Γράφει ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος

 

Ο Μπακογιάννης είχε μονίμως συναινετική διάθεση και πίστευε ότι πρέπει με κάθε τρόπο να επουλωθούν οι πληγές που άφησε ο εμφύλιος στα σώματα των Ελλήνων.

 

Ιούνιος του 1987, μόλις έχει τελειώσει η ορκωμοσία των βουλευτών που εξελέγησαν στις εκλογές. Ο Παύλος Μπακογιάννης είναι πια βουλευτής Ευρυτανίας και συναντιέται στην είσοδο της Βουλής με τον Θόδωρο Κατσανέβα, βουλευτή του ΠΑΣΟΚ. Ο Κατσανέβας αγκαλιάζει τον Μπακογιάννη και του λέει γελώντας: «Συγχαρητήρια, από σήμερα εσύ είσαι ο πρόεδρος στην κλαδική μας». «Ποιας κλαδικής;» απαντά/ερωτά απορημένος ο Παύλος. «Μα της κλαδικής των γαμπρών»… Εσκασαν στα γέλια, μαζί με τους παριστάμενους δημοσιογράφους.

Ηταν ίσως το μόνο γέλιο του Μπακογιάννη εκείνη την περίοδο. Οι εξελίξεις έτρεχαν και ο εκλογικός νόμος που είχε φτιάξει ο Κουτσόγιωργας δεν επέτρεπε τον σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, παρότι τον είχε ψηφίσει σχεδόν ο μισός ελληνικός λαός. Τερατούργημα.

Κι «έσκασε» ξαφνικά αυτό που κάποιοι δεν μπορούσαν καν να συλλογιστούν: κυβέρνηση Τζανετάκη με ΝΔ, Αριστερά και ΔΗΑΝΑ. Εργο Παύλου Μπακογιάννη. Του μέγιστου αγωνιστή της δημοκρατίας όλη του τη ζωή και από οποιοδήποτε μετερίζι. Στο πανεπιστήμιο, στη δημοσιογραφία, στην Ευρώπη, στην καθημερινότητα, στην αγαπημένη του Ευρυτανία… Παντού! Ο άνθρωπος που είχε μονίμως συναινετική διάθεση, που πίστευε ότι πρέπει με κάθε τρόπο να επουλωθούν οι πληγές του εμφυλίου στα σώματα των Ελλήνων απ’ που έτρεχε πύον.

25 Σεπτεμβρίου 1987. Συνεννοείται στη Βουλή με τον δημοσιογράφο Γιώργο Διαμαντίδη, από την εφημερίδα «Επικαιρότητα», να τα πουν από κοντά την επόμενη ημέρα το πρωί, στις οκτώ, στο γραφείο του. Αργά το απόγευμα, ο Παύλος παίρνει τον Διαμαντίδη και του ζητάει να κάνουν τη συνάντησή τους στις 3 το μεσημέρι, αφού θα αργούσε στη Βουλή το βράδυ. Και όντως άργησε. Κι όταν ξεκίνησε για το σπίτι του, μια ανάσα δρόμος από τη  Βουλή, χάζευε με θαυμασμό τον θαμπό φθινοπωρινό ουρανό που φωτιζόταν από τη λάμψη της Ακρόπολης. Σαν κάτι, όμως, να τον βασάνιζε…

26 Σεπτεμβρίου 1987. Τρίτη ξημέρωμα. Τρεις σκιές χώνονται στην πολυκατοικία της οδού Ομήρου 35 και κρύβονται. Μόλις φτάνει στο γραφείο του, ακούγονται οι τέσσερις σφαίρες από το δολοφονικό 45άρι που ήταν στα χέρια του Κουφοντίνα.

Η δημοκρατία δολοφονήθηκε, το αίμα του τινάχτηκε παντού, μέγιστη αφιέρωση σ’ αυτήν. Μα ζει, σύγχρονος ήρωας στα μυαλά και στις ψυχές όλων μας…