στη Βουλή, απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση του κ. Τσίπρα, στις 17 Μαΐου 2013.

Σ’ εκείνη τη συζήτηση, ο κ. Ρουπακιώτης είχε δώσει την διαβεβαίωση ότι «το νομοσχέδιο εναντίον της ξενοφοβίας και του ρατσισμού δεν αποσύρεται και θα κατατεθεί στη Βουλή με τη βούληση του πρωθυπουργού και των κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση, αφού συγκεντρώσει όλες τις απόψεις».

Στην ερώτησή του, ο κ. Τσίπρας καλούσε τον κ. Ρουπακιώτη να μην δεχθεί καμία πολιτική και επί της ουσίας αλλοίωση του πνεύματος του νομοσχεδίου, λέγοντας ότι «δεν μπορούμε να παίζουμε με τη Δημοκρατία», εκτιμώντας πως η ΝΔ ενοχλήθηκε, γιατί με το νομοσχέδιο αυτό συνθλίβεται «η ανιστόρητη θεωρία των δύο άκρων».

«Δεν χρειάζονται δηλώσεις τι θα δεχθώ και τι δεν θα δεχθώ»…

Και ο κ. Ρουπακιώτης του είχε απαντήσει: «Δεν χρειάζονται δηλώσεις τι θα δεχθώ και τι δεν θα δεχθώ. Θα υπηρετήσω τη θεσμική λειτουργία και τη νομική τάξη, με την έννοια ότι θα ακούσουμε όλες τις απόψεις και θα συμπληρωθεί το νομοσχέδιο, χωρίς να εγκαταλειφθεί κανένας από τους βασικούς άξονες και αρχές που το προσδιορίζουν».

Από την πλευρά του ο κ. Τσίπρας είπε τα γνωστά φληναφήματα περί «μνημονιακού ζυγού» του οποίου «το μεγαλύτερο θύμα είναι η δημοκρατία με τις επιστρατεύσεις, τα νομοσχέδια που δεν γράφονται από τους υπουργούς, δεκάδες πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, υποβάθμιση της λειτουργίας της Βουλής, με υποκατάσταση του υπουργικού συμβουλίου από άτυπη συνάντηση πολιτικών αρχηγών, παράκαμψη του Συντάγματος και “κράτος εκτάκτου ανάγκης”». Και πρόσθεσε ο κ. Τσίπρας: «Πολύ φοβάμαι ότι με αυτήν τη λογική, τελειώνει το οξυγόνο της Δημοκρατίας».

Σ’ αυτήν την κυβέρνηση, στην κυβέρνηση που ρουφούσε με το καλαμάκι το οξυγόνο της Δημοκρατίας, ως γνωστόν, μετείχε ο κ. Ρουπακιώτης.  Ο οποίος μια χαρά τότε είχε απαντήσει πως «είναι η πολιτική βούληση του πρωθυπουργού και των κομμάτων που συμμετέχουν στην κυβέρνηση και είναι τέτοιες οι επικοινωνίες, ώστε να μου δίνουν το δικαίωμα να διαβεβαιώσω ότι το νομοσχέδιο θα προωθηθεί στη Βουλή».

Και είχε εξηγήσει μάλιστα ο κ. Ρουπακιώτης τους προβληματισμούς που υπήρχαν όσον αφορά στο νομοσχέδιο, το οποίο, όπως είχε πει, είχε ετοιμαστεί με δική του πολιτική ευθύνη από πέντε δικαστές:

«Αυτό το σχέδιο, επειδή ξέρουμε ότι με ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να υπερασπιστεί τους πολίτες και την Δημοκρατία κατά του μισαλλόδοξου πολιτικού λόγου, πρέπει να διαφυλάξει τα όρια της ελευθερίας του λόγου και της έκφρασης. Από αυτή την άποψη, θα ήταν τιμή να ακουστούν οι απόψεις των βουλευτών».

Θυμίζω επίσης στον κ. Ρουπακιώτη ότι, όπως ο ίδιος είχε πει, μόλις την προηγουμένη, κατά τη θεσμική υποχρέωση είχε αποσταλεί το ίδιο υλικό με το συνοδευτικό έγγραφο για τα περαιτέρω στον γενικό γραμματέα της κυβέρνησης – δηλαδή και δικό του γενικό γραμματέα.

Ρουπακιώτης προς Τσίπρα: Φληναφήματα φθηνής επικοινωνιακής πολιτικής

Και όχι μόνο αυτό. Σε εκείνη τη συζήτηση στο κοινοβούλιο, ο κ. Ρουπακιώτης είχε χαρακτηρίσει… «φληναφήματα φθηνής επικοινωνιακής πολιτικής», ότι δεν κατατέθηκε το νομοσχέδιο στη Βουλή, «που είναι ως να ανοίγουν ανοιχτά παράθυρα και να παραδίδουν μαθήματα πρώτης δημοτικού».

Και όχι μόνο αυτό. Συνεχίζοντας είχε διαμαρτυρηθεί λέγοντας: «Μας προσβάλλουν οι όποιες επικοινωνιακού χαρακτήρα ανακοινώσεις και δεν ενδυναμώνουν την απόφαση του πρωθυπουργού για να προωθηθεί το νομοσχέδιο»!

Μάλιστα, είχε προσθέσει ότι γι’ αυτό το θέμα χρειάζονται συγκλίσεις των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου – κάτι στο οποίο μάλλον δεν συμβάλλει με τις σημερινές δηλώσεις του, προϊόν επιλεκτικής μνήμης.

Και τι του είχε απαντήσει τότε (επαναλαμβάνω, στις 17 Μαΐου 2013) ο κ. Τσίπρας; Το εξής:

Στο ίδιο τσουβάλι…

«Συμφωνώ, δεν λύνονται τέτοια ζητήματα με νομοθετικές παρεμβάσεις και μόνο. Χρειάζεται καλλιέργεια συνείδησης στην κοινωνία». Προσθέτοντας το γνωστό: Ότι η Δημοκρατία δεν απειλείται μόνο από όσους είδαν φως και μπήκαν, από τους μισαλλόδοξους που έλεγαν πως είναι παιδιά των ηττημένων του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου και τώρα λένε ότι είναι τα παιδιά των νικητών του εμφυλίου, σπέρνοντας μίσος και διχασμό στη χώρα, αλλά και από αυτούς που την μετέτρεψαν, με πρόσχημα την έκτακτη ανάγκη, σε δημοκρατία αλά καρτ».

Δηλαδή, έβαζε στο ίδιο τσουβάλι τους Χρυσαυγίτες και το μνημόνιο – όπως έκανε πάντα και γι’ αυτό δεν είχε πρόβλημα να συναθροίζει τις ψήφους του ΣΥΡΙΖΑ με αυτές της Χρυσής Αυγής.

Σύμφωνοι ως εδώ, κ. Ρουπακιώτη;

Η συζήτηση συνεχίστηκε και τις επόμενες μέρες, όταν τελικά μάθαμε ότι το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο είχε οδηγηθεί όχι στην γενική γραμματεία της κυβέρνησης, αλλά στην Κεντρική Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή, προκειμένου να αποφανθεί αν η ισχύουσα νομοθεσία κατά της εθνοτικής και φυλετικής βίας είναι επαρκής για τον κολασμό τέτοιων αδικημάτων, καθώς η διέγερση σε βιαιοπραγίες για φυλετικούς λόγους καλυπτόταν ήδη από τα άρθρα 79 παρ. 3 και 184 του Ποινικού Κώδικα.

Θυμίζω ότι η συζήτηση τότε ήταν γύρω από τον φόβο να επιχειρηθεί καταστολή και κολασμός όχι μόνο των πράξεων, αλλά και των λόγων, με κίνδυνο να υπάρξουν περιορισμοί στην ελευθερία της έκφρασης.

Δεδομένου δε ότι το νομοσχέδιο είχε βασιστεί σε παλαιότερο, του προκατόχου του κ. Ρουπακιώτη, κ. Μ. Παπαϊωάννου, η Νέα Δημοκρατία είχε και τότε υπενθυμίσει ότι τον Δεκέμβριο του 2011, κατά την συζήτηση στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε διαφωνήσει.

Τότε το νομοσχέδιο ήταν… επικίνδυνο!

Ο ειδικός αγορητής του ΣΥΡΙΖΑ Βασίλης Μουλόπουλος, στις 13 Δεκεμβρίου 2011, είχε πει: «Η πρόταση να αντιμετωπίζεται ποινικά η άρνηση, ο εγκωμιασμός ή η εκμηδένιση των εγκλημάτων γενοκτονίας, των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, των εγκλημάτων πολέμου είναι ατελέσφορη και επικίνδυνη». Προσθέτοντας ότι «το νομοσχέδιο εγκυμονεί κινδύνους περιορισμού της ελευθερίας της έκφρασης και της διακίνησης ιδεών». Επικαλούμενος δε τις επισημάνσεις της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου τόνιζε ότι «το μείζον πρόβλημα στην Ελλάδα, είναι η ρατσιστική βία και όχι ο ρατσιστικός λόγος».

Και όχι μόνο αυτό. Επέμεινε ότι  «το STOP στον αντισημιτισμό, στο ρατσισμό, στην ξενοφοβία, σε εγκλήματα πολέμου και στις γενοκτονίες, δεν περνάει μέσα από ειδικούς και έκτακτους νόμους», προσθέτοντας ότι «οι διατάξεις του ποινικού δικαίου είναι επαρκείς για να τιμωρήσουν τις συγκεκριμένες πράξεις».

Αυγή: Υπό το πρόσχημα του αντιρατσιμού…

Τότε, είχε παρέμβει και η… Αυγή! Η οποία στις 9 Μαρτίου 2011 έγραφε: «Οι νέες ρυθμίσεις για την καταπολέμηση της ξενοφοβίας και του ρατσισμού αποτελούν απαράδεκτους και αντισυνταγματικούς περιορισμούς της ελευθερίας της έκφρασης. Υπό το πρόσχημα του αντιρατσισμού, επιχειρείται μια επίθεση στην ελευθερία του λόγου…».

Δηλαδή ο κ. Τσίπρας πίεζε τον κ. Ρουπακιώτη να φέρει το ίδιο νομοσχέδιο το οποίο δυο χρόνια πριν είχε απορρίψει και τελικά δεν έφτασε ποτέ στην Ολομέλεια!

Εντάξει κ. Τσίπρα;

Και το άκρωτον άωτον της υποκρισίας: Όταν τότε η Νέα Δημοκρατία τα είχε υπενθυμίσει όλα αυτά, ο ΣΥΡΙΖΑ δικαιολογήθηκε ότι στο μεταξύ, το 2012, η Χρυσή Αυγή είχε μπει στη Βουλή.

Οπότε, κύριε Ρουπακιώτη, γιατί να μην πούμε πως αν το νομοσχέδιο είχε ψηφιστεί το 2011, πιθανόν να μην έμπαινε στη Βουλή η Χρυσή Αυγή;

Και εδώ να θυμίσω και κάτι ακόμη:

Στις 24 Μαΐου 2013, έγινε γνωστό ότι σε έγγραφο που ο κ. Ρουπακιώτης είχε διαβιβάσει στη Βουλή στις αρχές του 2013 μετά από ερώτηση 24 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ με θέμα τη διεθνή κατακραυγή για τις συνθήκες υποδοχής μεταναστών στην Ελλάδα, ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης είχε αναφερθεί στο υφιστάμενο νομικό πλαίσιο για την προστασία του ανθρώπου και της προσωπικότητάς του και για την ποινική καταστολή των φυλετικών, εθνοτικών και θρησκευτικών διακρίσεων.

Υφίστανται ρυθμίσεις…

Σύμφωνα με τον κ. Ρουπακιώτη του 2013 στην εθνική έννομη τάξη μας υφίστανται ρυθμίσεις για την προστασία του ανθρώπου και της προσωπικότητάς του κατ΄ αρχήν σε επίπεδο Συντάγματος (άρθρο 2 παρ.1 και παρ. 2, άρθρο 5 παρ. 1 και 3, άρθρο 25 παρ.1). Αναφερόταν επίσης στον Ν. 927/1979 «περί κολασμού πράξεων ή ενεργειών αποσκοπουσών εις φυλετικάς διακρίσεις» για τον οποίο έλεγε ότι «ρυθμίζει την ποινική καταστολή των φυλετικών, εθνικών και θρησκευτικών διακρίσεων».

Ο κ. Ρουπακιώτης αναφερόταν επίσης στον Ν. 3304/2005 για τον οποίο είχε επισημάνει ότι περιλαμβάνει ένα πλαίσιο για την καταπολέμηση και την εξάλειψη διακρίσεων λόγω φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, καθώς και για την καταπολέμηση και εξάλειψη διακρίσεων λόγω θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού στον τομέα απασχόλησης και της εργασίας.

Επιπλέον ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης είχε επικαλεστεί και το άρθρο 23 του Ν. 3719/2008 «Μεταρρυθμίσεις για την οικογένεια, το παιδί, την κοινωνία και άλλες διατάξεις» στον οποίο προστέθηκε εδάφιο στον Ποινικό Κώδικα όπου προβλέπεται ότι η τέλεση αξιόποινης πράξης από μίσος εθνικό, φυλετικό, θρησκευτικό ή μίσος λόγω διαφορετικού γενετήσιου προσανατολισμού κατά παθόντος συνιστά επιβαρυντική περίπτωση και όπως ανέφερε «η θέσπιση της εν λόγω διάταξης υπαγορεύτηκε από την ανάγκη να υπάρξει αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των φαινομένων ρατσισμού και ξενοφοβίας, κατόπιν συστάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας».

Δηλαδή, εξηγούσε ότι το θεσμικό πλαίσιο υπήρχε – ενώ τώρα περίπου μας λέει πως επειδή δεν είχε ψηφιστεί το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο δολοφονήθηκε ο Παύλος Φύσσας.

Στις 3 Ιουνίου 2013, ο κ. Ρουπακιώτης επανήλθε με την ακόλουθη δήλωση:

«Ως υπουργός Δικαιοσύνης, καθ’ ύλην αρμόδιος για τη σύνταξη νομοσχεδίου για την αντιμετώπιση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, αναγνωρίζοντας τις δικαιοπολιτικές ή και ιδεολογικές διαφοροποιήσεις κάθε κόμματος και ιδίως αυτών της κυβερνητικής συνευθύνης, εκτιμώ ότι υπάρχει αναμφισβήτητα δυνατότητα σύγκλισης των σχετικών προτάσεων που έχουν μέχρι τώρα διατυπωθεί, εφόσον αναγνωρίζεται πλέον από όλους η ανάγκη ουσιαστικής επικαιροποίησης της νομοθεσίας, πέραν της σχετικής υποχρέωσής μας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κ.ά».

Προσθέτοντας, βέβαια, ότι «ωστόσο πιστεύω, ότι το πρόβλημα αντιμετώπισης του ρατσισμού και νεοναζισμού πρέπει να συνεγείρει τις συνειδήσεις όλων των Ελλήνων, αλλά πρωτίστως να προσδιορίσει τις επιλογές όλων των κομμάτων του συνταγματικού τόξου, προκειμένου να αποκρουσθεί η διάχυση του φαινομένου και ο κίνδυνος σε βάρος των δικαιωμάτων των πολιτών και των δημοκρατικών θεσμών κατά συνέπεια και η ψήφιση νομοσχεδίου για την αντιμετώπιση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας είναι ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση αυτή».

Βλέπετε; Εγώ προτιμώ να τα γράφω όλα…

Μετά απ’ όλα αυτά, όταν η ΔΗΜΑΡ αποχώρησε από την κυβέρνηση, κατά τη γνώμη μου με πρόσχημα την ΕΡΤ, ο κ. Κουβέλης, πρόσθεσε στους λόγους της αποχώρησης και το γεγονός ότι δεν προωθήθηκε το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο.

«Πολιτική διαχείριση σε δικαστικό πεδίο»

Στις 4 Οκτωβρίου 2013, μετά την δολοφονία Φύσσα και τις διώξεις κατά της Χρυσής Αυγής. είχαμε πάλι τίτλους του τύπου «Βόμβες Ρουπακιώτη». Μιλώντας στον Σκάι, είπε πως στο θέμα της Χρυσής Αυγής «επιχειρήθηκε πολιτική διαχείριση σε δικαστικό πεδίο». Όπως είπε:

«Επιχειρήθηκε πολιτική διαχείριση σε δικαστικό πεδίο…Πιεζόταν…οι ελληνοεβραϊκές οργανώσεις ήρθαν εδώ και στο Υπουργείο Δικαιοσύνης κατ’ επανάληψη και στ’ άλλα Υπουργεία…Οι αμερικανοελληνικές εβραϊκές οργανώσεις ήρθαν στο Υπουργείο…τι κάνετε;…ο Πρόεδρος…ο κύριος Πρωθυπουργός θα πήγαινε στην Αμερική και θα τους έβλεπε…εκεί υπάρχουνε lobbies…έχουνε διαπλοκές…υπάρχουνε διασυνδέσεις…κάτι πρέπει να τους πει…»

«Έπαιξε ρόλο αυτό;», είχε ρωτήσει ο δημοσιογράφος. Και εκείνος είχε απαντήσει:

«Σαφώς. Έπρεπε να τους πει κάτι.. Ξέρετε; Εγώ πάταξα…ή κινούμαι στην κατεύθυνση αυτή….Το δεύτερο! Αναλαμβάνουμε από 01-01-2014 την προεδρία και σας μιλώ από την εμπειρία μου χωρίς να υποκαθιστώ κανέναν…Τι κάνετε; Με τι αξιοπιστία εσείς θα αντιμετωπίσετε τα προβλήματα της Προεδρίας εάν…Τρίτον! Ο Λετονός Μούιζνιεκς που δεν έχει καμιά σχέση με Αριστερά ο εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, καθώς κι η Μάλστρομ η Επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεν έχει καμιά σχέση λέει τι κάνετε; Ούτε ένα νομοσχέδιο δεν μπορείτε να περάσετε, πώς θα αντιμετωπίσετε αυτό το φαινόμενο;»

Τι συνέβη μετά;

Στις 16 Οκτωβρίου, όταν η Ολομέλεια συζητούσε τις άρσεις ασυλίας έξι βουλευτών της Χρυσής Αυγής, ο Παναγιώταρος είπε: «Η Χρυσή Αυγή είναι και θα μείνει εδώ. Η σκευωρία κατέρρευσε. Το καταλαβαίνουν, και η κοινή γνώμη και οι ψηφοφόροι της ΝΔ, που έρχονται κατά συρροή στην Χρυσή Αυγή».

Μάλιστα, ο Κασιδιάρης, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος τότε, είπε πως ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης «μίλησε με στοιχεία και είπε πως πίσω απ’ τη δίωξη είναι η Τρόικα, η Κομισιόν, οι Αμερικανοί».

Στον Κασιδιάρη απάντησε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΔΗΜΑΡ κ. Τσούκαλης: «Ο Αντώνης ο Ρουπακιώτης, είπε το εξής απλό: Πως καθυστέρησε το πολιτικό σύστημα, η κυβέρνηση και πρωτίστως η ΝΔ, να κάνει αυτό που έγινε μετά τις 17 Σεπτεμβρίου. Και γνωρίζετε πάρα πολύ καλά, πως απ’ την πλευρά του έγινε ό,τι το δυνατόν για να υπάρξει η θεσμική θωράκιση της χώρας».

Αλλά η Χρυσή Αυγή δεν σταμάτησε έκτοτε να επαναλαμβάνει το επιχείρημα της σκευωρίας εις βάρος της, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι εβραϊκές οργανώσεις.

Να μην ξεχάσω να αναφέρω ότι ο κ. Τσίπρας, μιλώντας την Τετάρτη, 29 Μαΐου 2013, στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός του, αποκάλεσε ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ «δεκανίκια» του Σαμαρά, αναρωτήθηκε «πόσους άλλους διασυρμούς είναι διατεθειμένοι να αντέξουν προκειμένου να είναι γαντζωμένοι έστω και στην τελευταία ρόδα του άρματος της εξουσίας;» και απείλησε να καταθέσει «τη Δευτέρα» το αντιρατσιστικό σχέδιο νόμου.

Άλλο που τη «Δευτέρα» δεν πρόκαμε γιατί είχε να πάει στη Δραπετσώνα να παρουσιάσει το σχέδιό του για την αντιμετώπιση της φτώχειας…

Και ονομαστικές ψηφοφορίες και δεν ψήφισαν!

Στις 9 Σεπτεμβρίου 2014, η Βουλή ψήφιζε το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο με τρεις ονομαστικές ψηφοφορίες για τα τρία κυριότερα άρθρα.

Προσέξτε τώρα:

Για το πρώτο άρθρο, που αφορά στη δημόσια υποκίνηση ρατσιστικής βίας ή μίσους, ονομαστική ψηφοφορία είχε ζητήσει η Χρυσή Αυγή. Υπέρ ψήφισαν 58 βουλευτές (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ και ανεξάρτητοι βουλευτές). Οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ψήφισαν «παρών». Φυσικά, η Χρυσή Αυγή ψήφισε κατά.

Προσέξτε και το ακόμη καλύτερο:

ΣΥΡΙΖΑ και Χρυσή Αυγή είχαν ζητήσει ονομαστική ψηφοφορία για το δεύτερο άρθρο (κακόβουλη άρνηση Γενοκτονιών). Υπέρ ψήφισαν Ν.Δ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ και – κρατήστε την αναπνοή σας! – ΣΥΡΙΖΑ, Χρυσή Αυγή, ΑΝΕΛ ψήφισαν κατά!

Για το τρίτο άρθρο (δίωξη δραστών των παραπάνω αξιόποινων πράξεων ακόμα και αν τα διαδικτυακά μέσα που χρησιμοποιούν βρίσκονται εκτός Ελλάδος), ονομαστική ψηφοφορία είχε ζητήσει η Χρυσή Αυγή. Υπέρ του άρθρου είχαν ταχθεί 60 βουλευτές (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, Ανεξάρτητοι Έλληνες και ανεξάρτητοι βουλευτές). ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ ψήφισαν «παρών». Χρυσή Αυγή, φυσικά κατά.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, που οδυρόταν και συνεχίζει να οδύρεται για το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, το 2011 το πολέμησε και το 2014 δεν το ψήφισε, βάζοντας μάλιστα και ονομαστική ψηφοφορία μαζί με την Χρυσή Αυγή.

Και τώρα πανηγυρίζει για τις δηλώσεις Ρουπακιώτη!

Οπότε, κ. Ρουπακιώτη, μην κουράζεστε! Δεν σώζονται με τίποτε!


*Βουλευτής Β3 Νοτίου Τομέα Αθηνών, Ν.Δ., πρώην υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητική εκπρόσωπος, δημοσιογράφος