Η Ναργκίς Μοχαμαντί, η οποία τιμήθηκε σήμερα με το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης, αφιέρωσε τη ζωή της στην υπεράσπιστη των ανθρώπινων δικαιωμάτων στο Ιράν, με τίμημα χρόνια στη φυλακή και ένα σπαρακτικό χωρισμό από την οικογένειά της.
Μάχεται εναντίον της υποχρεωτικής μαντίλας και της ποινής του θανάτου, καταγγέλλει τη σεξουαλική βία μέσα στις φυλακές και συνεχίζει ακούραστα τη μάχη της, ακόμη και πίσω από τα κάγκελα της φυλακής Εβίν της Τεχεράνης, στην οποία οι αρχές την έκλεισαν και πάλι πριν από περισσότερο από ένα χρόνο.
Η 51χρονη αγωνίστρια «είναι ο πιο αποφασισμένος άνθρωπος που γνωρίζω», λέει στο Γαλλικό Πρακτορείο ο σύζυγός της Ταγί Ταχμανί, πρόσφυγας από το 2012 στη Γαλλία μαζί με τα δίδυμα παιδιά τους, ηλικίας σήμερα 17 ετών.
Η Ναργκίς Μοχαμαντί έχει συλληφθεί επανειλημμένα από το 1998. Έχει καταδικασθεί σε ποινές φυλάκισης και θα δικασθεί προσεχώς με νέες κατηγορίες. Σύμφωνα με τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα, είναι θύμα «αληθινής δικαστικής παρενόχλησης».
Η βράβευση αυτής της γυναίκας με το Νόμπελ Ειρήνης είναι πολύ συμβολική, καθώς το κίνημα «Γυναίκα Ζωή Ελευθερία» συγκλονίζει το Ιράν εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο. Η αμφισβήτηση, η οποία ξεκίνησε από το θάνατο μιας νεαρής κουρδικής καταγωγής Ιρανής, της Μαχσά Αμινί, η οποία έχασε τη ζωή της μετά τη σύλληψή της από την αστυνομία ηθών επειδή δεν φορούσε σωστά τη μαντίλα, έχει πνιγεί στο αίμα. Όμως για την Μοχαμαντί, η αλλαγή είναι «μη αναστρέψιμη».
«Το κίνημα επιτάχυνε τη διαδικασία της δημοκρατίας, της ελευθερίας και της ισότητας», είχε απαντήσει πρόσφατα σε γραπτές ερωτήσεις του Γαλλικού Πρακτορείου, και «εξασθένησε τα θεμέλια της δεσποτικής θρησκευτικής διακυβέρνησης».
«Φωνή αυτών που δεν έχουν φωνή»
Προαίσθηση ή σύμπτωση; Δύο μήνες πριν αρχίσουν οι διαδηλώσεις στις 16 Σεπτεμβρίου 2022, η Ναργκίς Μοχαμαντί είχε δημοσιοποιήσει στο λογαριασμό της στο Instagram, τον οποίο διαχειρίζεται η οικογένειά της, ένα κείμενο εναντίον της υποχρέωσης των γυναικών να φορούν το χιτζάμπ.
«Σ' αυτό το αυταρχικό καθεστώς, η φωνή των γυναικών είναι απαγορευμένη, τα μαλλιά των γυναικών είναι απαγορευμένα (...) Εγώ, η Ναργκίς Μοχαμαντί, (...) δηλώνω πως δεν θα δεχθώ το υποχρεωτικό χιτζάμπ», έγραφε στο κείμενο αυτό. Δύο μήνες αργότερα έγιναν viral τα βίντεο στα οποία εικονίζονται γυναίκες να καίνε το χιτζάμπ τους στο Ιράν.
Γεννημένη το 1972 στη Ζαντζάν, στο βορειοδυτικό Ιράν, η Ναργκίς Μοχαμαντί σπούδασε φυσική πριν γίνει μηχανικός. Ασχολήθηκε επίσης με τη δημοσιογραφία σε μεταρρυθμιστικές εφημερίδες.
Στα χρόνια του 2000, εντάχθηκε στο Κέντρο Υπερασπιστών των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (του οποίου είναι σήμερα αντιπρόεδρος), το οποίο είχε ιδρυθεί από την ιρανή δικηγόρο Σιρίν Εμπαντί, Νομπελίστρια της Ειρήνης το 2003. Έδινε τότε μάχη κυρίως για την κατάργηση της θανατικής ποινής.
«Η Ναργκίς είχε τη δυνατότητα να φύγει από τη χώρα, αλλά πάντα αρνιόταν να το κάνει (...) έγινε η φωνή αυτών που δεν έχουν φωνή. Ακόμα και στη φυλακή, δεν ξεχνάει τα καθήκοντά της και ενημερώνει για την κατάσταση των κρατουμένων», λέει η Ρεζά Μοϊνί, ιρανή υπέρμαχος των ανθρώπινων δικαιωμάτων που έχει έδρα το Παρίσι και τη γνωρίζει καλά.
Σε ένα βιβλίο με τίτλο «Λευκό βασανιστήριο» (White torture), καταγγέλλει τις συνθήκες κράτησης των φυλακισμένων γυναικών, ιδιαίτερα τον εγκλεισμό τους στην απομόνωση, κακομεταχειρίσεις των οποίων υπήρξε και η ίδια θύμα. Αυτή τη στιγμή κρατείται στην πτέρυγα γυναικών, μαζί με γύρω στις 50 άλλες φυλακισμένες, σύμφωνα με το σύζυγό της, τον Ταγί Ραχμανί.
«Απερίγραπτος πόνος»
«Έχει τρεις μάχες στη ζωή της: το σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων, τη φεμινιστική δέσμευσή της και τη δικαιοσύνη για όλα τα εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί», επιμένει ο Ραχμανί.
Η Ναργκίς Μοχαμαντί είχε φυλακισθεί από το Μάιο του 2015 ως τον Οκτώβριο του 2020 επειδή «σχημάτισε και διηύθυνε μια παράνομη ομάδα» που καλούσε για την κατάργηση της θανατικής ποινής.
Καταδικάσθηκε και πάλι έκτοτε σε μαστίγωση και σε χρόνια στη φυλακή για «προπαγάνδα εναντίον του συστήματος», «εξέγερση» ή ακόμα «προσβολή της εθνικής ασφάλειας».
Η κομψή αυτή γυναίκα με τα σγουρά μαλλιά, η οποία θεωρείται «κρατούμενη συνείδησης» από τη Διεθνή Αμνηστία, δεν έχει μπορέσει να δει να μεγαλώνουν τα παιδιά της, την Κιάνα και τον Άλι, τα οποία έχουν να δουν τη μητέρα τους από το 2015. «Είναι ένας αφόρητος και απερίγραπτος πόνος», έλεγε το Σεπτέμβριο στις απαντήσεις της στο Γαλλικό Πρακτορείο. «Σε 24 χρόνια γάμου, είχαμε 5 ή 6 χρόνια κοινής ζωής!», υπολογίζει ο σύζυγός της.
Όμως εκείνη «ουδέποτε παραιτήθηκε, δεν μπορούν να τη λυγίσουν. Προσπάθησαν, αλλά μέχρι τώρα δεν τα κατάφεραν, το μόνο που πέτυχαν ήταν να ενισχύσουν την αποφασιστικότητά της», λέει. «Η Ναργκίς είναι επίσης μια γυναίκα πολύ ζωντανή, πολύ αισιόδοξη», υπογραμμίζει ακόμα.