Ενστάσεις
του Ηλία Κανέλλη
Η ομιλία του Νικόλα Ανδρουλάκη τις προάλλες στην Κοζάνη ερμηνεύτηκε από πολλούς ως σπουδή στη διαφορά. Ως προσπάθεια να δείχνει ότι διαφέρει και από τη ΝΔ και από τον ΣΥΡΙΖΑ. Μια άλλη ανάγνωση λέει ότι ο αρχηγός του ΚΙΝΑΑ κρατά τα χαρτιά του κλειστά αμυνόμενος στην επίθεση εναντίον του κόμματος του από τον ΣΥΡΙΖΑ, που θα ήθελε να τον εξαφανίσει.

Κι όμως, όταν στην πολιτική πας τοίχο τοίχο, ίσως να μη σε ανακαλύψουν οι αντίπαλοί σου, αλλά θα κινείσαι στο περιθώριο. Το πρόβλημα με τον Νίκο Ανδρουλάκη, λοιπόν, δεν είναι ότι κρατά κλειστά κάποια χαρτιά για να τα εμφανίσει στο κατάλληλο τάιμινγκ. Αντίθετα: το πρόβλημά του είναι ότι η πολιτική του στοιχίζεται στις θέσεις των κοινοβουλευτικών αγορητών του, του Κατρίνη και του Κωνσταντινόπουλου, στη μεταπολιτευτική κοινοτοπία. Το πρόβλημα, δηλαδή, είναι ο μαξιμαλισμός, η έλλειψη πολιτικού στίγματος με προοπτική και η ασάφεια.

Παρατηρώ τον Νίκο Ανδρουλάκη να αραδιάζει λέξεις, τη μία πλάι στην άλλη, συχνά αντιφατικές μεταξύ τους: «απέναντι στην κουλτούρα του διχασμού, της απαξίωσης, της στρέβλωσης, του ελιτισμού και του λαϊκισμού βάζουμε την κουλτούρα του διαλόγου και της συνεννόησης αλλά με αξιακό τρόπο». Τι θέλει να πει ο ποιητής; Και τι εννοεί όταν λέει ότι αυτός εκφράζει την κουλτούρα του διαλόγου και της συνεννόησης; Η ίδια η δημοκρατία προϋποθέτει τον διάλογο και τη συνεννόηση – αν και πολύ συχνά ό,τι κυκλοφορεί ως διάλογος είναι πολύ μπλα μπλα, παράλογοι μονόλογοι.

Αν δηλαδή χρειαστεί να κάνει συνεννοήσεις, αν οι ψηφοφόροι δώσουν εντολή για συνεννοήσεις, αν όχι στις πρώτες εκλογές με απλή αναλογική στις επόμενες με μπόνους στον πρώτο, τι θα κάνει; Αν η λαϊκή ψήφος τον θέλει να έχει ρυθμιστικό ρόλο, αν του επιβάλει δηλαδή τη συνεννόηση, αυτός τι θα πει; «Δεν σας γουστάρω;»!

Κάνω αυτό το μακρύ παιχνίδι με ερωτήσεις που προκύπτουν από τα λόγια του Νίκου Ανδρουλάκη και δίνω υποθετικές απαντήσεις για να δείξω ότι στην πολιτική μπορείς να υπάρχεις μια χαρά ως άναρθρος. Αλλά για να πετύχεις κάτι, πρέπει να είσαι έναρθρος ή να περιστοιχίζεσαι από έναρθρους. Οφείλεις, δηλαδή, να εκκινείς από ένα ιδεολογικό υπόστρωμα που θα το μεταφράσεις σε πρόταση – πρόταση παρέμβασης ή πρόταση εξουσίας. Αλλος δρόμος δεν υπάρχει.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης πήρε στα χέρια του ένα κόμμα που, καλώς ή κακώς, έπαιξε σημαντικό ρόλο στη Μεταπολίτευση. Οδήγησε την Ελλάδα στην Ευρώπη και συνέβαλε, σε δύσκολους καιρούς, στη δημοκρατική ευρωπαϊκή πορεία της. Τα τελευταία χρόνια, το κόμμα αυτό πολιτεύτηκε συνειδητά ως μικρή δύναμη, με στόχο την αυτοσυντήρησή του. Ως περιχαρακωμένος μηχανισμός μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ. Η εκλογή νέου αρχηγού έδειξε ότι έχει δυναμική.

Αλλά η δυναμική αυτή θα εξανεμιστεί αν περιοριστεί σε αντιδεξιές γυμναστικές επιδείξεις, εμπλουτισμένες με αντισυριζαϊκές κορόνες. Αν η ετοιματζίδικη ρητορική της διαμαρτυρίας δεν δώσει τη θέση της σε θαρραλέες πολιτικές δηλώσεις που θα περιγράφουν την πολυπλοκότητα του κόσμου. Αν δεν υπερασπιστεί το παρελθόν του και δεν διεκδικήσει ενεργά τον ρόλο του στις νέες συνθήκες. Αν δεν διεμβολίσει τον σπαρασσόμενο ΣΥΡΙΖΑ και δεν συμπληρώνει την πρόταση εξουσίας της ΝΔ.

Εχει έρθει η στιγμή, δηλαδή, ο Νίκος Ανδρουλάκης να πει, καθαρά και ξάστερα, με ποιους θα πάει και ποιους θ’ αφήσει.
ΠΗΓΗ: ΤΑ ΝΕΑ